Πως είδαν οι Οθωμανοί την Άλωση

του Μαρίνου Σαρηγιάννη
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ ΑΠΟ ΤΟΝ MATRAKÇI NASUH
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τον Μωάμεθ (Μεχμέτ) Β' τον Πορθητή στις 29 Μαΐου 1453, βιώθηκε από τους Βυζαντινούς και τους Δυτικούς ως η κατάληξη μιας μακράς πορείας παρακμής, συχνά δε και ως θείο θέλημα προκειμένου να τιμωρηθούν ή και να εξιλεωθούν οι αμαρτίες των Ορθοδόξων. Πως είδαν όμως την Άλωση οι ίδιοι οι κατακτητές, οι Οθωμανοί δηλαδή; Πως είδε τη νίκη του ένα κράτος που μέσα σε μισό αιώνα από μια βαρύτατη ήττα (από τον Ταμερλάνο το 1402) βρέθηκε να κατέχει την κατ’ εξοχήν αυτοκρατορική πόλη, την πόλη την οποία ο Θεός είχε υποσχεθεί στους Μουσουλμάνους ήδη από τα πρώτα χρόνια του Ισλάμ [1] και η οποία ωστόσο είχε σθεναρά αντισταθεί σε κάθε σχετική προσπάθεια επί οκτώ σχεδόν αιώνες;

Είναι σαφές ότι η Άλωση της Πόλης σηματοδοτεί για τους Οθωμανούς την έναρξη μιας νέας περιόδου, όπου η πολιτική τους ιδεολογία μπορεί άνετα πια να εγκολπωθεί το αυτοκρατορικό και οικουμενικό ιδεώδες (δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το προσωνύμιο του Μεχμέτ Β' ήταν και στα τουρκικά, όπως και στα ελληνικά, «ο πορθητής», Φατίχ). Η ίδια η οθωμανική ιστοριογραφία, που θα αποτελέσει εδώ και τη βασική πηγή μας, θα εγκαταλείπει βαθμιαία το χαρακτήρα της απλής χρονικογραφίας - που ενίοτε περιοριζόταν να αναφέρει τις κατακτήσει των Οθωμανών ως μια σειρά νικών στο ιδεολογικό πλαίσιο του ιερού πολέμου (τζιχάντ) - (Οι χρονικογράφοι αυτοί, ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους των οποίων είναι ο Ασίκ Πασά Ζαντέ (περίπου 1400 - μετά το 1484), θα δώσουν σταδιακά τη θέση τους σε μια σειρά λόγιων ιστοριογράφων όπως ο Νεσρή (θαν. πριν από το 1520) ή αργότερα ο Σα’αντεντίν (τέλη 16ου αιώνα) που γράφουν σε μια εκλεπτυσμένη, γλαφυρή και ποιητική γλώσσα στο έπος του αυτοκρατορικού ιδεώδους.

Ασίκ Ζαντέ

Το έργο του Ασίκ πασά Ζαντέ, ο οποίος καταγράφει τα γεγονότα μέχρι το 1484 ενσωματώνοντας και παλαιότερα χρονικά [2], περιγράφει το χτίσιμο του φρουρίου Ρούμελη-χισαρί (Μπογάζ-κεσέν ή Λαιμοκοπία, για τους Βυζαντινούς) και την πολιορκία και Άλωση της Πόλης μέσα σε ελάχιστες φράσεις, σαν να μην επρόκειτο παρά για μια ακόμη νίκη των γαζήδων ενάντια στους άπιστουs: η πόλη πολιορκήθηκε από στεριά και θάλασσα επί πενήντα μέρες και κατελήφθη όταν ο σουλτάνος έδωσε εντολή, ή μάλλον άδεια, για λεηλασία (γιαγμά) [3], πολλοί θησαυροί λεηλατήθηκαν, οι κάτοικοι αιχμαλωτίστηκαν, ο αυτοκράτορας (τεκφούρ) [4] σκοτώθηκε. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην «προδοσία» του μεγάλου βεζίρη Χαλίλ Πασά, ο οποίος φέρεται να δωροδοκήθηκε από τον αυτοκράτορα.

Η αφήγηση του Ασίκ πασά Ζαντέ μοιάζει να είναι ο καμβάς πάνω στον οποίο προσθέτουν περιγραφές και λεπτομέρειες οι επόμενοι ιστορικοί και χρονογράφοι, όπως ο Τουρσούν Μπέης (μετά το 1425 - μετά το 1491), ο Νεσρή ή ο Ορούτς (τέλη 15ου-αρχές 16ου αιώνα). Όλοι τους περιγράφουν αναλυτικά την οικοδόμηση του κάστρου Ρούμελη-χισαρί, το οποίο απέκλεισε την Κωνσταντινούπολη από κάθε βοήθεια από τη μεριά της Μαύρης Θάλασσας. Σύμφωνα με το οθωμανικό ιστοριογραφικό παράδειγμα, ο χειμώνας του έτους 1453 «πέρασε με τον πόθο και τη χαρά της κατάκτησης» (ο Μεχμέτ Β' έστειλε παντού επιστολές, συγκεντρώνοντας στρατεύματα από τη Μικρά Ασία και τα Βαλκάνια, και με τη ρήση «ο ιερός πόλεμος είναι το μεγαλύτερο (καθήκον)» βάδισε προς την Πόλη [5], συνοδευόμενος από λογής λογής δερβίσηδες, σεΐχηδες και νομομαθείς (ουλεμάδες). Εκτενώς περιγράφονται τα κατασκευασμένα στην Αδριανούπολη τηλεβόλα, τα οποία παρομοιάζονται ποιητικά με δράκοι και σπηλιές (είναι γνωστό, άλλωστε, ότι μεγάλο μέρος της επιτυχίας των Οθωμανών οφείλεται στο βαρύ πυροβολικό τους).

Οι άπιστοι, από την άλλη μεριά, είχαν και εκείνοι συγκεντρώσει τους καλύτερους πολεμιστές, γράφει ο Τουρσούν Μπέης. Στον Ορούτς μάλιστα διαβάζουμε ότι ο αυτοκράτορας, έμπλεος ζήλου, δεν ζήτησε έλεος «επειδή πίστεψε κάποιους μοναχούς, που είπαν ότι στο ευαγγέλιο (γράφεται ότι) δεν παίρνεται (η Πόλη). Έβαλε λοιπόν κι αυτός ανθρώπουs και κανόνια στις επάλξεις και έλεγαν κάθε είδους ανοησίες, απλώνοντας γλώσσα ακόμη και στον Προφήτη» - για την αλαζονεία τους αυτή τους τιμώρησε ο Θεός. Πράγματι, οι μάχες περιγράφονται σκληρές, ενίοτε μάλιστα με ποιητικές εκφράσεις: σύμφωνα με τον Νεσρή, για παράδειγμα, κάθε πολεμιστής «μέθυσε με το κρασί του ιερού πολέμου» και τα τείχη του κάστρου μετατράπηκαν από το αίμα σε «ανθώνες τουλιπών». Αναφέρεται η διχόνοια ανάμεσα σε Βυζαντινούς και «Φράγκους» (ο Νεσρή μάλιστα γράφει ότι, ενώ ο αυτοκράτορας και ο Κυρ-Λουκάς (Λουκάς Νοταράς) ήθελαν να παραδώσουν το κάστρο, οι Φράγκοι αρνήθηκαν.

Τέλος, ο σουλτάνος αποφασίζει να επιτρέψει τη λεηλασία. Η τελευταία επίθεση αρχίζει και, κάτω από τα βέλη που πέφτουν «σαν απριλιάτικη βροχή», ο αρχηγός των Φράγκων (Ιουστινιάνης) πληγώνεται και οι υπερασπιστές υποχωρούν. Οι γενίτσαροι και οι άλλοι γαζήδες μπαίνουν στην πόλη από κάθε μεριά, άλλους αιχμαλωτίζοντας, άλλουs σκοτώνοντας και άλλους τρέποντας σε φυγή. Όσο για τον αυτοκράτορα, ο μεν Νεσρή αναφέρει απλώς ότι «του έκοψαν το κεφάλι», ενώ ο Τουρσούν Μπέης ότι πολεμώντας επιτέθηκε σε έναν τραυματισμένο στρατιώτη, ο οποίος όμως κατάφερε να τον ρίξει από το άλογο και να τον σκοτώσει (παράδοση που παραδίδεται και από μεταγενέστερους ιστορικούς).

Η τριήμερη λεηλασία περιγράφεται εκτενώς από τους Οθωμανούς ιστορικούς. Σύμφωνα με τον Τουρσούν Μπέη, «πολλοί φτωχοί έγιναν πλούσιοι», κατά τον Ορούτς, οι νικητές λεηλάτησαν όλα τα αγαθά που είχαν μαζευτεί στην Κωνσταντινούπολη «από την ίδρυσή της πριν από 2400 χρόνια», ενώ ο Νεσρή αναφέρει την έκφραση «Από τη λεηλασία της Πόλης τρέφεσαι;», η οποία λεγόταν χρόνια μετά για κάποιον που πλούτιζε ανεξήγητα. Τέλος, άνοιξαν οι πύλες και μπήκε ο σουλτάνος στο άλογο, «σαν να τριγύριζε στον παράδεισο», σύμφωνα με τα λόγια του Τουρσούν, ο οποίος με θαυμασμό περιγράφει διά μακρών την Αγία Σοφία.

Εβλιγιά Τσελεμπί

Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η περιγραφή των Οθωμανών ιστορικών για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (οι μεταγενέστεροι ιστορικοί, όπως ο Χοτζά Σα’αντεντίν, επαναλαμβάνουν τους παλαιότερους, εμπλουτίζοντας το ύφος (ανάλογα με το λογοτεχνικό στυλ της εποχής) και κάποιες λεπτομέρειες [6]. Διακόσια περίπου χρόνια μετά, μπορούμε να δούμε στο οδοιπορικό του μεγάλου περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή πώς η παράδοση αυτή επέζησε στη λαϊκή μνήμη των Τούρκων της Κωνσταντινούπολης: ο Εβλιγιά, του οποίου ο προπάππους, όπως γράφει, ήταν από τους συνοδούς του Πορθητή στην πολιορκία, επιμένει ιδιαίτερα στην παρουσία «αγίων ανθρώπων, σοφών και δερβίσηδων» ανάμεσα στα οθωμανικά στρατεύματα. Ένας μάλιστα από αυτούς, ο περίφημος Ακ-Σεμσεντίν, είπε στον σουλτάνο ότι στην Πόλη ζούσε ένας μουσουλμάνος άγιος ονόματι Βαντούντ - όσο ζούσε η Πόλη θα ήταν άπαρτη, σε πενήντα μέρες όμως θα πέθαινε και το φρούριο θα έπεφτε στα χέρια των μουσουλμάνων. Όντως, μόλις ο σουλτάνος μπήκε στην Αγία Σοφία, την οποία σύμφωνα με τον περιηγητή υπερασπίζονταν δώδεκα χιλιάδες μοναχοί επί τρεις ημέρες, ο άγιος αυτός βρέθηκε νεκρός. Η περιγραφή του Εβλιγιά για την Άλωση εμπλουτίζεται και με άλλες λαϊκές παραδόσεις, όπως για την κόρη του Γάλλου βασιλιά, η οποία αιχμαλωτίστηκε για να γίνει γυναίκα του Μωάμεθ και μητέρα του Βαγιαζήτ Β' [7], ή για έναν κεραυνό που χτύπησε την πολιορκημένη πόλη μετά από τις προσευχές των ουλεμάδων. Οι θρύλοι αυτοί δείχνουν καθαρά πως το γεγονός της Άλωσης επέζησε στην λαϊκή παράδοση αιώνες μετά, ακριβώς όπως συνέβη και με τη μεταβυζαντινή λαϊκή λογοτεχνία.

Σημειώσεις
[1] Η υπόσχεση αυτή δεν υπάρχει βέβαια στο Κοράνι, εμφανίζεται όμως σε διάφορες ιερές παραδόσεις (χαντίθ).
[2] Βλ. σχετικά Ε. Ζαχαριάδου, «Ιστορία και Θρύλοι των Παλαιών Σουλτάνων (1300 - 1400)», Αθήνα 1991.
[3] Η προσταγή αυτή σήμαινε ότι η πόλη θα θεωρείτο κατειλημμένη με τη βία και τα λάφυρα που θα μαζεύονταν επί τρεις ημέρες θα ανήκαν στους πολεμιστές.
[4] Ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου, αλλά και άλλοι Βυζαντινοί ηγεμόνες, αναφέρονται με τον τίτλο «τεκ-φούρ», ο οποίος φαίνεται να προέρχεται από την αρμενική λέξη τακα-βόρ (βασιλιάς). Αλλες απόψεις τον σχετίζουν με τις ελληνικές λέξεις «Νικηφόρος» ή «του κυρίου».
[5] Η Κωνσταντινούπολη αναφέρεται στις οθωμανικές πηγές είτε ως Ισταμπούλ είτε με την επίσημη ονομασία της, Κοσταντινίγιε. Αργότερα θα εμφανιστεί και η παραλλαγή Ισλαμπόλ, που σημαίνει «γεμάτη από Ισλάμ».
[6] Βλ. π.χ. Ν. Μοσχόπουλος, «Η άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως κατά τας τουρκικά πηγάς», 1453-1953: Η πεντηκοσιοστή επέτειος από της Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, L’ Hellenisme Contemporain 1953.
[7] Ο θρύλος αυτός προέρχεται πιθανόν από την άλωση της Πόλης από τους Φράγκους το 1204 (βλ. Στ. Ράνσιμαν, «Η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως», Αθήνα 1979, σ. 270).


Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
7 ΗΜΕΡΕΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ 2000




from ανεμουριον https://ift.tt/3aOvrX1
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη