O καθηγητής Διονύσιος Ζακυθηνός με επιγραμματικό τρόπο επισημαίνει τα αίτια της καταλύσεως του βυζαντινού κράτους το 1203: «Την 13 Απριλίου του 1204 η Κωνσταντινούπολις περιήλθεν εις χείρας των Σταυροφόρων. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, παρακμάσασα εξ αιτίας των εσωτερικών κρίσεων, των διασπαστικών ροπών και της διαβρωτικής ενεργείας της Λατινικής διεισδύσεως, έκειτο άθλιον ερείπιον». Ο σκοπός των ιπποτών της Δύσεως και των εμπόρων της Βενετίας δεν πέτυχε ολοκληρωτικά γιατί δεν μπόρεσαν να κατακτήσουν και να ελέγξουν όλες τις περιοχές του Βυζαντίου. Στις 13 Απριλίου του 1204, την ώρα που οι Σταυροφόροι και οι Βενετοί έμπαιναν στην Κωνσταντινούπολη και ο Αλέξιος Ε' ο επονομαζόμενος Μούρτζουφλος ζητούσε τη σωτηρία στη φυγή, ο γενναίος πατριώτης Κωνσταντίνος Λάσκαρις, εξελέγη αυτοκράτορας στην Αγία Σοφία από κάποιους γενναίους πατριώτες που προσπαθούσαν να σώσουν ό,τι ήταν δυνατόν να σωθεί. Δυστυχώς όμως δεν ήταν δυνατόν να σωθεί τίποτε. Γι' αυτό ο Κωνσταντίνος Λάσκαρις μαζί με τον αδελφό του Θεόδωρο και μερικούς εκλεκτούς λαϊκούς και κληρικούς που δεν ήθελαν να υποταχθούν στον ξένο κατακτητή έφυγε στη Μικρά Ασία όπου άρχισε να οργανώνει την αντίσταση κατά των Λατίνων. Εκεί σε κάποια μάχη κατά των Λατίνων ο Κωνσταντίνος Λάσκαρις σκοτώθηκε (άνοιξη του 1205). Η αρχή περιήλθε στον αδελφό του Θεόδωρο Λάσκαρι, ο οποίος υπήρξε γαμβρός του Αλέξιου του Γ΄Αγγέλου και έφερε τον τίτλο του «Δεσπότη». Ο Θεόδωρος Λάσκαρις υπήρξε ο ιδρυτής της «Αυτοκρατορίας της Νικαίας» ή πιο σωστά της «Αυτοκρατορίας των Λασκάρεων» ή της «Δυτικής Μικράς Ασίας». Όταν ο Θεόδωρος ανέλαβε την εξουσία ήταν 32 ετών. Υπήρξε συγγενής του οίκου των Αγγέλων, μέσω της συζύγου του Άννας, κόρης του αυτοκράτορα Αλεξίου του Γ΄ Αγγέλου και του οίκου των Κομνηνών μέσω του Αλεξίου του Γ΄. Ο Θεόδωρος Λάσκαρις ηγείτο «μιας αυτοκρατορίας εν εξορία», η οποία κατά τα πρώτα βήματά της συνάντησε αφάνταστες δυσκολίες. Ένας σύγχρονος μελετητής, γράφει ότι σπάνια στην ελληνική ιστορία ηγεμόνας είχε να αντιμετωπίσει τόσα μεγάλα προβλήματα στην αρχή της βασιλείας του, όπως ο Θεόδωρος ο Α΄ Λάσκαρις. Οι πληθυσμοί της Βιθυνίας που είχαν υποστεί φοβερή οικονομική αφαίμαξη από τη ληστρική φορολογική πολιτική των Αγγέλων, έβλεπαν με δυσπιστία και πολλές φορές με εχθρότητα το Θεόδωρο Λάσκαρι. Η Νίκαια αρνήθηκε να τον δεχθεί. Οι κάτοικοί της δεν τον ήθελαν στην πόλη τους γιατί ο πρώην αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ Άγγελος, δηλαδή ο πεθερός του Θεόδωρου ζούσε ακόμη. Τελικά ο Θεόδωρος τους έπεισε να δεχθούν την οικογένειά του (τη σύζυγό του Άννα και τις τρεις θυγατέρες του Ελένη, Μαρία και Ευδοκία). Όμως, ο Θεόδωρος επειδή ήταν άνθρωπος δυναμικός, αποφασιστικός, τολμηρός, έξυπνος και συνετός, κατόρθωσε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις αντιξοότητες οι οποίες προέρχονταν από τούς τοπικούς πληθυσμούς, από τους τοπικούς δυνάστες (τοπάρχες), από τούς Λατίνους της Λατινικής Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως και από τους Τούρκους του σουλτανάτου του Ικονίου. Στην αρχή ζήτησε καταφύγιο και φιλοξενία στην Προύσσα και στις γύρω περιοχές. Σιγά-σιγά επεξέτεινε την κυριαρχία του σε πάρα πολλές Βιθυνικές πόλεις στις οποίες αναγνωρίστηκε ως δεσπότης (1204-1205). Μετά από αυτές τις επιτυχίες του αναγνωρίστηκε επιτέλους «δεσπότης» και από τους κατοίκους της Νίκαιας, οι οποίοι τον δέχτηκαν στην πόλη τους που την κατέστησε πρωτεύουσα του αρτισυστάτου κράτους του. Μετά από αυτά τα γεγονότα άρχισαν να συρρέουν στη Νίκαια, στην Προύσσα και σε άλλα κέντρα της Βιθυνίας πλήθη Βυζαντινών προσφύγων από την κυρίως Ελλάδα και από τα νησιά του Αιγαίου που ζητούσαν τη σωτηρία τους από τις φράγκικες πειρατικές επιδρομές. Κατά τα τέλη του 1204 ο αδελφός του αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως Βαλδουίνου, Ερρίκος της Φλάνδρας και οι ιππότες του κόμιτος Λουδοβίκου de Blois, (ο οποίος σύμφωνα με τη συνθήκη του διαμελισμού θα γινόταν βασιλιάς στη Νίκαια) ξεκίνησαν από την Κωνσταντινούπολη για να καταλάβουν τα εδάφη της Μικράς Ασίας πού είχαν επιδικαστεί στη Λατινική Αυτοκρατορία. Πριν προλάβει ο Θεόδωρος Α΄ να οργανώσει κάπως το κράτος του πολιτικά και στρατιωτικά βρέθηκε στην ανάγκη να πολεμήσει με τους Λατίνους από τους οποίους νικήθηκε σε δυο μάχες στις βορειοδυτικές μικρασιατικές ακτές (στο Ποιμανηνόν στα τέλη του 1204 και στο Αδραμμύτιο στις αρχές του 1205). Οι περισσότερες πόλεις της Βιθυνίας έπεσαν στα χέρια των Λατίνων. Η στιγμή ήταν πολύ κρίσιμη για το Θεόδωρος Λάσκαρι και για το νεοσύστατο κράτος του. Η σωτηρία ήρθε από τους Βυζαντινούς αριστοκράτες της Θράκης και από το Βούλγαρο τσάρο Καλογιάννη. Και ιδού ο τρόπος: Η βυζαντινή αυτοκρατορία των γαιοκτημόνων της Θράκης πρότεινε συνεργασία στους νέους κυρίους της Κωνσταντινουπόλεως. Οι Λατίνοι όμως φερόμενοι υπεροπτικά απέρριψαν την πρόταση συνεργασίας. Οι αριστοκράτες της Θράκης τότε εξοργίστηκαν και εξεγέρθηκαν εναντίον της λατινικής κυριαρχίας. Προσκάλεσαν αμέσως το Βούλγαρο τσάρο Καλογιάννη, ο οποίος εισέβαλε στη Θράκη και στις 14 Απριλίου του 1205 οι Λατίνοι ιππότες ηττήθηκαν και αφανίστηκαν ολοκληρωτικά από τα βουλγαρικά στρατεύματα. Ο Βαλδουίνος συνελήφθη αιχμάλωτος και αργότερα θανατώθηκε. Η δύναμη των Λατίνων της Κωνσταντινουπόλεως είχε καταρρεύσει. Ο Θεόδωρος Α΄ έμεινε απερίσπαστος στην οργάνωση του κράτους του. Στην εξωτερική διάρθρωση του κράτους ακολούθησε σε κάθε λεπτομέρεια τα πρότυπα του παλαιού Βυζαντίου. Η οργάνωση της διοικήσεως, η υπαλληλική ιεραρχία και η αυτοκρατορική αυλή ανανεώθηκαν σύμφωνα με τις παλαιές βυζαντινές αρχές. Οι πολιτικές και οι εκκλησιαστικές παραδόσεις της βυζαντινής αυτοκρατορίας που είχαν ενσωματωθεί συμβολικά στο πρόσωπο του αυτοκράτορα και του πατριάρχη αναβίωσαν πάλι στη Νίκαια. Μέχρι τώρα ο Θεόδωρος έφερε τον τίτλο του Δεσπότη. Για να στεφθεί Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ο κανονικός πατριάρχης Ιωάννης Ι΄ ο Καματηρός είχε καταφύγει πρώτα στη Βουλγαρία και έπειτα στο Διδυμότειχο της Θράκης. Όταν κλήθηκε να αναλάβει τα καθήκοντά του τη Νίκαια παραιτήθηκε (Απρίλιος-Μάιος του 1206). Μετά από δύο περίπου χρόνια εξελέγη πατριάρχης ο λόγιος Μιχαήλ 4ος ο Αντωρειανός (20 Μαρτίου του 1208). Μερικές μέρες αργότερα (το Πάσχα του 1208) ο Θεόδωρος Α' στέφθηκε επισήμως στη Νίκαια «βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων», διάδοχος και συνεχιστής των βυζαντινών αυτοκρατόρων της Κωνσταντινουπόλεως. Στο εξής αναγνωριζόταν πλέον ως ο μοναδικός και νόμιμος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, όπως και ο πατριάρχης που έμενε στη Νίκαια και έφερε τον τίτλο του Οικουμενικού Πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως αναγνωριζόταν ως η μοναδική και νόμιμη κεφαλή της ελληνικής Εκκλησίας. Έτσι η Νίκαια έγινε το πολιτικό και εκκλησιαστικό κέντρο της αυτοκρατορίας που είχε εκδιωχθεί από την Κωνσταντινούπολη. Η Νίκαια ήταν, όπως ελέχθη το κέντρο μιας αυτοκρατορίας εν εξορία. Τον Βαλδουίνο διαδέχτηκε στο θρόνο της Λατινικής αυτοκρατορίας ο αδελφός του Ερρίκος, ο οποίος εισέβαλε κατά τα τέλη του 1206 στη Μικρά Ασία. Επειδή όμως ο τσάρος των Βουλγάρων Καλογιάννης (ο Ιωαννίτζης των ελληνικών πηγών) άρχισε νέες επιδρομές, ο Ερρίκος αναγκάστηκε να διακόψει την εκστρατεία του και την άνοιξη του 1207 υπέγραψε διετή εκεχειρία με το Θεόδωρος 1ο. Σε λίγους μήνες, τον Οκτώβριο του 1207 ο περιβόητος Καλογιάννης, η μάστιγα των ελληνικών πληθυσμών της Μακεδονίας και της Θράκης σκοτώθηκε μπροστά στα τείχη της Θεσσαλονίκης. Ο Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρις εκτός από τους Λατίνους είχε να αντιμετωπίσει και το σουλτανάτο του Ικονίου. Ο αγώνας του υπήρξε συνεχής και διμέτωπος, μερικές φορές και τριμέτωπος. Ο Σελτζουκίδης σουλτάνος του Ικονίου Καϊχοστρόης ο Α΄ (1193-1211) επιθυμώντας να δημιουργήσει μια ενδιάμεση δύναμη μεταξύ του κράτους του και των Λατίνων της Κωνσταντινουπόλεως είχε ευνοήσει το Θεόδωρο Λάσκαρι στις αρχές της βασιλείας του. Οι φιλικές σχέσεις δεν επρόκειτο να συνεχιστούν, γιατί οι Τούρκοι με κανένα τρόπο δεν θα δέχονταν να αναπτύσσεται πλησίον τους ένα ισχυρό κράτος. Ο έκπτωτος αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ Άγγελος είχε καταφύγει στην αυλή του σουλτάνου. Ο Θεόδωρος αξίωσε από το σουλτάνο να του παραδώσει τον Αλέξιο Γ΄. Ο σουλτάνος με τη σύμφωνη γνώμη των Ενετών συμμάχων του ζήτησε την παραίτηση του Λασκάρεως υπέρ του πεθερού του Αλεξίου. Βέβαια αυτό ήταν ένα πρόσχημα για να επιτεθούν οι Τούρκοι. Η σύγκρουση έγινε κοντά στην Αντιόχεια του Μαιάνδρου την άνοιξη του 1211. Οι 800 Λατίνοι μισθοφόροι του Λασκάρεως εξοντώθηκαν αλλά ο σουλτάνος σκοτώθηκε από τον ίδιο το Θεόδωρο Λάσκαρι στη μεταξύ τους μονομαχία, η οποία διεξήχθη μετά τη μάχη. Ο ιστορικός Γεώργιος Ακροπολίτης περιγράφει τη μονομαχία! Ο έκπτωτος αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ (ο πεθερός του Θεόδωρου Α') συνελήφθη αιχμάλωτος και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του σε ένα μοναστήρι της Νίκαιας, όπου και πέθανε αργότερα. Η νίκη αυτή θεωρήθηκε από τους συγχρόνους πολύ σημαντική παρά το γεγονός ότι δεν είχε εδαφικά πλεονεκτήματα. Ο Μιχαήλ Χωνιάτης, αδελφός του ιστορικού Νικήτα Χωνιάτη, θεώρησε τη νίκη αυτή ως ανταπόδοση της συμφοράς του Μυρικεφάλου (1176). Μετά τη νίκη αυτή εδραιώθηκε περισσότερο η ελληνική κυριαρχία στη Μικρά Ασία. Σε μερικούς μήνες αργότερα (φθινόπωρο του 1211), ξανάρχισε ο πόλεμος κατά των Λατίνων. Ο Θεόδωρος Λάσκαρις ηττήθη κοντά στο Ρύνδακο ποταμό (15 Οκτωβρίου 1211). Αλλά η μάχη αυτή δεν έκρινε τον πόλεμο, ο οποίος συνεχίστηκε για δυο περίπου χρόνια οπότε στα τέλη του 1214 υπέγραψαν στο Νυμφαίο συνθήκη ειρήνης με την οποία καθορίζονταν τα σύνορα των δυο αυτοκρατοριών. Μετά το 1214, οπότε επεκράτησε σταθερότητα και ισορροπία στις σχέσεις των δύο κρατών ακολούθησε περίοδος οικονομικής ακμής της Νίκαιας, ενώ αντίθετα η Λατινική αυτοκρατορία ολοένα και παρήκμαζε, ιδιαίτερα μάλιστα μετά το θάνατο του Ερρίκου (1216). Ο Θεόδωρος Α΄ για να επιτύχει καλύτερες σχέσεις με τους Λατίνους νυμφεύθηκε σε τρίτο γάμο την κόρη της αυτοκράτειρας Ισλάνδας ή Γιολάντας Μαρία (1218). Αλλά και με τη Ρωμαϊκή Εκκλησία επεδίωξε συνεννόηση ο ακαταπόνητος αυτοκράτορας. Έθεσε το θέμα της ενώσεως των Εκκλησιών. Όμως οι διαπραγματεύσεις που διεξάχθηκαν το Νοέμβριο του 1214 μεταξύ του Καρδινάλιου Πελαγίου και τον σοφού Έλληνα θεολόγου Νικολάου Μεσαρίτη απέδειξαν για άλλη μια φορά ότι το χάσμα που χώριζε τις δύο Εκκλησίες ήταν αγεφύρωτο. Και με τη Βενετία δημιούργησε πολιτικές και οικονομικές σχέσεις ο Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρις. Το 1219 συνήψε συνθήκη με τους Βενετούς της Κωνσταντινουπόλεως. Η συνθήκη αυτή ήταν η πρώτη μετά από την άλωση, είχε πενταετή ισχύ και έδινε στους Βενετούς ελευθερία εμπορίας και φορολογική ατέλεια με τον όρο να έχουν και οι Έλληνες έμποροι τα ίδια προνόμια στις χώρες που κατέχονταν από τους Βενετούς. Στις αρχές του 1222 πέθανε ο ιδρυτής της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρις. Με σκληρούς και συνεχείς αγώνες είχε κατορθώσει να θέσει τις βάσεις για την μετέπειτα λαμπρή εξέλιξη του κράτους της Νίκαιας. Συγχρόνως πέτυχε να ανασυνδέσει το κράτος του με τη μεγάλη βυζαντινή παράδοση και να ενισχύσει και διατηρήσει τον Ασιατικό Ελληνισμό. Ο Μιχαήλ Ακομινάτος τον θεωρεί ως τον σημαντικότερο αυτοκράτορα τον Βυζαντίου μετά από τον «μεγάλο Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο και τον - πιο παλαιό - ευγενή Ηράκλειο». Χωρίς να επιδιδόμαστε σε γενικούς διθυραμβικούς χαρακτηρισμούς για το έργο και την προσωπικότητα τον Θεοδώρου Α', μπορούμε να τονίσουμε τούτο το ουσιώδες: ότι ο αυτοκράτορας αυτός μέσα από το χάος που προκάλεσε αφενός μεν η ανικανότητα και η προδοτική στάση των Αγγέλων και αφετέρου η άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους σταυροφόρους και τους Ενετούς κατόρθωσε εκ του μηδενός και με φοβερές αντιξοότητες να δημιουργήσει κράτος το οποίο στα 1222 ήταν υπολογίσιμη δύναμη. Το γεγονός αυτό μας επιβάλλει να τον χαρακτηρίσουμε ως ένα από τους μεγάλους αυτοκράτορες του Βυζαντίου.
Βυζαντινοί αυτοκράτορες
Βυζαντίς
1995
from ανεμουριον https://ift.tt/2OrthUW
via IFTTT
