Νέα εξωτερική πολιτική

του Κωνσταντίνου Σβολόπουλου
Ο Βενιζέλος, ο βασιλιάς Αλέξανδρος της Ελλάδας και, στο κέντρο, ο διάδοχος και μετέπειτα βασιλιάς της Σερβίας Αλέξανδρος, σε μια επίσκεψη του τελευταίου στην Αθήνα την άνοιξη του 1920 (Αθήνα, Μουσείο Ελ. Βενιζέλος).
Το καθεστώς που απέρρευσε από τη Συνθήκη της Λωζάννης προσδιόρισε και οριοθέτησε, πάνω σε νέες βάσεις, τις επιλογές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Ύστερα από έναν αιώνα εμμονής στις προτεραιότητες του αλυτρωτισμού, η πρωταρχική στρατηγική επιδίωξη της Ελλάδας εντοπίστηκε στην κατοχύρωση της εδαφικής ακεραιότητας και ανεξαρτησίας της εθνικής επικράτειας. Η συγκέντρωση στα όρια της ελληνικής επικράτειας για πρώτη φορά, του συντριπτικά μείζονος τμήματος της εθνικής οικογένειας, διασκορπισμένου για αιώνες στην ευρύτερη έκταση της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της εγγύς Ανατολής, επέδρασε καθοριστικά στην επιλογή αυτή. Η επιτακτική ανάγκη για την επούλωση των πληγών της πρόσφατης Μικρασιατικής Καταστροφής και για την κοινωνική ανασύνταξη και οικονομική ανάπτυξη στο πλαίσιο της νέας πραγματικότητας, συνηγορούσε προς την ίδια κατεύθυνση. Έχοντας, σε ευρύτερη χρονική διάρκεια, βασίσει την άσκηση της επεκτατικής της πολιτικής στην επίκληση της αρχής των εθνοτήτων, ήταν εύλογο η Ελλάδα να μεταβάλει τον προσανατολισμό της, αφότου εξέλιπε η προϋπόθεση της πληθυσμιακής υπεροχής στα επίμαχα εδάφη. Η μαζική παρουσία του ελληνικού στοιχείου στα Δωδεκάνησα, την Κύπρο, και ακόμη τότε, τη βόρεια Ήπειρο, άφηνε ανοιχτό το πεδίο για τη μελλοντική διεκδίκηση τους. Δεν οδήγησε όμως στην αναστροφή του βασικού στρατηγικού προσανατολισμού.

Χωρίς εξωτερικά ερείσματα

Στην εφαρμογή της, η νέα ελληνική εξωτερική πολιτική προσέκρουσε σε δυσυπέρβλητες, αρχικά, αντιξοότητες. Εσωτερικά εξασθενημένη και διπλωματικά υποβαθμισμένη την επαύριο της Μικρασιατικής Καταστροφής, η Ελλάδα δεν διέθετε τα αναγκαία εξωτερικά ερείσματα, σε περιφερειακή ή σε ευρύτερη διεθνή κλίμακα.
Άγκυρα, 30 Οκτωβρίου 1930. Ο Βενιζέλος υπογράφει το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας και ουδετερότητας. Απέναντι του ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Ισμέτ πασάς (Αθήνα, Μουσείο Ελ. Βενιζέλος).
Στο άμεσο περιβάλλον της αδυνατούσε αφενός να αντισταθμίσει την υπεροχή και να εξουδετερώσει τις πιέσεις από την πλευρά της αναβαθμισμένης Τουρκίας και, κυρίως, της αισθητά ισχυροποιημένης Γιουγκοσλαβίας και αφετέρου να διασφαλίσει πληρέστερα την άμυνα τη; απέναντι στις επεκτατικές βλέψεις της αναθεωρητικής Βουλγαρίας. Ταυτόχρονα, στο πλαίσιο των σχέσεων με τις Μεγάλες Δυνάμεις, αδυνατούσε να αποκαταστήσει, σε επίπεδο διμερές ή ευρύτερο πολυμερές, δεσμούς ικανούς να προαγάγουν τα ζωτικά συμφέροντα της. Σε εποχή που η Σοβιετική Ένωση και η Γερμανία είχαν αναγκαστικά αναδιπλωθεί, η Γαλλία είχε στρέψει το ενδιαφέρον της προς την Ανατολική Ευρώπη, η Μεγάλη Βρετανία απέφευγε κάθε συμβατική δέσμευση στον ευρωπαϊκό ηπειρωτικό χώρο, ενώ η Ιταλία, υπό καθεστώς φασιστικό, διαπνεόταν από επίφοβες καιροσκοπικές τάσεις. Στο μέτρο, επιπρόσθετα, που βαθμιαία διαψεύδονταν οι προσδοκίες που είχε εκθρέψει η Κοινωνία των Εθνών, ως εγγυητής της ειρήνης και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών, έτεινε και στην Ελλάδα να ενταθεί η αίσθηση της απομόνωσης και της απειλής σε βάρος της ασφάλειας και της ακεραιότητας της. Οι προσπάθειες που καταβλήθηκαν στο διπλωματικό πεδίο από τις κυβερνήσεις που άσκησαν την εξουσία στα πέντε πρώτα χρόνια μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης, ακόμη και, από αυτήν την Οικουμενική, δεν απέληξαν σε θετικά αποτελέσματα.
Ο Ελ. Βενιζέλος με τα μέλη της κυβέρνησης του το 1928 (Αθήνα, Μουσείο Ελ. Βενιζέλος).
Η εξασφάλιση ισχυρής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας έδωσε στον Ελευθέριο Βενιζέλο τη δυνατότητα να εφαρμόσει απρόσκοπτα, από τον Αύγουστο του 1928, το πρόγραμμα του στο πεδίο, τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής πολιτικής. Σε μια ύστατη έκλαμψη της διπλωματικής του ιδιοφυΐας, θα κατορθώσει να διαρρήξει το πλέγμα του αδιεξόδου και να διαγράψει νέες στρατηγικές επιλογές της Ελλάδας, εξασφαλίζοντας, ταυτόχρονα και την τακτική του προσπέλαση. Η προσέγγιση με την Ιταλία, η αναθέρμανση των σχέσεων με την Αγγλία και τη Γαλλία, η αποκατάσταση των φιλικών δεσμών με τη Γιουγκοσλαβία και, τέλος η εγκάρδια συνεννόηση με την Τουρκία, συνθέτουν τα κύρια ορόσημα της διπλωματικής του δράσης, κατά την τελευταία πρωθυπουργική θητεία του, έως το 1932. Στη δυναμική τους συνάρτηση, εξασφάλιζαν την ανάπτυξη φιλικών δεσμών, ταυτόχρονα και ισότιμα, με τη τη Μ. Βρετανία, τη Γαλλία και την Ιταλία, τη ριζική αναβάθμιση της διαπραγματευτικής ισχύος της χώρας, με άμεση συνέπεια να καμφθούν οι αυξημένες απαιτήσεις της Γιουγκοσλαβίας, τη σύζευξη, τέλος, των πρώτων θετικών εξελίξεων με τη σύμπηξη του άξονα φιλίας και συνεργασίας Αθήνας-Άγκυρας, ως ερείσματος ανασχετικού σε κάθε επίφοβη περιφερειακή πίεση, κυρίως από τη Βουλγαρία.

Το όραμα ενός κόσμου ειρηνικού

Στη νέα δυναμική της, η ελληνική εξωτερική πολιτική εντασσόταν στο σύστημα της ισορροπίας των δυνάμεων, σε στενότερη περιφερειακή και σε πανευρωπαϊκή κλίμακα, αλλά και, κατά βάση, εναρμονιζόταν με το πνεύμα που διείπε την προσπάθεια για την ορθολογική οργάνωση της διεθνούς ζωής, μέσω κατά βάση της ΚΤΕ. Η προσήλωση στο καθεστώς των Συνθηκών και στους κανόνες της διεθνούς νομιμότητας, η συνειδητή αποφυγή της συνομολόγησης διμερών συμμαχιών ή συμφώνων πολυμερών που δεν πληρούσαν τους όρους της «πρότυπης» συμφωνίας του Λοκάρνο, η τήρηση των αρχών της «ανοιχτής διπλωματίας», σηματοδότησαν, σε ορισμένες περιπτώσεις και σε ευρύτερη διάρκεια, την άσκηση της ελληνικής διπλωματίας. Υπό τις συνθήκες αυτές, η καίρια τομή που διαχωρίζει την αλυτρωτική, όπως ασκήθηκε στη διάρκεια του πρώτου αιώνα της εθνικής ανεξαρτησίας, από την εξωτερική πολιτική που υιοθετήθηκε την επαύριο ουσιαστικά της Συνθήκης της Λωζάννης, προσέλαβε μεγαλύτερο βάθος. Ο Βενιζέλος ενστερνίστηκε το όραμα ενός κόσμου ειρηνικού, απαλλαγμένου από τον εφιάλτη του πολέμου, λιγότερο ως υποκατάστατο της Μεγάλης Ιδέας και περισσότερο ως επιτακτική ανάγκη των νέων καιρών. Στο πλαίσιο αυτό η συσσωμάτωση σε ευρύτερα διακρατικά σύμφωνα με τις υπαγορεύσεις του Καταστατικού Χάρτη της ΚΤΕ, προσφερόταν ως μέσο τόσο για την κατοχύρωση της σταθερότητας και της ασφάλειας των ασθενέστερων χωρών, όπως η Ελλάδα όσο και για την γενικότερη προαγωγή της ειρήνης και της συνεργασίας μεταξύ των λαών. Η ένθερμη συνηγορία του υπέρ του Σχεδίου Μπριάν για την «Ομοσπονδιακή Ένωση της Ευρώπης» αντανακλά αυτές ακριβώς τις αναζητήσεις.

Η μακροπρόθεσμη απόδοση της γόνιμης αυτής διπλωματικής προσπάθειας θα υπονομευτεί από την επέλευση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, στην εκπνοή της δεκαετίας του '20. Η αισιόδοξη ενατένιση προς το μέλλον, η οποία και είχε σε σημαντικό βαθμό υποβοηθήσει την πολιτική του Βενιζέλου στο κρίσιμο στάδιο της πρώτης εφαρμογής της, θα υποκατασταθεί στις αρχές της νέας δεκαετίας από αίσθημα ολοένα και εντονότερης αβεβαιότητας και ανησυχίας. Η Ελλάδα θα υποστεί, όπως ήταν φυσικό, τον αντίκτυπο. Το οικοδόμημα της νέας ελληνικής εξωτερικής πολιτικής θα δεχτεί ισχυρό κλονισμό, χωρίς όμως να καταρρεύσουν τα θεμέλια του και, κυρίως, χωρίς να αναιρεθούν κατά βάση οι αρχές και οι επιδιώξεις που το ενέπνευσαν και το μορφοποίησαν.

Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ 1920-1930
7 ΗΜΕΡΕΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ 1999


from ανεμουριον https://ift.tt/38wt8aN
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη