ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α' ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ | 1845 ΚΟΠΕΝΧΑΓΗ - 1913 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ


ΓΡΑΦΕΙ Ο ΤΙΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ | Ο Γεώργιος Α΄ υπήρξε ο σημαντικότερος βασιλιάς για την Ελλάδα και ο μόνος που εβασίλευσε για τόσο μεγάλο διάστημα χρόνου (50 χρόνια). Και αν δεν εδολοφονείτο το 1913 στη Θεσσαλονίκη, η βασιλεία του θα ήταν ακόμα μακρύτερη. Η βασιλεία του Όθωνος κράτησε 30 χρόνια, του Κωνσταντίνου, διαδόχου του Γεωργίου Α΄ 5 χρόνια, του Γεωργίου Β΄, γιου του Κωνσταντίνου. 7 χρόνια περίπου, του Αλέξανδρου 3 1/2 χρόνια, του Παύλου 17 1/2 και του Κωνσταντίνου Β΄ 3 1/2.

Στη διάρκεια της βασιλείας του Γεωργίου Α΄ η Ελλάδα από απόψεως εδαφικής απέκτησε τη μορφή που έχει σχεδόν σήμερα Στα χρόνια του προσαρτήθηκαν τα Επτάνησα (1863), η Θεσσαλία (1881) και η Μακεδονία, η Ήπειρος, η Θράκη και τα νησιά του Αιγαίου με την Κρήτη στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων. Οι σημαντικοί αυτοί σταθμοί στη ζωή της νεότερης Ελλάδος έδωσαν κύρος και γόητρο στον βασιλιά Γεώργιο, που χρησιμοποίησε όλη τη διπλωματικότητα και τις καλές σχέσεις του με τις ξένες Αυλές για να προωθήσει τα ελληνικά δίκαια και συμφέροντα Οι επιτυχίες αυτές, παράλληλα με τις προσπάθειες που κατέβαλε για τη δημιουργία σύγχρονου κράτους και την άνοδο του βιοτικού και πολιτιστικού επιπέδου του λαού έκαναν τον Γεώργιο Α΄ ιδιαίτερα αγαπητό στους Ελληνες.

Μόλις 18 ετών
Ο Γεώργιος Α΄, αν και ήλθε στην Ελλάδα το 1864 για να βασιλεύσει σε ηλικία, μόλις, 18 ετών, επέδειξε σύντομα φρόνηση και αρετές μονάρχη σπάνιες, γεγονός που διευκόλυνε την επιβολή του και την απόκτηση μεγάλου κύρους. Πολλές φορές, στη διάρκεια της πεντηκονταετούς βασιλείας του, αντιμετώπισε ταραχώδη γεγονότα, εξωτερικούς κινδύνους και πολιτικές και εθνικές κρίσεις. Πάντοτε, όμως, ξεπερνούσε τα εμπόδια, όσο μεγάλα κι αν ήταν, με την παροιμιώδη ψυχραιμία του, τη χαρακτηριστική του σύνεση, την απαράμιλλη διπλωματικότητα και τους ευφυείς χειρισμούς του.
Στην εξωτερική πολιτική ο Γεώργιος Α΄ ενεργούσε με βάση τις μεγάλες γνωριμίες του στην Ευρώπη και τη Ρωσία για να εξυπηρετήσει τα εθνικά συμφέροντα. Στην εσωτερική πολιτική ακολούθησε πάντοτε το δρόμο των ήρεμων λύσεων και της προσαρμογής, πράγμα που διευκόλυνε την ομαλή πορεία της πολιτικής ζωής του τόπου.

Αποκορύφωμα των σωστών χειρισμών του υπήρξε η υιοθέτηση της επαναστάσεως του 1909, στο Γουδί, και η εν συνεχεία διευκόλυνση του Ελευθερίου Βενιζέλου να ανέλθει στην εξουσία.

Το δραματικό τέλος του προκατόχου του, Όθωνα, και του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδος, Καποδίστρια, επηρέασαν τη ζωή και τη συμπεριφορά του Γεωργίου Α΄.

ΠΟΡΤΡΕΤΟ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Α΄ ΜΕ ΣΤΟΛΗ ΕΥΖΩΝΟΥ, ΜΟΛΙΣ ΕΦΤΑΣΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΤΟ 1863.

Ο Όθωνας εξορίστηκε, γιατί δεν μπόρεσε, παρά τη μετριοπάθειά του, να απαλλαγεί του βαυαρικού (γερμανικού) αυταρχισμού. Ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε γιατί θέλησε -πολύ σωστά για την εποχή εκείνη- να διοικήσει την Ελλάδα με στιβαρό χέρι, αυταρχικά.

Ο Γεώργιος Α΄, ύστερα από μερικές παρεξηγήσεις που δημιουργήθηκαν από κάποιο είδος επεμβάσεων, ακολούθησε δημοκρατική πολιτική και χάρις σ΄ αυτήν περιβληθεί με το απαραίτητο κύρος, που τον βοήθησε να επιβληθεί στον πολιτικό κόσμο της χώρας και στο λαό. Ο Γεώργιος Α΄ εξελέγη βασιλιάς της Ελλάδος από την Ελληνική Συνέλευση τον Μάρτιο του 1863, έξι μήνες περίπου μετά την ανατροπή και εξορία του Όθωνα και αφού στο μεταξύ προηγήθηκαν διαβουλεύσεις μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων -Αγγλίας, Ρωσίας και Γαλλίας.

Η αποδοχή της εκλογής και του στέμματος της Ελλάδος έγινε από τον τότε βασιλιά της Δανίας Φερδινάνδο, θείο του Γεωργίου Α΄, επειδή ο εκλεγείς βασιλιάς των Ελλήνων ήταν ακόμη ανήλικος.

Η αντιπροσωπεία
Την επίσημη ανακοίνωση της εκλογής του Δανού πρίγκιπα Γεωργίου για το θρόνο της Ελλάδος θα έκανε τριμελής αντιπροσωπεία που θα μετέβαινε γι΄ αυτό στην Κοπεγχάγη. Η αντιπροσωπεία απετελείτο από τον ήρωα του 1821, ναύαρχο και κατ΄ επανάληψη πρωθυπουργό, Κων. Κανάρη, καθώς και τους πληρεξούσιους του Έθνους Θρασ. Ζαΐμη και Δημ. Γρίβα.
Τα μέλη της αντιπροσωπείας έφθασαν στην Κοπεγχάγη στις 12 Απριλίου και στις 25 Μαΐου 1863, κατά τη διάρκεια ειδικής τελετής στα δανικά ανάκτορα, πρόσφεραν το στέμμα της Ελλάδος στο βασιλιά Φερδινάνδο, που το παρέλαβε για λογαριασμό του ανήλικου ανιψιού του, που στεκόταν δεξιά του, μέσα στη λαμπροστολισμένη αίθουσα του θρόνου. Μετά την παραλαβή του στέμματος ο Φερδινάνδος ανακοίνωσε στους Ελληνες πληρεξούσιους την εκ μέρους της Αγγλίας, με την ευκαιρία της εκλογής του Γεωργίου Α΄, παραχώρηση στην Ελλάδα των Επτανήσων, γεγονός που χαιρετιζόταν με ενθουσιασμό στην Αθήνα. Ιδιαίτερα συγκλονιστική ήταν η απάντηση του Γεωργίου Α΄ σε προσφώνηση του Κων. Κανάρη, κατά τη διάρκεια της τελετής:
«Σκιρτά η ψυχή μου εξ αγαλλιάσεως -τόνιζε ο Γεώργιος- διότι δέχομαι σήμερα τους αντιπροσώπους του ελληνικού έθνους και συγκινούμαι βαθέως ακούων αυτούς εκ στόματος ανδρός, του οποίου το ένδοξον όνομα μένει αναποσπάστως συνηνωμένον με την αναγέννησιν της Ελλάδος... Γεννηθείς και ανατραφείς εις τόπον όπου η νόμιμος τάξις, συμβαδίζουσα με την αληθή πολιτειακήν ελευθερίαν, ανήγαγεν εις καρποφόρον ανάπτυξιν, κομίζω δίδαγμα το οποίον θα μείνη ανεξάλειπτον εις την μνήμην μου και θ΄ αποτυπώση εις την καρδίαν μου το έμβλημα του βασιλείως της Δανίας: Ισχύς μου η αγάπη του λαού».

Καλός Έλλην
Επιστρέφοντας στην Αθήνα, η τριμελής επιτροπή παρέδωσε στην Εθνική Συνέλευση επιστολή του Γεωργίου Α΄, στην οποία ο νέος βασιλιάς τόνιζε: «Μοναδικό καθήκον μου αισθάνομαι να ζήσω και να πεθάνω ως καλός Ελλην...». Και πράγματι ο Γεώργιος Α΄ έζησε ως καλός Έλληνας και πέθανε για την ιδέα και το μεγαλείο της Ελλάδος.
Πριν έλθει στην Ελλάδα, ο Γεώργιος επισκέφθηκε τις μεγάλες πρωτεύουσες της Ευρώπης, από τις οποίες θα αντλούσε τη δύναμή του για την προώθηση των ελληνικών συμφερόντων και στην υποστήριξη των οποίων απέβλεπε για τη δικαίωση των εθνικών πόθων. Ανεχώρησε από την Κοπεγχάγη στις 5 Σεπτεμβρίου 1863 και επισκέφθηκε κατά σειρά την Πετρούπολη, τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο και το Παρίσι, στις Αυλές των οποίων έγινε δεκτός με ιδιαίτερη θέρμη και υποσχέσεις για υποστήριξή του.

Για την Ελλάδα ανεχώρησε από την Τουλώνα επιβαίνοντας της φρεγάτας «Ελλάς» την οποία συνόδευαν τιμητικά ένα αγγλικό και ένα γαλλικό πολεμικό, που κατέπλευσαν στον Πειραιά στις 18 Οκτωβρίου 1863, μέσα σε γενικό λαϊκό ενθουσιασμό.

Από τον Πειραιά, ο Γεώργιος έφθασε στην Αθήνα, στο μέσο μιας λαμπρής πομπής από άμαξες και κατευθύνθηκε πρώτα στη Μητρόπολη, όπου τον προσφώνησε ο Μητροπολίτης Θεόφιλος. Στη συνέχεια ο Γεώργιος κατευθύνθηκε στα ανάκτορα και το απόγευμα, ντυμένος πολιτικά, έκανε τον πρώτο του περίπατο στην Αθήνα. Την επομένη μετέβη στην Εθνοσυνέλευση και έδωσε τον όρκο του βασιλέως.

Η Εθνοσυνέλευση είχε εκείνη την εποχή, το έργο της συντάξεως και ψηφίσεως του νέου Συντάγματος της χώρας -έργο που επρόκειτο να δημιουργήσει τις πρώτες δυσκολίες στον Γεώργιο, στο θέμα των σχέσεών του με την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία. Οι εργασίες της ψηφίσεως του Συντάγματος καθυστερούσαν πολύ και αδικαιολόγητα, πράγμα που ανάγκασε τον Γεώργιο να επέμβει και να ζητήσει την επίσπευσή τους, ένα χρόνο περίπου μετά την άφιξή του στην Ελλάδα.
Το αίτημα του βασιλέως διατυπώθηκε με τη μορφή διαγγέλματος προς την Εθνοσυνέλευση, που διάβασε προς τα μέλη της ο πρόεδρός της Κων. Κανάρης. Το περιεχόμενο του βασιλικού εγγράφου είναι σε ιδιαίτερα αυστηρό τόνο και αποτελούσε στην ουσία τελεσίγραφο, αφού έθετε ημερομηνίες εντός των οποίων έπρεπε το Σύνταγμα να ψηφισθεί.

Προς στιγμήν το βασιλικό έγγραφο χαρακτηρίσθηκε «σκαιόν» και προκάλεσε πολλές αντιδράσεις. Το γενικό κλίμα όμως ήταν υπέρ του βασιλέως, διότι ο λαός είχε δυσφορήσει από τη χρονοτριβή της ψηφίσεως του Καταστατικού Χάρτη της χώρας, που άφηνε σε εκκρεμότητα τις πολιτικές εξελίξεις. Γι’ αυτό και η πλειοψηφία των αντιπροσώπων του λαού στην Εθνοσυνέλευση ψήφισε υπέρ της επιταχύνσεως των συζητήσεων και της διαδικασίας ψηφίσεως του Συντάγματος.

Το αποτέλεσμα ήταν να ψηφισθεί το Σύνταγμα μέσα στις ημερομηνίες που έθετε ο Γεώργιος, ο οποίος στις 28 Νοεμβρίου 1864 ορκίστηκε σ΄ αυτό σε ειδική τελετή.

Το νέο Σύνταγμα ήταν σύγχρονο, φιλελεύθερο και προοδευτικό για την εποχή του, γι΄ αυτό και επέζησε επί πολλές δεκαετίες, με μια αναθεώρηση μόνο το 1911 και μία το 1927. Το Σύνταγμα του 1864 αποτέλεσε τη βάση και για το Σύνταγμα του 1952.
Η πρώτη επέμβαση συνεπώς του Γεωργίου στα πολιτικά πράγματα της χώρας είχε θετικά αποτελέσματα. Αντίθετα, προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις οι επεμβάσεις του συμβούλου του Σπόνεκ, ο οποίος παραδόξως επεδείκνυε και μισελληνισμό! Ο κόμης Σπόνεκ ήλθε στην Ελλάδα συνοδεύοντας τον Γεώργιο για να τον μυήσει στη διπλωματική τέχνη και να τον βοηθήσει στη διατήρηση της επαφής με την ευρωπαϊκή διπλωματία. Οι επεμβάσεις, όμως, του Σπόνεκ στην πολιτική ζωή του τόπου, η κατεδάφιση, ύστερα από διαταγή του, των φρουρίων της Κέρκυρας και η προσπάθειά του να μετατρέψει την Ελλάδα σε ουδέτερο και αφοπλισμένο κράτος, υπό την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων, αποτέλεσαν την αιτία γενικής κατακραυγής εναντίον του, πράγμα που έκανε τον Γεώργιο να τον διώξει σύντομα.

Λίγους μήνες μετά την άφιξή του στην Αθήνα, ο Γεώργιος επεδίωξε να αποκτήσει δική του εικόνα για τον ελληνικό λαό και τις συνθήκες διαβιώσεως του, καθώς και για την κοινωνική και οικονομική κατάσταση της χώρας. Γι΄ αυτό και αποφάσισε να πραγματοποιήσει μακρά περιοδεία σε όλη την επικράτεια, που άρχισε τον Μάιο του 1864.

Ο βιογράφος τυυ Γεωργίου, Βάλτερ Κρίστμας, αναφέρει στο βιβλίο του: 

«Την εποχήν εκείνην ουδεμία υπήρχεν βατή οδός εκτός οδών τινων εις τα περίχωρα των Αθηνών. Δεν υπήρχον ή ατραποί μόνον διασχίζουσαι τα όρη».
Ο Βασιλεύς και η ακολουθία του ηναγκάσθησαν επομένως να περιέλθωσιν την χώραν επιβαίνοντες ημιώνων. Ήρχισεν ούτω μία, κυριολεκτικώς, θριαμβευτική πομπή, ήτις διά Κόρινθου, Άργους, Τριπόλεως και Σπάρτης κατέληξεν εις Καλαμάς, όπου ανέμενεν η φρεγάτα «Ελλάς».

»Η εντύπωσις εκ του πρώτου αυτού ταξειδίου του ανά τας νοτίους επαρχίας του Κράτους του δεν παρέσχεν εις τον Βασιλέα εντύπωσιν ευημερίας και προόδου, διότι πανταχού αι πεδιάδες και τα οροπέδια έφερον ακόμη τα ίχνη της καταστροφής και της ερημώσεως, ην επέφεραν τα στρατεύματα του Ιβραήμ πασά, αν και είχον παρέλθη τριάκοντα σχεδόν έτη από της τρομερός εκείνης επιδρομής των Τουρκαράβων. Η ερήμωσις ήτο τοιαύτη, ώστε μόνον ολίγαι καλύβαι ωρθούντο ακόμη επί των ερειπίων των χωρίων και των πόλεων. »Οπουδήποτε όμως και αν ενεφανίζετο η βασιλική πομπή ο λαός συνέρρεε πέριξ αυτών. Γέροντες και νέοι, ρωμαλέοι ή ασθενείς, γυναίκες και παιδιά, έσπευδον προς προϋπάντησιν του νεαρού Βασιλέως διά να ζητωκραυγάσουν και διά να τον βεβαιώσουν περί της αγάπης των και της υποταγής των».
Οι εμπειρίες του Γεωργίου από το ταξίδι του αυτό ήταν ευχάριστες, γιατί διαπίστωσε την αγάπη και την αφοσίωση προς αυτόν του λαού, αλλά και δυσάρεστες γιατί αντελήφθη ότι μεγάλη απόσταση χώριζε την υπανάπτυκτη Ελλάδα από την πολιτισμένη και προηγμένη Ευρώπη.

Την κατάσταση αυτή περιγράφει ο Κρίστμας κατά τρόπο σύντομο μεν αλλά έξοχα παραστατικό:

«Τα πράγματα είχον περιέλθη εις τοιαύτην κατάστασιν, ώστε εις πολλάς επαρχίας η μηχανή της διοικήσεως είχε σταματήσει. Εις άλλας επαρχίας ελειτούργει πλημμελέστατα, ως εάν να μη εκίνει πλέον τους τροχούς άξων. Κατά την επανάστασιν προς έξωσιν του Όθωνος, το πλείστον των δημοσίων υπαλλήλων επαύθη ή παρητήθη, για να αντικατασταθή παρά πεπειραμένων και απείθαρχων τυχοδιωκτών.
»Και επειδή ουδείς εγνώριζε τι τέξεται η επιούσα, ουδέν εδείκνουν ενδιαφέρον διά την διοίκησιν, ούτως ώστε είχεν επέλθη γενική εξάρθρωσις της Κυβερνητικής μηχανής. Τα δικαστήρια παρέλυσαν και έπαυσαν να συνεδριάζουν, καθ΄ όσον μάλιστα αι φυλακαί είχον ανοιχθή και ορδαί εγκληματιών -“θυμάτων της τυραννίας”- έλαβον και πάλιν θέσιν εις την κοινωνίαν. Η εξάρθρωσις αύτη του Κράτους έδωκε, φυσικώς, νέαν ζωήν εις την ληστείαν, οι φόροι δεν εισπράττοντο πλέον, το δε Δημόσων Ταμείον ήτο κενόν. »Πρώτη ανάγκη ήτο να καθορισθή το πολίτευμα και να αρχίση λειτουργούσα η κοινοβουλευτική μηχανή. Ευτυχώς δεν υπήρχε σπάνις ικανών και πεπειραμένων ανδρών μεταξύ των αντιπροσώπων του λαού. Σοφοί καθηγηταί του Πανεπιστημίου, αξιωματικοί εν ενεργεία του στρατού της ξηράς και της θαλάσσης, άνδρες ειδήμονες των επιστημών και της γεωργίας, διακεκριμένοι συγγραφείς και δημοσιογράφοι ευρίσκοντο μεταξύ των Βουλευτών. Τέλος, υπήρχε και ομάς πολιτικών με ρητορικόν τάλαντον και πείραν».

Τέσσερα χρονιά ακριβώς μετά την άφιξή του στην Ελλάδα, ο Γεώργιος σε ηλικία 22 ετών, παντρεύτηκε τη Μεγάλη Δούκισσα της Ρωσίας Όλγα, ηλικίας 16 μόλις ετών. Η απόφαση του Γεωργίου να παντρευτεί σε νεαρή ηλικία οφείλεται στη μοναξιά που ένιωθε στο παλάτι και σε χώρα στην οποία δεν είχε συγγενείς Ο Γεώργιος γνώρισε την Όλγα το 1863, στο πρώτο του ταξίδι στην Πετρούπολη, πριν έλθει στην Ελλάδα. Την απόφασή του, όμως, για γάμο δεν την ανακοίνωσε στην τότε κυβέρνηση Κουμουνδούρου και προκλήθηκε πολιτικό θέμα.

Αισθηματική
Ο τότε υπουργός Εξωτερικών X. Τρικούπης πρότεινε στον Κουμουνδούρο να παραιτηθεί, αλλά ο πρωθυπουργός δεν δέχθηκε, τονίζοντας ότι, πέραν του πολιτικού και διπλωματικού θέματος, ο γάμος είναι και υπόθεση αισθηματική και ανθρώπινη και «τα γενόμενα ουκ απογίνεται».
 Οι γάμοι έγιναν στη ρωσική πρωτεύουσα με ιδιαίτερη λαμπρότητα και 9 μήνες αργότερα γεννιόταν στην Αθήνα ο διάδοχος του θρόνου, στον οποίο δόθηκε το θρυλικό για τον ελληνισμό όνομα Κωνσταντίνος. Οι Ελληνες αποκτούσαν πλέον εθνικό πρίγκιπα, που κάποια μέρα θα γινόταν βασιλιάς. Ένας βασιλιάς που είχε γεννηθεί στην Ελλάδα.

Στην περίοδο των γάμων του Γεωργίου και της γεννήσεως του διαδόχου οι ελληνοτουρκικές σχέσεις πέρασαν από βαθιά κρίση, καθώς και η επανάσταση που είχε εκραγεί στην Κρήτη ζητούσε την ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα. Την ίδια εποχή δημιουργούνταν αντάρτικά σώματα που εισήρχοντο στο τουρκικό έδαφος και αγωνίζονταν για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, ενώ ενισχύσεις κυρίως από εθελοντές αλλά και πολεμικό υλικό αποστέλλονταν και στην Κρήτη.

Αιφνιδιαστικά είχε δημιουργηθεί πολεμική ατμόσφαιρα και στη φωτιά έριχνε λάδι ο πολιτικός Δημ. Βούλγαρης. Και μόνο ύστερα από επέμβαση του Βασιλιά αποφεύχθηκε εκτράχυνση της καταστάσεως και απομακρύνθηκε το ενδεχόμενο πολεμικής συρράξεως με την Τουρκία.
Ο Βούλγαρης ήταν ένας από τους σημαντικότερους πολιτικούς των πρώτων χρόνων της βασιλείας του Γεωργίου. Άλλοι σημαντικοί, επίσης, ήταν ο Κανάρης και ο Ρούφος. Και λίγο αργότερα οι Δεληγεώργης, Τρικούπης, Κουμουνδούρος και Δεληγιάννης. Και στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα οι Θεοτόκης, Ράλλης και Βενιζέλος.

Οι περισσότεροι απ΄ αυτούς είχαν έλθει σε ρήξη με τον Γεώργιο, για να αποκαταστήσουν κατόπιν τις σχέσεις τους μαζί του και να συνεργαστούν.

Ο Βούλγαρης ήταν ο λιγότερο κοινοβουλευτικός όλων. Επρόκειτο για χαρακτήρα αυταρχικό, με δικτατορικές τάσεις. Και οι βίαιες παρεμβάσεις του στις εκλογές δημιουργούσαν προβλήματα στην πολιτική ζωή του τόπου. Σε μία από τις παρεμβάσεις αυτές, το 1874, οι Δεληγεώργης και Τρικούπης απέτυχαν να εκλεγούν βουλευτές, λόγω της βίας και της νοθείας που ασκήθηκε εις βάρος τους.

Ο πταίων
Με άρθρο του, τότε υπό τον τίτλο: «Τις πταίει» που δημοσιεύτηκε στους «Καιρούς» του Π. Κανελλίδη, ο X. Τρικούπης κατήγγειλε ότι «πταίων» ήταν ο Βασιλιάς. «Το Έθνος -τόνιζε ο Τρικούπης- δεν πταίει. Μετά τα παθήματα του 1862 τίθεται εκ νέου εις το Έθνος το δίλημμα της υποταγής εις την αυθαιρεσίαν ή της επαναστάσεως. Είναι το Έθνος καταδικαστέον διότι δεν σπεύδει να παραδεχθή το δεύτερον». Και κατέληγε επικρίνων τον Γεώργιον, τονίζοντας: «Ενόσω η βασιλεία προσφέρει την εξουσίαν, τη διάλυσιν και τις επεμβάσεις ως βραβείον εις τας εν της Βουλή μειοψηφίας, θα πολλαπλασιάζονται επ΄ άπειρον οι μνηστήρες της Αρχής»!

Το άρθρο αυτό αποτέλεσε σταθμό στην κοινοβουλευτική και πολιτική ζωή του τόπου, έφερε τον Τρικούπη στο κέντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος και συντέλεσε στο να διατυπωθεί από τον Τρικούπη, το 1875, η αρχή της «δεδηλωμένης».

Μ΄ αυτήν ο Μεσολογγίτης πολιτικός έδινε τη δυνατότητα στη βασιλεία να πολιτευθεί όπως η αγγλική μοναρχία, λαμβάνοντας στο εξής υπόψη της την αριθμητική δύναμη των κομμάτων στη Βουλή και δίνοντας την εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως στους έχοντας την πλειοψηφία («αρχή δεδηλωμένης») στο Κοινοβούλιο, κομματικού σχηματισμού.
Επακολούθησε μια ταραχώδης πενταετία κατά τη διάρκεια της οποίας το προέχον γεγονός ήταν ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος από τη διεξαγωγή του οποίου η Ελλάδα δεν επωφελήθηκε λόγω της εσωτερικής πολιτικής της κρίσεως. Παρ΄ όλα αυτά το 1881, η Θεσσαλία και μέρος της Ηπείρου προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα, πράγμα που αύξησε το γόητρο του Γεωργίου. Η επόμενη δεκαετία, η τελευταία του περασμένου αιώνα, υπήρξε ασφαλώς η πιο ταραχώδης στη ζωή του Γεωργίου, με δύο βαριές οικονομικές κρίσεις για την Ελλάδα και έναν άφρονα πόλεμο που κατέληξε σε δυσβάσταχτη ήττα.

Η πρώτη οικονομική κρίση επήλθε το 1892 και ο Γεώργιος που ήταν αντίθετος με τη δημοσιονομική πολιτική του τότε πρωθυπουργού Δεληγιάννη, διαφώνησε στην επιβολή νέων φόρων στις πλάτες του δυστυχούς Έλληνα πολίτη και απέλυσε την κυβέρνηση, έχοντας με το μέρος του το λαό, που δεν δέχθηκε να εξεγερθεί όπως τον παρακινούσαν οι Δεληγιαννικοί.

Η κρίση
Η δεύτερη οικονομική κρίση επήλθε το 1895 και όταν ο Τρικούπης προσπάθησε να επιβάλει πάλι νέους φόρους, συνάντησε την αντίδραση του Γεωργίου και του λαού που τον καταψήφισε στις εκλογές που έγιναν. Το δραματικότερο ωστόσο γεγονός, κατά τη βασιλεία του Γεωργίου, ήταν ο πόλεμος με την Τουρκία, το 1897. Πόλεμος, που προκλήθηκε από τον ενθουσιασμό που προξενούσαν στον ελληνικό λαό οι επιτυχίες των επαναστατών στην Κρήτη. Νόμιζαν τότε πολλοί ότι είχε έλθει η ώρα να απελευθερωθούν και άλλα αλύτρωτα εδάφη προς Βορράν των ελληνικών συνόρων. Ο πόλεμος άρχισε στις 8 Απριλίου 1897 και τελείωσε μετά 11/2 μήνα, με ήττα των ελληνικών στρατευμάτων στη Θεσσαλία και υποχώρηση στην Κρήτη για να επιστραφούν τα θεσσαλικά εδάφη.
Η Ελλάδα θα πλήρωνε στην Τουρκία αποζημίωση 4 εκατ. τουρκικών λιρών και διεθνής οικονομικός έλεγχος συνίστατο από τους συμμάχους για την είσπραξη της ελληνικής οφειλής.

Από τον πόλεμο, ωστόσο, αυτόν τραυματίστηκε σοβαρά το γόητρο της βασιλείας, γιατί επικεφαλής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και αρχηγός των επιχειρήσεων ήταν ο ίδιος ο διάδοχος Κωνσταντίνος. Οι αντιθέσεις κατά του Γεωργίου έγιναν οξύτατες μετά τον πόλεμο αυτόν και αν δεν ήταν ο ίδιος τόσο εύστροφος και προσαρμοσμένος θα είχε ίσως την τύχη του Όθωνα.
Γρήγορα, πάντως, ο Γεώργιος επανέκτησε το γόητρό του, βοήθησε στην ενίσχυση των επαναστατικών ενεργειών στη Μακεδονία και προετοίμασε το στρατό για την πολεμική λαίλαπα που έβλεπε επερχομένη, μετά την επανάσταση των νεοτούρκων.

Το γεγονός, πάντως, που βοήθησε στην καλύτερη προπαρασκευή του στρατού και τη γενικότερη προετοιμασία της χώρας (ψυχολογική, οικονομική, στρατιωτική και πολιτική) ήταν η επανάσταση του 1909, από τον Ζορμπά, στο Γουδί και η απ΄ αυτήν πρόσκληση του Ελευθερίου Βενιζέλου να αναμειχθεί στην πολιτική ζωή του τόπου.

Η στασιμότητα
Ο Γεώργιος, που έβλεπε τη στασιμότητα σε όλους τους τομείς από την ακυβερνησία της χώρας, αποδέχθηκε την επανάσταση, προσχώρησε στην ιδέα προσκλήσεως του Βενιζέλου από την Κρήτη και συγκατατέθηκε στην άμεση διεξαγωγή των εκλογών, που έφεραν τον Βενιζέλο στην εξουσία και σε όλα εκείνα τα μέτρα (νέο Σύνταγμα, αναδιοργάνωση του στρατού κ.λπ.) που προετοίμασαν τους θριάμβους των Βαλκανικών Πολέμων του 1912-1913.
Σε μια περίοδο που το Έθνος ήταν όσο ποτέ άλλοτε ενωμένο, καλά οργανωμένο και έτοιμο να εφορμήσει για την απελευθέρωση και άλλων εδαφών, όταν θα δινόταν το σύνθημα, ο Γεωργός Α΄, που είχε συμβάλει αποφασιστικά στις λαμπρές αυτές επιτυχίες, δολοφονήθηκε.

Η δολοφονία του Γεωργίου έγινε το απόγευμα της 5ης Μαρτίου 1913, στη Θεσσαλονίκη, όπου ο βασιλιάς είχε εγκατασταθεί αμέσως μετά την κατάληψή της από τα ελληνικά στρατεύματα, τον Οκτώβριο του 1912, για να τονίσει με την εκεί παρουσία του την αποφασιστικότητα της Ελλάδας να κρατήσει την πόλη. Ο βασιλιάς είχε βγει εκείνο το απόγευμα για να κάνει τον περίπατό του στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, πράγμα που συνήθιζε για να έλθει σ΄ επαφή με τους κατοίκους της και να γνωρίσει την πόλη.

Το λάθος του Γεωργίου ήταν ότι περπατούσε σε μια πόλη -όπου εκείνη την εποχή υπήρχαν εκατοντάδες πράκτορες των εχθρών και κυρίως των Βουλγάρων και διάφορα αναρχικά στοιχεία- χωρίς επαρκή συνοδεία. Συνοδευόταν από έναν μόνο υπασπιστή του που δεν πρόλαβε να τον σώσει, όταν ο Σχοινάς, όπως λεγόταν ο δολοφόνος, πυροβόλησε εναντίον του. Ο βαρύτατα τραυματισθείς Γεώργιος μεταφέρθηκε αμέσως στο Παπάφειο Νοσοκομείο, όπου εξέπνευσε σε λίγα λεπτά της ώρας.

Η κηδεία του Γεωργίου έγινε στην Αθήνα, στις 21 Μαΐου, και η σορός του ετάφη στο βασιλικό κτήμα, στη Δεκέλεια.
Ο θάνατος του Γεωργίου εστοίχισε ακριβά στην Ελλάδα, διότι, είναι βέβαιο ότι αν ζούσε δεν θα επήρχετο η διαφωνία Βενιζέλου-Βασιλέως για το αν θα έπρεπε να συμμετάσχει η Ελλάδα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μια διαφωνία που οδήγησε στο διχασμό του Έθνους. Ο Γεώργιος, ως φίλος των Άγγλων που ήταν, και αν ακόμη παραιτείτο του θρόνου, όπως ελέγετο ότι σχεδίαζε να κάνει, υπέρ του γιου του, Κωνσταντίνου, δεν θα επέτρεπε ποτέ σ΄ αυτόν να ακολουθήσει πολιτική ουδετερότητας.



ΕΛΛΑΔΑ 20ός ΑΙΩΝΑΣ ΕΚΔΟΣΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ ΑΘΗΝΑ


from ανεμουριον https://ift.tt/30E69oV
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη