
Πάνω σε ερείπια μονής της παλαιοχριστιανικής εποχής (5ου αιώνος), κτίσθηκε στις αρχές του 12ου αιώνος (1117) ο σημερινός ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, ως το κέντρο μοναστικής ζωής που άρχισε να οργανώνεται κυρίως από την επόμενη εκατονταετία με εντόπιους μοναχούς. Σύντομα η μονή προόδευσε και έλαβε τα προνόμια των σταυροπηγίων. Αφού δοκίμασε αρκετές συμφορές αρχικά από τους Φράγκους (1204 - 1450), όταν έπεσε η Πόλη στους Τούρκους (1453) η Μονή διαλύθηκε, για να επανασυσταθεί αργότερα και να γευθεί και πάλι νέες δοκιμασίες εκ μέρους Ενετών και Τούρκων (1715 - 1821). Οι Ρωμαιοκαθολικοί τη μετέτρεψαν σε μοναστήρι Καπουτσίνων και φεύγοντας αφήρεσαν πολλά αξιόλογα κειμήλιά της, μεταξύ των οποίων και την κτιτορική της πλάκα. Στην παρουσία των Καπουτσίνων οφείλεται και η προσωνυμία Λουκούς, αφού κατά την επικρατέστερη ερμηνεία αυτή προέρχεται από τη λατινική λέξη lukus, δηλαδή ιερό δάσος. Σε έκθεση παλαιού ηγουμένου, ονόματι Ιωσήφ, αναφέρεται: Καθώς από τον Γέροντά μας εμάθομεν ότι ήταν δάσος μέγα, εις το οποίον ευρέθησαν εις τον καιρόν του ελάφια και ζαρκάδια, αγριογούρουνα και τα τοιαύτα. Σημαντική η παρουσία και προσφορά της Μονής στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, αποδείχθηκε εξίσου πολύτιμη και στη διάρκεια του Αγώνος για την εθνική ανεξαρτησία του 1821. Μυημένος στη Φιλική Εταιρεία ήταν ο ηγούμενός της Νεόφυτος, ενώ και οι μοναχοί συμμετείχαν στον Αγώνα, μεταφέροντας, με κίνδυνο της ζωής τους, τρόφιμα και πολεμοφόδια στο στρατόπεδο Βερβαίνων. Έτσι εξηγείται και η μήνις του Ιμπραήμ που διέταξε την πυρπόληση της Μονής την παραμονή της εορτής της (5 Αυγούστου του 1826). Το μεγαλύτερο τμήμα της αποτεφρώθηκε και μαζί τα χρυσόβουλλα, βαρύτιμα κειμήλια και έγγραφα αξίας, ενώ με θαυματουργική επέμβαση του αγίου Ευσταθίου (έτρεξε αχνιστό αίμα από το πρόσωπό του όταν το κτύπησε με το όπλο του Τούρκος στρατιώτης) διασώθηκε το καθολικό. Η προσφορά της επεκτάθηκε και στην ανέγερση της Σχολής του Γένους στον Άγιο Ιωάννη, ενώ η φιλανθρωπία ήταν στην ημερήσια διάταξη της ζωής της Μονής. Άλλωστε, για το λόγο αυτό χαρακτηρίζεται Μονή της φιλανθρωπίας και της φιλοξενίας. Επί αιώνες υπήρξε ανδρική, αλλά το 1946 ο τότε μητροπολίτης Μαντινείας και Κυνουρίας Γερμανός τη μετέτρεψε - ελλείψει μοναχών - σε γυναικεία και εγκατέστησε τη νέα αδελφότητα μοναζουσών, με επικεφαλής την Γερόντισσα Χριστονύμφη Κάρτσωνα. Η αδελφότητα παρέλαβε μια ερειπωμένη Μονή, χωρίς υλική και πνευματική δύναμη και κύρος, ενώ και η εν γένει κατάσταση της περιοχής ήταν αξιοθρήνητη, λόγω του εμφύλιου σπαραγμού. Το τι επιτέλεσε σε σύντομο χρονικό διάστημα η αδελφότης, μόνον ως ομολογία ότι είναι μεγάλα τα της πίστεως κατορθώματα μπορεί να εξηγηθεί: Επισκευάσθηκαν τα παλαιά και κτίσθηκαν νέα οικοδομήματα. Περιφρουρήθηκε η ακίνητη περιουσία της. Ευτρεπίσθηκαν τα μετόχια (Αναλήψεως και αγίου Δημητρίου) και προστέθηκε του αγίου Νικολάου Καρυάς (1967). Έγιναν δυο κατανυκτικά παρεκκλήσια: αγίων Πάντων (1957) και Κοιμήσεως της Θεοτόκου (1962). Διαφυλάχθηκαν τα κειμήλια, συγκροτήθηκε η Βιβλιοθήκη (παλαιοί τόμοι 300, χειρόγραφα, σιγίλλια, κώδικες). Ο επισκέπτης έχει την ευλογία να θαυμάσει σταυρούς ευλογίας, Ευαγγέλιο του 1781, άγια ποτήρια, ιερά άμφια, φορητές εικόνες του 16ου αιώνος και τίμια λείψανα των Αγίων: Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ιακώβου, Ιεροθέου, Παρασκευής, Αγάθης, Θεοδώρων, Νεκταρίου, Ξένης, Μακρίνας, Ευφρασίου του μαγείρου, Γεωργίου τροπαιοφόρου, Δημητρίου μυροβλύτου κ.ά., ιδιαιτέρως δε έναν ωραιότατο σταυρό με Τίμιο Ξύλο, που πολλές φορές ευωδιάζει. Το μεγάλο ενδιαφέρον, όμως, συγκεντρώνεται στο καθολικό, κτίσμα του 1117. Πρόκειται για πραγματικό κομψοτέχνημα αρχιτεκτονικής και τοιχοδομίας. Είναι βυζαντινού ρυθμού, με υψηλό τρούλλο, που στηρίζεται σε τέσσερις κολώνες και με γραμμένο σταυρό στο δάπεδο και στη στέγη. Οι τοίχοι είναι κτισμένοι με πωρόλιθους και κάτω απ' τη στέγη υπάρχουν οδοντωτές ταινίες και ρόμβοι. Ροδιακά πιάτα αρίστης τέχνης διακοσμούν αρκετά σημεία. Οι τοιχογραφίες, εσωτερικά, με θέματα από την Αγία Γραφή, ανήκουν στον 16ο αιώνα και διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση. Πιθανότατα ο άριστος ιεροκήρυξ και λειτουργός αγιογράφος ανήκε στην οικογένεια των Μόσχων. Ωραιότατες και οι φορητές εικόνες του τέμπλου, έργα του 17ου αιώνος. Πρόσφατα στον περίβολο της Μονής βρέθηκε, κατόπιν οράματος, μολυβδόβουλλο που στη μία όψη έχει την Παναγία και στην άλλη αναγράφει: Γρηγόριος ελέω Θεού αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Οικουμενικός Πατριάρχης α.ψ.μζ.. Η σημερινή αδελφότητα διακρίνεται για την πνευματική της ζωή και την ενασχόληση με την ταπητουργία (τσακώνικα κιλίμια σε βυζαντινές παραλλαγές), την αγιογραφία, το εργόχειρο, τη συγγραφή βιβλίων και τις αγροτικές εργασίες.
Ευάγγελος Π. Λέκκος
Τα ελληνικά μοναστήρια
Ιχνηλάτης
1995
1995
from ανεμουριον https://ift.tt/34gmAdL
via IFTTT