[1934] Η μαγεία της Ρουμανίας

ΤΣΑΧ! Τσαχ! Τσαχ!» Σε όλη τη διάρκεια της πρώτης μου νύχτας στη Ρουμανία, καθισμένοι όπως ήμασταν μέσα στο αυτοκίνητο και κολλημένοι σε μια βαθειά λακκούβα με λάσπες, χωρίς ελπίδα να ξεκολλήσουμε, αυτές οι διαπεραστικές κραυγές, με την ανατολίτικη προφορά τους τους, ηχούσαν στ' αφτιά μας. Έβγαιναν από τα στόματα χωρικών που έσπρωχναν τα μισοκοιμισμένα βόδια τους, για να αρχίσουν δουλειά πριν την αυγή στα μακρινά χωράφια τους. Λίγες ώρες νωρίτερα, στο δρόμο μας για την πόλη Σιμπίου, το νυχτερινό προορισμό μας, είχαμε βγει από τον κεντρικό δρόμο και είχαμε χαθεί εντελώς. Τα μεσάνυχτα, κι ενώ ήμασταν νηστικοί από το μεσημέρι, μπήκαμε σε ένα χωριό. Φως πουθενά. Προφανώς όλοι κοιμούνταν, εκτός από τους πάμπολλους σκύλους, που εξέφρασαν θορυβωδώς την ενόχληση τους για την είσοδο μας. Μέσα στο σκοτάδι φάνηκε η φιγούρα ενός άντρα. Του εξηγήσαμε το πρόβλημα μας και προσπάθησε να μας πάει από μια παρακαμπτήριο, για να βγούμε στον κεντρικό. Στα μισά, από κακή καθοδήγηση, πέσαμε ξαφνικά σε μια λακκούβα με λάσπη. Βοηθούμενοι από κάποιους περαστικούς χωρικούς και τα έξι βόδια τους, πασχίσαμε αρκετές ώρες να απεγκλωβίσουμε το αυτοκίνητο. Τελικά τα παρατήσαμε και προσπαθήσαμε να κοιμηθούμε στριμωγμένοι στο αυτοκίνητο μας. Την αυγή ο φίλος μας, επειδή αισθανόταν υπεύθυνος για ό,τι έγινε, κατέφτασε με περισσότερη βοήθεια. Μετά από πέντε ώρες άκαρπων προσπαθειών, ακούσαμε για ένα Σάξονα αγρότη που βρισκόταν εκεί κοντά και είχε ένα τρακτέρ. Μόλις τον βρήκαμε, μας είπε τα άσχημα νέα, ότι δηλαδή η μηχανή δεν λειτουργούσε! Πάντως, μας πρόσφερε πρωινό στο σπίτι του: Φρεσκοψημένο ψωμί με μέλι, που για μας ήταν μάννα εξ ουρανού.
ΥΠΕΡΠΡΟΣΦΟΡΑ ΧΕΡΙΩΝ ΓΙΑ ΑΣΠΡΙΣΜΑ. ΤΣΙΓΓΑΝΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΜΑΚΡΙΕΣ ΒΟΥΡΤΣΕΣ ΤΟΥΣ ΦΡΑΖΟΥΝ ΕΝΑ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΟ, ΣΑΝ ΝΑ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΥΠΟΧΡΕΩΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΥΣ ΝΑ ΤΟΥΣ «ΑΝΑΘΕΣΟΥΝ» ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΕΝΑ ΚΟΤΕΤΣΙ Η ΕΝΑ ΦΡΑΧΤΗ ΓΙΑ ΑΣΠΡΙΣΜΑ.

Μετά από περίπου είκοσι ώρες μέσα στη λάσπη, με τη βοήθεια τεσσάρων αλόγων και δώδεκα αντρών, καταφέραμε να συνεχίσουμε το ταξίδι μας. Την άλλη μέρα, μπαίνοντας στο Βουκουρέστι, ένιωσα μεγάλη απογοήτευση. Ήταν μέσα Ιουλίου. Από παντού μας αγκάλιαζαν δυνατά κύματα ζέστης, που έρχονταν από την πεδιάδα του Δούναβη, ενώ το πράσινο φύλλωμα των δέντρων και το γρασίδι ήταν σκεπασμένα από παχύ στρώμα σκόνης. Οδηγώντας κατά μήκος της οδού Chaussee περάσαμε την ετοιμόρροπη πλέον Αψίδα του Θριάμβου, που είχε χτιστεί για τη στέψη του βασιλιά Φερδινάνδου και της βασίλισσας Μαρίας. Στα δύο χρόνια της παραμονής μου στη χώρα έμαθα ότι κάτω από μια σκονισμένη και άθλια επιφάνεια συχνά κρύβεται μεγάλη ομορφιά. Στην πραγματικότητα, η μαγεία της Ρουμανίας με έχει αιχμαλωτίσει.
ΤΑ ΙΧΝΗ ΠΟΥ ΑΦΗΣΑΝ ΟΙ ΤΟΣΕΣ ΕΙΣΒΟΛΕΣ
Στη Ρουμανία η Ανατολή και η Δύση είναι τόσο στενά συνυφασμένες, ώστε δύσκολα διακρίνει κανείς πού τελειώνει η μία και πού αρχίζει η άλλη. Ίσως οι αμέτρητες εισβολές που σάρωσαν τη χώρα να είναι μια αιτία γι' αυτό το παράξενο ανακάτεμα. Ο κάθε εισβολέας, Ρωμαίος, Ούννος, Πολωνός ή Τούρκος, έχει αφήσει βαθιά ίχνη στην ιδιοσυγκρασία των ανθρώπων του τόπου. Αν το Παρίσι είναι αντιπροσωπευτικό της Γαλλίας, το Βουκουρέστι ελάχιστα αντιπροσωπεύει τη Ρουμανία. Αυτή η πρωτεύουσα έχει ελάχιστα κοινά σημεία με την υπόλοιπη χώρα. Είναι μια χαρούμενη, κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα, που συχνά, και ίσως δικαίως, αποκαλείται Μικρό Παρίσι των Βαλκανίων. Οι δρόμοι της είναι γεμάτοι κομψοντυμένες γυναίκες, αξιωματικούς που αστράφτουν μέσα στις πολύχρωμες στολές και τα χρυσά σιρίτια τους, άντρες και γυναίκες από τις ξένες παροικίες της πόλης, που κάνουν χτυπητή αντίθεση με τους χωρικούς μες στις τοπικές φορεσιές τους και τους Τσιγγάνους με τα άθλια κουρέλια τους. Τα εστιατόρια και τα καφενεία της, φημισμένα για το καλό φαγητό τους, βουίζουν συνεχώς από τις τελευταίες πολιτικές φήμες και τα κουτσομπολιά. Η κήρυξη της έναρξης των εργασιών της Βουλής από το βασιλιά κάθε φθινόπωρο είναι σπουδαίο γεγονός.
ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΗΣ ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ. ΦΡΟΥΡΟΙ ΜΕ ΛΕΥΚΑ ΛΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΚΕΦΑΛΑΙΑ ΣΤΕΚΟΝΤΑΙ ΑΚΙΝΗΤΟΙ. ΕΞΙ ΜΑΥΡΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΑΛΟΓΑ ΕΜΦΑVΙΖOΝΤΑΙ ΤΡΟΧΑΖΟΝΤΑΣ ΚΑΜΑΡΩΤΑ. Ο ΚΑΡΟΛΟΣ ΕΧΕΙ ΕΡΘΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΚΗΡΥΞΕΙ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ.

Σε ακτίνα πολλών τετραγώνων και για πολλές ώρες οι άντρες της Ανακτορικής Φρουράς, μέσα στις λαμπερές μπλε στολές τους, τις ψηλές μπότες τους από φίνο δέρμα και τις περικεφαλαίες με τα λευκά λοφία από αλογότριχα, είναι παραταγμένοι σε στάση προσοχής, μέχρι να περάσουν από μπροστά τους οι βουλευτές, το διπλωματικό σώμα, οι στρατηγοί και ο βασιλιάς.
ΛΙΚΝΙΣΤΕΙΤΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΣΤΟΝ ΕΥΘΥΜΟ ΡΥΘΜΟ ΤΗΣ «ΜΠΑΤΟΥΤΑ»! ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΓΙΟΡΤΗΣ ΣΤΑ ΚΑΡΠΑΘΙΑ ΟΙ ΧΩΡΙΚΟΙ ΔΙΑΣΚΕΔΑΖΟΥΝ ΧΟΡΕΥΟΝΤΑΣ. «ΧΟΡΕΥΕΙ ΣΤΟ ΧΟΡΟ» ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΧΩΡΙΚΩΝ ΟΤΙ ΜΙΑ ΚΟΠΕΛΑ ΕΧΕΙ ΦΤΑΣΕΙ ΣΕ ΗΛΙΚΙΑ ΓΑΜΟΥ. ΕΔΩ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΑΦΩΣ ΕΛΛΕΙΨΗ ΑΠΟ ΚΟΠΕΛΕΣ.

Οι σημαντικότερες στιγμές είναι η άφιξη και η αναχώρηση του βασιλιά μέσα σε μισάνοιχτη άμαξα. Στρατιώτες του πεζικού με σατέν κιλότες ιππασίας, μακριούς χιτώνες από μπροκάρ και τρίκοχα καπέλα, και ένας αγριωπός αμαξάς που χτυπάει το μαστίγιο του πάνω στα έξι λευκά σαν το γάλα ή μαύρα αρσενικά άλογα, τα οποία καβαλικεύουν ιππείς με λαμπερές κόκκινες κυνηγετικές στολές, κάνουν ακόμα πιο εντυπωσιακή την εικόνα. Η φαρδιά λεωφόρος που οδηγεί στην Αψίδα του θριάμβου -περνάει από έναν όμορφο μικρό ιππόδρομο και από το γήπεδο γκολφ του Country Club- είναι μια μικρογραφία των Ηλυσίων Πεδίων της γαλλικής πρωτεύουσας. Κατά μήκος των δρόμων υπάρχουν παραταγμένα πολλά επιβλητικά μέγαρα και σπίτια. Η Ρουμανία, με τις καινούργιες της κατοικίες και τα διαμερίσματα, είναι πια μοντέρνα. Υπάρχει πολλή μουσική, πέρα απ' αυτήν που βρίσκει κανείς στα καφενεία. Το Βουκουρέστι υπερηφανεύεται για τη μάλλον καλή όπερα του το χειμώνα, ενώ μια θαυμάσια συμφωνική ορχήστρα παίζει συχνά σύγχρονη μουσική. Πέρυσι παρακολουθήσαμε τη μουσική εκτέλεση ενός εντυπωσιακού τσιγγάνικου χορού, σύνθεση ενός Ρουμάνου μουσικού, που ήταν αντάξια ρυθμικά με το «Μπολερό» του Ravel. Το συνθέτη και βιολονίστα Enescu τον περιμένουν με ανυπομονησία σε πολλές πόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής, ωστόσο τούτος ο Ρουμάνος έχει τόση αγάπη για τη γενέτειρα του, που κάθε χρόνο, για κάποιο διάστημα, διασκεδάζει το Βουκουρέστι με τη μουσική του. Το Εθνικό θέατρο έχει ισχυρή οικονομική υποστήριξη και ανεβάζει έργα Ρουμάνων και ξένων συγγραφέων. Υπέροχα διακοσμημένο άλλοτε, σήμερα το κτίριο είναι σε άθλια κατάσταση, αν και ακόμα κυριαρχεί μια αίσθηση ξεπεσμένης κομψότητας. Τα κτίρια της Βουλής και η Ρουμανική Ορθόδοξη Εκκλησία βρίσκονται στην κορυφή ενός λόφου, του μοναδικού στο Βουκουρέστι. Το Βουκουρέστι είναι μια πόλη γεμάτη εκκλησίες. Από κάθε σημείο μπορεί κανείς να δει να ξεπροβάλλουν οι στρογγυλοί τρούλοι της Ρουμανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ο ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΨΥΧΡΟΛΟΥΣΙΑ ΓΙΑ ΜΕΡΙΚΟΥΣ. ΕΘΕΛΟΝΤΕΣ ΣΥΝΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ΝΑ ΠΙΑΣΟΥΝ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΠΟΥ ΡΙΧΝΕΙ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΣΤΑ ΝΕΡΑ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΤΙΜΠΟΒΙΤΟΑ ΣΤΟ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙ, ΟΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΟΦΑΝΙΩΝ, ΣΤΙΣ 6 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ. Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΚΑΡΟΛΟΣ Β', ΜΕ ΜΑΚΡΥ ΠΑΛΤΟ ΚΑΙ ΑΚΙΔΩΤΟ ΚΡΑΝΟΣ, ΣΤΕΚΕΙ ΜΑΖΙ ΜΕ ΥΨΗΛΟΒΑΘΜΟΥΣ ΚΛΗΡΙΚΟΥΣ ΣΤΑ ΠΕΤΡΙΝΑ ΣΚΑΛΙΑ.

Ο κόσμος είναι θρησκευόμενος, αλλά με ένα πνεύμα πραγματιστικό. Παρά τη σλαβική επιρροή, εδώ δεν υπάρχει μυστικισμός. Η θρησκεία είναι απλώς μέρος της καθημερινής ζωής.
ΜΑΓΑΖΙΑ ΜΕ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΕΣ ΤΑΜΠΕΛΕΣ
Στις όχθες του ποταμού Ντιμποβίτσα, που έγινε γνωστός από ένα τραγούδι του Eddie Cantor, βρίσκεται η μεγάλη αγορά, όπου πωλούνται λουλούδια, φρούτα,τρόφιμα, οικιακά είδη και ρουμάνικα χειροτεχνήματα στους υπαίθριους πάγκους των χωρικών και των μικρεμπόρων. Επειδή υπάρχουν πάρα πολλοί χωρικοί που δεν μπορούν να διαβάσουν, οι ταμπέλες πολλών μαγαζιών έχουν τις εικόνες των προϊόντων που πωλούνται μέσα. Η ύπαιθρος γύρω από το Βουκουρέστι είναι μια τεράστια ζώνη καλλιέργειας σιταριού και καλαμποκιού. Λατρεύω να περνάω μέσα από τα χωριά αυτής της εύφορης περιοχής. Παράξενα σπιτάκια, βγαλμένα λες από παραμύθι, με ασβεστωμένους τοίχους, που είναι βαμμένοι σε απαλές παστέλ αποχρώσεις και διακοσμημένοι με μπορντούρες από λουλούδια ή ζώα, δίνουν μια διασκεδαστικά εξωπραγματική αίσθηση στους δρόμους. Η Ρουμανία είναι μια από τις λίγες πια χώρες στην Ευρώπη που οι χωρικοί της συνηθίζουν να ντύνονται με την παραδοσιακή φορεσιά. Ο Ρουμάνος χωρικός είναι αξιαγάπητος. Πάντα ευχάριστος, ευγενικός και καλοσυνάτος, είναι εργατικός, αν και υστερεί κάπως σε αποδοτικότητα. Δουλεύει σκληρά στα χωράφια του και στα δάση, αλλά πάντα με απαρχαιωμένες μεθόδους και με τα πρωτόγονα εργαλεία των προγόνων του.
ΤΟ ΠΛΥΣΙΜΟ ΤΩΝ ΡΟΥΧΩΝ
Στην περιοχή του Πρεντεάλ, στο υψηλότερο σημείο του περάσματος των Καρπαθίων, πάνω στη συνοριακή γραμμή που χωρίζει το «Παλαιό Βασίλειο» από την Τρανσυλβανία, περάσαμε ένα καλοκαίρι σε ένα μικρό εξοχικό. Κατά τη διάρκεια των διακοπών μας είχαμε πολλές φορές την ευκαιρία να παρατηρήσουμε τις παμπάλαιες μεθόδους εργασίας των χωρικών. Εντυπωσιάστηκα ιδιαίτερα με τον τρόπο πλυσίματος των ρούχων.
ΕΝΑ ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΟ ΛΟΥΝΑ ΠΑΡΚ. Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΤΟ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΚΑΘΩΣ ΤΑΞΙΔΕΥΕ ΣΤΟΝ ΚΑΤΩ ΔΟΥΝΑΒΗ, ΚΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΙΣΜΑΗΛ. ΓΕΡΟΔΕΜΕΝΟΙ ΝΕΑΡΟΙ ΠΑΡΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΚΙΝΗΤΗΡΙΑ ΔΥΝΑΜΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΕΔΡΑ ΑΠΟ ΠΑΝΩ. ΣΧΕΔΟΝ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ, ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΕΝΑΣ Η ΔΥΟ ΜΕΓΑΛΟΙ, ΣΤΕΚΟΝΤΑΙ ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΣΕΙΡΑ ΤΟΥΣ ΝΑ ΑΝΕΒΟΥΝ.



Η πλύστρα μας έστηνε μια φωτιά στην αυλή κάτω από ένα σιδερένιο καζάνι, όπου έβαζε τα ρούχα να βράσουν. Έπειτα, μέσα σε μια μεγάλη ξύλινη σκάφη πελεκημένη από κορμό δέντρου, έτριβε κι έπλενε τα ρούχα με τα χέρια της χωρίς τη βοήθεια ούτε μιας σανίδας τριψίματος. Μετά έστυβε τα βαριά λινά με τα ίδια της τα χέρια. Ήταν δουλειά εξαντλητική για την πλάτη, όμως τα ρούχα γίνονταν κατάλευκα. Με ένα παλιομοδίτικο σίδερο, που το διατηρούσε καυτό ένα μικρό ξυλοκάρβουνο στο εσωτερικό του, σιδέρωνε τα ρούχα, και είμαι σίγουρη ότι περιφρονούσε τα ηλεκτρικά πλυντήρια και τα ηλεκτρικά σίδερα, που είναι τόσο απαραίτητα στις Αμερικανίδες νοικοκυρές. Πολιτικά η Ρουμανία έκλινε προς την αριστερά μετά τον πόλεμο. Τα μεγάλα αγροκτήματα απαλλοτρώθηκαν και πουλήθηκαν με ευνοϊκούς όρους στους χωρικούς, με αποτέλεσμα να βρεθούν στην πιο πλεονεκτική θέση που είχαν ποτέ γνωρίσει. Δεν υπήρχε η πρόθεση να δημευτεί η περιουσία των αριστοκρατών γαιοκτημόνων, αν και η σημερινή εικόνα αυτό δείχνει. Η γη αποτιμήθηκε με λογικά κριτήρια και στους αριστοκράτες δόθηκαν ως αποζημίωση ρουμανικά ομόλογα. Όταν αργότερα η χώρα εγκατέλειψε την ισοτιμία του χρυσού και έγινε υποτίμηση του νομίσματος της, τα ομόλογα αυτά έχασαν σχεδόν όλη την αξία τους. Από το 1926, πάντως, το νόμισμα της Ρουμανίας είναι ένα από τα πιο σταθερά.
ΚΑΤΑΥΛΙΣΜΟΙ ΤΣΙΓΓΑΝΩΝ ΣΤΟ ΔΕΛΤΑ ΤΟΥ ΔΟΥΝΑΒΗ
Η καλή μας διάθεση μας οδήγησε στα νότια της Ρουμανίας, όπου επισκευθήκαμε πρώτα την περιοχή του Δέλτα του Δούναβη. Το χειμώνα και την άνοιξη βρίσκει κανείς εκεί πολλούς τσιγγάνικους καταυλισμούς. Στην περιοχή του Δούναβη οι Τσιγγάνοι φτιάχνουν από πελεκημένο ξύλο τεράστιες σκάφες και μαγειρικά σκεύη κάθε είδους. Το θέαμα των Τσιγγάνων με μάτια που μοιάζουν με άγριου ζώου και αχτένιστα κατσαρά μαύρα μαλλιά, βρόμικοι και κουρελήδες, μάς επανέφερε στην πεζή πραγματικότητα. Ποιος δεν έχει πλάσει από μακριά μια χαρούμενη, ρομαντική εικόνα για την τσιγγάνικη ζωή; Αλλά πόσο οδυνηρή είναι η εικόνα της όταν τη δει κανείς από κοντά! Η τσιγγάνικη μουσική, όμως, είναι υπέροχη.
ΓΕΥΣΗ ΑΠΟ ΜΑΝΧΑΤΑΝ ΣΤΟ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙ. ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΨΗΛΟΤΕΡΟ ΣΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ. ΧΤΙΣΤΗΚΕ ΑΠΟ ΜΙΑ ΡΟΥΜΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ΘΥΓΑΤΡΙΚΗ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΙΤΤ, ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΑΝΑΛΑΒΕΙ ΤΙΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ.

Σχεδόν σε κάθε γωνιά στο Βουκουρέστι συναντάει κανείς ένα χαμίνι με το βιολί του έτοιμο να παίξει για μερικά λέι. Ο πρώτος μου χειμώνας στο Βουκουρέστι ήταν, σε αντίθεση με το καλοκαίρι, δριμύτατα κρύος. Συχνά με κατέθλιβε το θέαμα των Τσιγγανόπουλων που ζητιάνευαν μισόγυμνα στη γωνιά του δρόμου τρέμοντας από το κρύο. Σύντομα όμως μου πέρασε, όταν μια μέρα έδωσα σε δυο αγόρια μερικά λέι κι εκείνα γέλασαν, έβγαλαν από τις τσέπες τους χούφτες χρήματα κι άρχισαν να τα μετρούν και να τα μοιράζονται.
ΑΡΚΟΥΔΙΑΡΗΔΕΣ ΚΑΙ ΣΙΔΗΡΟΥΡΓΟΙ
Ανέκαθεν οι Τσιγγάνοι έβγαζαν χρήματα κάνοντας τους αρκουδιάρηδες. Το θέαμα ενός Τσιγγάνου με την αρκούδα του, που την κάνει να χορεύει για το πλήθος των θεατών που
παρακολουθούν με ευχαρίστηση, είναι πολύ συχνό. Κι αν δεν είναι
αρκουδιάρηδες, οι Τσιγγάνοι γίνονται πεταλωτές και σιδηρουργοί, ενώ τα πανέμορφα, δουλεμένα στο χέρι, καφασωτά τους είναι παντού φημισμένα. Πολλές φορές, όταν περνούσαμε μπροστά από θαυμάσιες κατοικίες στο Βουκουρέστι, βλέπαμε υπέροχα δείγματα τσιγγάνικης σιδηρουργίας. Η περιοχή του δέλτα καλύπτει μια τεράστια έκταση, που απλώνεται ανάμεσα σε τρεις βραχίονες του Δούναβη. Ο σημαντικότερος από αυτούς είναι ο Σουλίνα, ο οποίος δέχεται τον κύριο όγκο των νερών του ποταμού, που ξεκινά από τη μακρινή Γερμανία, την Αυστρία, την Ουγγαρία, τη Γιουγκοσλαβία και την Τσεχοσλοβακία. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το Δούναβη, που εξασφαλίζει τον ελεύθερο διάπλου του ποταμού, δίνει σταθερή μάχη για να εμποδίσει το φράξιμο αυτής της αρτηρίας προς τη Μαύρη Θάλασσα, εξαιτίας της λάσπης που κατεβαίνει από τη μισή Ευρώπη. Στις όχθες του Δούναβη βρίσκονται δύο σημαντικά λιμάνια, το Γαλάτσι και η Βραΐλα, που δέχονται ποντοπόρα πλοία. Οι εξαγωγές είναι κυρίως σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, ξυλεία αλλά και λίγο λάδι.
ΡΟΥΜΑΝΕΣ ΧΩΡΙΚΕΣ ΑΠΟΤΥΠΩΝΟΥΝ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΤΟΥΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΧΑΛΙΑ ΤΟΥΣ. ΧΕΙΡΟΠΟΙΗΤΑ ΧΑΛΙΑ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΚΑΤΑ ΜΗΚΟΣ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΤΙΜΠΟΒΙΤΣΑ ΣΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΙΑ ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙΟΥ. ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΕΔΙΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΙΔΙΟ ΜΕ ΚΑΠΟΙΟ ΑΛΛΟ. ΠΙΟ ΑΠΛΑ ΕΡΓΑ ΚΟΣΜΟΥΝ ΤΟ ΣΤΥΛΟ ΤΟΥ ΦΑΝΑΡΙΟΥ. ΣΤΟ ΧΩΡΙΑΤΙΚΟ ΣΠΙΤΙ ΤΑ ΥΦΑΣΜΕΝΑ ΣΤΟ ΧΕΡΙ ΧΑΛΙΑ ΔΕΝ ΤΑ ΑΠΛΩΝΟΥΝ ΣΤΟ ΠΑΤΩΜΑ, ΑΛΛΑ ΤΑ ΚΡΕΜΟΥΝ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ Η ΤΑ ΑΠΛΩΝΟΥΝ ΣΤΟ ΚΡΕΒΑΤΙ, Σ' ΕΝΑΝ ΠΑΓΚΟ Η ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ. ΕΡΓΑ ΑΝΑΤΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΠΟΥ ΕΦΤΑΣΑΝ ΣΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΤΟ 16Ο ΑΙΩΝΑ ΕΠΗΡΕΑΣΑΝ ΤΗΝ ΝΤΟΠΙΑ ΤΕΧΝΗ.
ΜΕ ΕΝΑ ΚΟΥΦΙΟ ΚΑΛΑΜΙ ΣΑΝ ΚΙ ΑΥΤΑ, Ο ΡΟΥΜΑΝΟΣ «ΡΟΜΠΕΝ ΤΩΝ ΔΑΣΩΝ» ΚΑΠΟΤΕ ΞΕΦΥΓΕ ΚΡΥΜΜΕΝΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΝΕΡΟ. ΣΕ ΤΕΤΟΙΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ΒΑΛΤΟΥΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΛΙΓΑ ΧΡΟΝΙΑ ΕΖΗΣΕ Ο ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΝΟΜΟΣ TERENTE, ΠΟΥ ΕΚΛΕΒΕ ΤΟΥΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ ΚΙ ΕΔΙΝΕ ΣΤΟΥΣ ΦΤΩΧΟΥΣ. ΕΔΩ ΧΩΡΙΚΟΙ ΜΑΖΕΥΟΥΝ ΚΑΛΑΜΙΑ, ΠΟΥ ΑΚΟΜΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΣΕ ΜΕΡΙΚΑ ΣΠΙΤΙΑ ΓΙΑ ΣΚΕΠΕΣ. ΔΥΟ ΠΑΙΔΙΑ ΕΧΟΥΝ ΠΗΔΗΣΕΙ ΟΛΟΓΥΜΝΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΝΕΡΟ ΓΙΑ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΥΣ.
ΑΓΩΝΑΣ ΠΑΛΗΣ ΣΕ ΕΝΑΝ ΤΣΙΓΓΑΝΙΚΟ ΚΑΤΑΥΛΙΣΜΟ ΣΤΗ ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ. ΟΙ ΝΟΜΑΔΕΣ ΖΟΥΝ ΠΟΥΛΩΝΤΑΣ ΑΛΟΓΑ, ΖΗΤΙΑΝΕΥΟΝΤΑΣ, ΛΕΓΟΝΤΑΣ ΤΗ ΜΟΙΡΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΚΕΥΑΖΟΝΤΑΣ ΚΑΤΟΑΡΟΛΙΚΑ. ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΚΑΖΟΥΝ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΙΑ Η ΔΥΟ ΜΕΡΕΣ.
Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΣΟΔΕΙΑΣ ΣΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΗΓΥΡΙ. ΑΓΡΟΤΕΣ ΞΕΡΙΖΩΝΟΥΝ ΤΑ ΨΗΛΑ ΑΓΡΙΟΧΟΡΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΛΑΜΙΑ ΤΗΣ ΚΑΝΝΑΒΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΡΙΣΜΟΥ Σ’ ΑΥΤΟ ΤΟ ΧΩΡΑΦΙ ΚΟΝΤΑ ΣΤΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ ΣΥΝΟΡΑ ΤΗΣ ΜΠΟΥΚΟΒΙΝΑ.

ΠΟΛΛΑ ΣΠΑΝΙΑ ΚΑΙ ΟΜΟΡΦΑ ΠΟΥΛΙΑ

Η ορνιθοπανίδα στο δέλτα είναι αξιοθαύμαστη και πέρα από κάθε περιγραφή. Πολλά σπάνια και όμορφα πουλιά βρίσκονται εδώ και προσφέρονται για παρατήρηση. Νοικιάσαμε μια μαύρη βάρκα με επίπεδη βάση και γλιστρήσαμε αθόρυβα μέσα από τις καλαμιές και τα στενά κανάλια. Κάποια στιγμή ξαφνιάσαμε περίπου 200 πελεκάνους, που απομακρύνθηκαν γοργά. Πέσαμε πάνω σε ένα κοπάδι αγριόκυκνων που έπλεαν στο νερό με αθόρυβη μεγαλοπρέπεια. Ανάμεσα στα πιο σπάνια είδη πάπιας είναι μια κατάλευκη σαν το χιόνι, με σμαραγδί κεφάλι και ράμφος. Ερωδιοί, φλαμίνγκο, κορμοράνοι, αγριόχηνες, πολλά είδη πάπιας, τσικνιάδες και γερανοί είναι τα πιο συνηθισμένα είδη πτηνών που συναντάει κανείς στο δέλτα.
ΑΓΡΟΤΙΣΣΕΣ ΣΤΗΝ ΟΛΤΕΝΙΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΟ ΑΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΡΙΟΥ ΤΟΥΣ. ΣΤΟ ΠΑΝΩ ΠΑΤΩΜΑ ΟΙ ΑΝΤΡΕΣ ΤΟΥΣ ΒΟΗΘΟΥΝ ΤΟ ΜΥΛΩΝΑ ΝΑ ΡΙΞΕΙ ΤΟ ΣΙΤΑΡΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΜΥΛΟΠΕΤΡΕΣ, ΠΟΥ ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΤΡΟΧΟ ΠΟΥ ΓΥΡΙΖΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΟΡΜΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ. ΤΟ ΑΛΕΣΜΕΝΟ ΑΛΕΥΡΙ ΧΥΝΕΤΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΣΚΑΦΗ, ΚΙ ΕΠΕΙΤΑ ΤΟ ΒΑΖΟΥΝ ΜΕΣΑ ΣΕ ΥΦΑΝΤΑ ΣΑΚΙΑ, ΣΤΑ ΔΕΞΙΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΟΥΝ ΣΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΤΟΥΣ.

ΟΙ ΒΑΡΚΑΡΗΔΕΣ ΦΟΡΟΥΝ ΑΚΟΜΑ ΦΕΣΙ

Επειδή βρισκόμασταν κοντά στη Μαύρη Θάλασσα, αποφασίσαμε να πάμε στην Κονστάντσα. Η πόλη αυτή, το σημαντικότερο λιμάνι της Ρουμανίας, φέρει ακόμα σημάδια της τουρκικής κυριαρχίας στην Επαρχία της Δοβρουτσάς, όπως το ερειπωμένο μουσουλμανικό τζαμί και τα κόκκινα φέσια πολλών βαρκάρηδων. Η Κονστάντσα είναι ένα σύγχρονο λιμάνι με μια καλά εξοπλισμένη αποβάθρα, όπου τα πετρελαϊκά προϊόντα μεταφέρονται με αντλίες απευθείας μέσα σε υπερωκεάνια δεξαμενόπλοια. Ένας αγωγός που ξεκινάει από τις πετρελαιοπαραγωγούς περιοχές καταλήγει εδώ, δεν επαρκεί όμως για να καλύψει τη ζήτηση, κι έτσι χιλιάδες βαρέλια μεταφέρονται διά ξηράς με βυτκχρόρα οχήματα. Οι πετρελαιοφόρες περιοχές είναι τεράστιες, ενώ αχανείς εκτάσεις που αποδεδειγμένα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για εκμετάλλευση πετρελαίου είναι ακόμα αναξιοποίητες. Η Ρουμανία είναι μια από τις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες στον κόσμο, και μόνο μια φορά, το 1932, την ξεπέρασαν οι ΗΠΑ, η Σοβιετική Ένωση και η Βενεζουέλα. Οι σημαντικότεροι αγοραστές πετρελαίου είναι η Τουρκία, η Αίγυπτος, τα λιμάνια της Μεσογείου, ακόμα και η δυτική Ευρώπη. Επίσης, μεγάλες ποσότητες δημητριακών φεύγουν από το λιμάνι, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχουν αρκετοί ανυψωτήρες για αποθήκευση και φόρτωση.
ΠΛΩΤΟΙ ΑΛΕΥΡΟΜΥΛΟΙ ΣΤΟ ΔΟΥΝΑΒΗ. ΟΙ ΒΑΡΚΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΑΓΚΥΡΟΒΟΛΟΥΝ ΣΕ ΣΗΜΕΙΑ ΟΠΟΥ ΤΟ ΡΕΥΜΑ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΕΙ ΤΟΥΣ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΤΡΟΧΟΥΣ, ΓΙΑ ΝΑ ΑΛΕΣΤΕΙ ΤΟ ΣΙΤΑΡΙ. ΠΑΝΕ ΑΠΟ ΧΩΡΙΟ ΣΕ ΧΩΡΙΟ, ΕΞΑΣΦΑΛΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΛΕΥΡΙ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ.
ΓΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΑΙΝΕΤΑΙ Η ΦΩΤΙΑ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΦΡΕΑΡ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ. ΟΙ ΡΟΥΜΑΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΧΑΝ ΥΠΟ ΣΥΝΕΧΗ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΗΝ ΕΠΙΜΟΝΗ ΑΥΤΗ ΦΩΤΙΑ, ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΕΝΟΣ «ΔΑΣΟΥΣ» ΑΠΟ ΠΥΡΓΟΥΣ ΓΕΩΤΡΗΣΗΣ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΣΤΟ ΜΟΡΕΝΙ, ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΠΟΔΕΣ ΤΩΝ ΤΡΑΝΑΥΛΒΑΝΙΚΩΝ ΑΛΠΕΩΝ. ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΟΛΛΕΣ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΠΑΡΑΓΩΓΟΥΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΟΡΟ ΓΙΑ ΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ.
ΜΕΣΑ ΣΕ ΚΑΛΑΘΙΑ ΣΑΝ ΜΕΓΑΛΑ ΚΛΟΥΒΙΑ, ΠΑΧΙΕΣ ΠΑΠΙΕΣ ΚΑΙ ΚΟΤΟΠΟΥΛΑ ΚΑΝΟΥΝ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΤΟΥΣ ΒΟΛΤΑ. ΦΕΡΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΜΕΣΑ ΣΕ ΚΑΡΑ, ΑΓΟΡΑΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΥΣ ΠΩΛΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ ΤΟΥ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙΟΥ, ΟΠΟΥ ΑΓΡΟΤΕΣ ΜΕ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΕΝΔΥΜΑΣΙΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΦΟΡΟΥΝ ΨΑΘΙΝΑ ΚΑΠΕΛΑ ΚΑΙ ΕΤΟΙΜΑ ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ.

Τα αμέτρητα θέρετρα με τις ωραίες για κολύμπι παραλίες κάνουν την περιοχή αυτή έναν ελκυστικό τόπο παραθερισμού. Μας άρεσε πολύ η Εφόρια, ένα θέρετρο ακριβώς έξω από την Κονστάντσα, που όμως πρόσφερε μόνο τα στοιχειώδη. Κάναμε μπάνιο στη Μαύρη Θάλασσα και κοιτάζαμε για ώρες τις συνεχείς εναλλαγές του μπλε και του πράσινου στα νερά της. Πιο νότια, στο Μπαλτσίκ, η βασίλισσα Μαρία έχει χτίσει ένα όμορφο θερινό ανάκτορο. Στη Μαύρη Θάλασσα, όπου βρίσκεται η σύγχρονη πόλη Κονστάντσα, υπάρχουν τα ερείπια της αρχαίας Τόμιδος, της πόλης όπου ο Οβίδιος έζησε εξόριστος και απαθανάτισε σε στίχους τα ιαματικά της λασπόλουτρα.

ΕΚΔΡΟΜΗ ΜΕ ΠΛΟΙΟ ΣΤΟ ΔΟΥΝΑΒΗ

Ένα απόγευμα του περασμένου φθινοπώρου επιβιβαστήκαμε σε ένα ατμόπλοιο του Δούναβη στο Γαλάτσι, που είχε καμπίνες για δώδεκα περίπου άτομα. Φάγαμε στην τραπεζαρία, που ήταν και σαλόνι. Οι μόνοι συνταξιδιώτες μας ήταν ένας Ρουμάνος καπετάνιος και η γυναίκα του, που πήγαιναν κι αυτοί στο Βιλκόβ. Αρκετοί πάντως ήταν οι επιβάτες στο κατάστρωμα, χωρικοί με τα ζωντανά τους, χήνες και κατσίκες, και με πράγματα για το νοικοκυριό τους, που ταξίδευαν για τα σπίτια τους κατά μήκος του Δούναβη. Ο μάγειρας του πλοίου ήταν εξυπηρετικότατος, αφού μας άφησε να μπούμε στην κουζίνα του, να του ζητήσουμε συγκεκριμένα φαγητά, ακόμα και να του εξηγήσουμε την περίπλοκη διαδικασία με την οποία ψήνεται ένα μήλο. Πριν πέσουμε για ύπνο μάς ρώτησε αν θα έπρεπε να αγοράσει γάλα το πρωί από κάποιο λιμάνι, για τον καφέ μας. Καθώς τρώγαμε πρωινό ο καπετάνιος φίλος μας έτρεξε γρήγορα στο τραπέζι μας για να μας δείξει το πλοίο του, που ήταν αγκυροβολημένο στην παραποτάμια πόλη Κίλια. Δεν κρατιόταν να μας πληροφορήσει ότι κάποτε ήταν ναύτης σε ποντοπόρο, που είχε ταξιδέψει ακόμη και μέχρι το Μπρίστολ. Παρέα με τον ίδιο και τη γυναίκα του επισκεφθήκαμε τις ψαραγορές του Βιλκόβ με την καθοδήγηση του καπετάνιου μας, που έφερε μεφιστoφελική γενειάδα.

ΣΤΑ ΚΑΝΑΛΙΑ ΤΟΥ ΒΙΛΚΟΒ

Το Βιλκόβ είναι πιο ρώσικο κι από την ίδια τη Ρωσία. Όλοι οι άντρες είχαν πλούσια γενειάδα και φορούσαν μακριά βελούδινα παλτά, κομψά κουμπωμένα μέχρι πάνω, ενώ οι γυναίκες με τις μακριές φούστες τους και με μαντίλια σε φωτεινά χρώματα που τους καλύπτουν το κεφάλι έδιναν μια χαρούμενη εικόνα. Παντού υπήρχαν παιδιά που μασουλούσαν λιόσπορους. Το Βιλκόβ είναι σαν μια μικροσκοπική Βενετία, με τα κανάλια να παίζουν το ρόλο των κύριων δρόμων μέσα στην πόλη. Και μέσα στα σπίτια των ψαράδων και στην αγορά πάντα υπάρχει τουλάχιστον ένα θαυμάσιο εικόνισμα. Μπαίνοντας πρώτα σε ένα πελώριο κτίριο που ήταν χώρος αποθήκευσης, είδαμε τα σημεία όπου καθαρίζονται, ταξινομούνται και συσκευάζονται σε πάγο τα ψάρια, για να μεταφερθούν στο Βουκουρέστι και σε άλλα καταναλωτικά κέντρα. Άλλα καπνίζονται ή παστώνονται για να πουληθούν στο εξωτερικό. Στο πίσω μέρος του κτιρίου υπήρχε μια βαθιά σπηλιά με ένα σωρό χώμα στην κορυφή, στην οποία αποθηκεύονται, για να μη λιώσουν από την καλοκαιρινή ζέστη, εκατοντάδες τόνοι πάγου που τους αποσπούν από το ποτάμι και τα κανάλια το χειμώνα. Αφού περάσαμε το κυρίως κανάλι από μια τοξωτή ξύλινη γέφυρα που μας θύμισε το Ριάλτο, φτάσαμε στη μεγάλη υπαίθρια αγορά. Εδώ οι ψαράδες φέρνουν και πουλάνε την ψαριά της ημέρας, υπό την επίβλεψη της Κρατικής Υπηρεσίας Αλιείας. Οι ψαράδες φεύγουν σε ομάδες των πέντε ή έξι ατόμων, και καθεμιά μπαίνει σε μια γερή βάρκα, στεγανή και περασμένη με πίσσα. Ξεκινούν νωρίς για να φτάσουν στους ψαρότοπους πριν το χάραμα. Λένε ότι πρέπει να πιάσουν τον οξύρρυγχο την ώρα που κοιμάται.
ΑΓΙΟΙ ΑΝΕΒΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΣΚΑΛΙΑ ΣΤΙΣ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΡΟΥΚΑΡ. ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΑΙΩΝΕΣ ΠΕΡΑΣΑΝ, ΚΙ ΟΜΩΣ ΑΥΤΑ ΤΑ ΕΞΟΧΑ ΔΕΙΓΜΑΤΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΔΙΑΤΗΡΟΥΝ ΤΗ ΛΑΜΨΗ ΤΟΥΣ. ΤΟ ΑΓΟΡΙ, ΠΟΥ ΚΡΑΤΑΕΙ ΕΝΑ ΔΕΜΑ ΜΕ ΑΓΙΑΣΜΕΝΟ ΑΡΤΟ, ΦΟΡΑΕΙ ΤΗΝ ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΒΛΑΧΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΤΟΥ.
ΕΝΑΣ ΜΙΝΑΡΕΣ ΥΨΩΝΕΤΑΙ ΣΕ ΕΝΑ ΠΑΡΑΘΑΛΑΣΣΙΟ ΚΑΣΤΡΟ. ΑΥΤΟ ΤΟ ΓΕΡΟ ΑΣΒΕΣΤΩΜΕΝΟ ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑΣΜΕΝΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΣΤΟ ΜΠΑΛΤΣΙΚ ΤΗΣ ΔΟΒΡΟΥΤΣΑΣ, ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΓΙΑ ΤΕΣΣΕΡΙΣΗΜΙΣΥ ΑΙΩΝΕΣ ΥΠΟ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ.
ΜΙΑ ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΒΙΛΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΩΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ. ΣΕ ΜΙΑ ΟΜΟΡΦΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΣΤΟ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙ ΘΑΥΜΑΣΙΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΚΙΟΝΕΣ ΣΥΝΔΥΑΖΟΝΤΑΙ ΟΜΟΡΦΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΡΟΥΜΑΝΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ. ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΘΑΜΝΟΙ ΟΜΟΡΦΑΛΙΝΟΥΝ ΤΑ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ.
ΕΝΑΣ ΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΜΥΛΟΣ ΠΛΑΪ ΣΤΗ ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ. ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΡΕΙΠΙΟ ΕΧΕΙ ΕΠΙΖΗΣΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗ ΔΟΒΡΟΥΤΣΑ. ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΥΨΩΝΟΝΤΑΙ ΑΣΒΕΣΤΟΛΙΘΙΚΟΙ ΛΟΦΟΙ. ΧΑΡΗ Ο' ΑΥΤΟΥΣ ΕΧΕΙ ΟΝΟΜΑΣΤΕΙ Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΛΤΣΙΚ «ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΑΚΤΗ».
ΕΝΑΣ ΚΗΠΟΣ ΠΟΥ ΘΑ ΤΟΝ ΖΗΛΕΥΕ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ. ΠΟΛΛΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΟΙΚΕΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΥΣ ΛΑΤΡΕΙΣ ΤΗΣ ΚΗΠΟΥΡΙΚΗΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΝΤΑΙ ΣΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ. Η ΣΙΔΕΡΕΝΙΑ ΚΑΓΚΕΛΟPΟΡΤΑ ΒΓΑΖΕΙ ΣΤΗΝ ΠΛΑΙΣΙΩΜΕΝΗ ΑΠΟ ΑΝΘΗ ΤΑΡΑΤΣΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΤΟΥ ΜΠΑΛΤΣΙΚ.
ΤΑ ΔΡΕΠΑΝΙΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΡΥΘΜΟ. ΟΙ ΧΩΡΙΚΟΙ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΒΛΑΧΙΑΣ ΔΟΥΛΕΥΟΥΝ ΣΤΑ ΣΠΑΡΤΑ ΤΟΥΣ ΜΕ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΙΣΙΟ ΜΑΚΡΥ ΣΤΕΙΛΙΑΡΙ. ΑΠΟ ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΑ ΖΩΝΑΡΙΑ ΤΟΥΣ ΚΡΕΜΟΝΤΑΙ ΑΚΟΝΟΠΕΤΡΕΣ ΚΑΙ ΦΛΑΣΚΙΑ ΜΕ ΝΕΡΟ.
ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ ΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΗΣ ΣΤΟ ΡΟΥΚΑΡ. ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΑΦΗΣΑΝ ΤΟ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΟ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΗΡΘΑΝ ΓΙΑ ΝΑ ΠΟΖΑΡΟΥΝ. ΟΙ ΑΝΤΡΕΣ ΕΙΝΑΙ ΝΤΥΜΕΝΟΙ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΗΘΗ ΡΟΥΧΑ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΣΤΙΣ ΠΛΑΓΙΕΣ ΤΩΝ ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΚΩΝ ΑΛΠΕΩΝ.
ΧΩΡΙΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΗΜΑΤΑ ΜΕ ΠΕΡΙΤΕΧΝΑ ΣΧΕΔΙΑ. ΤΑ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΣΥΧΝΑ ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΟΥΝ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ Η ΦΡΟΥΤΑ. ΜΙΑ ΑΓΡΟΤΙΣΣΑ ΕΡΓΑΣΤΗΚΕ ΟΛΟ ΤΟ ΧΕΙΜΩΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΦΤΙΑΞΕΙ ΤΗ ΦΟΥΣΤΑ ΚΑΙ ΤΗ ΖΑΚΕΤΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙΟΥ.
ΦΟΡΕΜΑΤΑ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. ΤΟ ΜΕΤΑΞΩΤΟ ΠΕΠΛΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΚΟΠΕΛΑΣ ΑΠΟ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΔΕΙΧΝΕΙ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΗ. ΟΙ ΑΝΥΠΑΝΤΡΕΣ ΦΙΛΕΣ ΤΗΣ ΦΟΡΟΥΝ ΖΩΗΡΟΧΡΩΜΑ ΦΟΥΛΑΡΙΑ.
ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΑΥΤΟ TO ΚΟΡΙΤΣΙ ΘΑ ΠΑΡΕΙ ΤΗ ΦΟΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΤΟΥ. ΡΟΥΧΑ ΣΑΝ ΚΙ ΑΥΤΑ ΚΡΑΤΑΝΕ ΠΑΝΩ ΑΠΟ 100 ΧΡΟΝΙΑ. Η ΠΟΥΚΑΜΙΣΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΥΦΑΣΜΑ ΠΟΥ ΦΤΙΑΧΤΗΚΕ ΑΠΟ ΚΑΝΝΑΒΗ. ΟΙ ΤΟΠΙΚΕΣ ΦΥΤΙΚΕΣ ΒΑΦΕΣ, ΠΟΥ ΕΔΙΝΑΝ ΑΠΑΛΑ ΚΑΙ ΑΝΕΞΙΤΗΛΑ ΧΡΩΜΑΤΑ, ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΑΝΤΑΙ ΑΠΟ ΑΥΤΕΣ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ.
Η ΡΟΥΜΑΝΑ ΧΩΡΙΚΗ ΔΙΑΡΚΩΣ ΓΝΕΘΕΙ. ΩΣ ΠΡΩΤΟ ΒΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΦΑΝΣΗ ΕΝΟΣ ΧΑΛΙΟΥ ΤΡΑΒΑΕΙ ΚΑΙ ΓΝΕΘΕΙ ΤΟ ΜΑΛΛΙ ΑΠΟ ΤΗ ΡΟΚΑ ΚΑΙ ΤΥΛΙΓΕΙ ΤΟ ΝΗΜΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΔΡΑΧΤΙ. ΣΧΕΔΙΑ ΣΑΝ ΚΙ ΑΥΤΟ ΤΟΥ ΧΑΛΙΟΥ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΣΚΑΛΙΑ ΤΑ ΒΓΑΖΕΙ ΑΠ' ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΤΗΣ.
ΕΝΑ ΦΑΣΚΙΩΜΕΝΟ ΜΩΡΟ. Η ΜΑΜΑ ΤΟΥ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΟΤΙ ΤΑ ΣΕΝΤΟΝΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΝΕΣ ΠΟΥ ΦΑΣΚΙΩΝΟΥΝ ΤΟ ΜΩΡΟ ΘΑ ΚΡΑΤΗΣΟΥΝ ΙΣΙΑ ΤΑ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΚΑ ΤΟΥ ΜΕΛΗ.
ΜΙΑ ΜΑΥΡΟΜΑΤΑ ΝΕΑΡΗ ΤΣΙΓΓΑΝΑ. ΦΟΡΑΕΙ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ, ΜΕ ΤΑ ΥΠΕΡΟΧΑ ΧΡΩΜΑΤΑ ΤΗΣ, ΚΑΙ ΖΕΙ ΣΤΟ ΡΟΥΚΑΡ, ΜΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΤΣΙΓΓΑΝΟΙ ΝΟΜΑΔΕΣ.
Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΜΑΡΙΑ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΥΧΝΑ ΕΔΩ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ. ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΡΑΣΙΝΗ ΠΛΑΓΙΑ ΕΝΟΣ ΛΟΦΟΥ, ΣΤΟ ΚΤΗΜΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΣΤΟ ΜΠΑΛΤΣΙΚ, ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΑΠΕΙΝΟ ΠΕΤΡΙΝΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙ.
 ΕΝΑΣ ΕΝΟΠΛΟΣ ΦΡΟΥΡΟΣ ΦΥΛΑΕΙ ΤΟΝ ΑΓΝΩΣΤΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ. ΝΥΧΤΑ ΚΑΙ ΜΕΡΑ ΕΝΑΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΦΡΟΥΡΟΣ ΒΗΜΑΤΙΖΕΙ ΠΑΝΩ ΚΑΤΩ ΔΙΠΛΑ ΑΠΟ ΤΟ ΤΙΜΗΜΕΝΟ ΚΕΝΟΤΑΦΙΟ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΤΟΥ ΚΑΡΟΛΟΥ. ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ -ΚΟΚΚΙΝΟ, ΚΙΤΡΙΝΟ ΚΑΙ ΜΠΛΕ- ΧΑΡΑΚΤΙΡΙΖΟΥΝ ΤΟ ΜΝΗΜΕΙΟ.
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΧΑΒΙΑΡΙ

Οι ψαρότοποι ποικίλλουν ανάλογα με την εποχή, Μερικές φορές είναι η Μαύρη Θάλασσα και άλλες ο Δούναβης και τα κανάλια του δέλτα, εκεί που ο οξύρρυγχος έρχεται για να γεννήσει τα αβγά του. Οι βάρκες επιστρέφουv γύρω στο μεσημέρι, τις ξεφορτώνουν, ζυγίζονται τα ψάρια και αφαιρείται από αυτά το χαβιάρι. Μια καλή εποχιακή ψαριά μπορεί να φτάσει τους 18 τόνους, από τους οποίους συνήθως οι 5,5 τόνοι είναι οξύρρυγχοι. Οι 5,5 τόνοι οξύρρυγχου κανονικά θα δώσουν περίπου 200 κιλά χαβιάρι. Το ψάρι αυτό ζυγίζει κατά μέσο όρο 200 κιλά, ενώ έχει βρεθεί οξύρρυγχος με βάρος-ρεκόρ λίγο κάτω από τα 900 κιλά. Στην πιο παραγωγική εποχή το 5% του μεικτού βάρους του είναι χαβιάρι. Σύμφωνα με τις τιμές Νέας Υόρκης για τα μικρά μαύρα αβγά, ένα ψάρι που ζυγίζει 900 κιλά θα αποφέρει ένα αξιοσέβαστο ποσό. Οι οξύρρυγχοι μπαίνουν σε δημοπρασία και οι αγοραστές θα πρέπει να είναι άριστοι γνωστές για να μπορέσουν να εκτιμήσουν σωστά πόσο χαβιάρι έχει μέσα το ψάρι πριν αυτό ανοιχτεί. Αυτές οι τοπικές ψαραγορές του χαβιαριού ήταν οι πλουσιότερες και οι πιο φημισμένες της Ρωσίας πριν η Βεσαραβία γίνει μέρος της Ρουμανίας, το 1918. Η επίσκεψη μας στο Βιλκόβ διέψευσε κάπως την καλή του φήμη, καθώς η προηγούμενη μέρα ήταν αργία και, μετά από κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων τσούικα, που είναι το εθνικό τους ποτό και φτιάχνεται από φρέσκα δαμάσκηνα, πολλοί από τους ψαράδες ήταν κουρασμένοι και η ψαριά μικρή. Επισκεφθήκαμε την Ορθόδοξη Εκκλησία της πόλης Λίποβα. Επειδή οι Λιποβάνοι είχαν αρνηθεί να υιοθετήσουν τις μεταρρυθμίσεις της Ρωσικής Εκκλησίας στο τελετουργικό, στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα, αναγκάστηκαν από τη ρωσική κυβέρνηση να φύγουν και να αποικίσουν την περιοχή του δέλτα. Οι Λιποβάνοι παραμένουν αποφασιστικά προσηλωμένοι στα παραδοσιακά τους ήθη και έθιμα. Από τότε που προσαρτήθηκε η Βεσαραβία στη Ρουμανία οι ρουμανικές αρχές δεν τους έχουν ενοχλήσει και η ζωή τους κυλάει ήρεμα, χωρίς να επηρεάζεται από τις πολιτικές αλλαγές.

ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Στην αυλή της εκκλησίας είδαμε κάποιους ντόπιους να μαζεύουν για τους φτωχούς της πόλης ό,τι είχε απομείνει από το πανηγύρι της Παναγίας που είχε γίνει την προηγουμένη. Πρέπει να φτιάχτηκε μεγάλη ποσότητα φαγητού, αν κρίνουμε από το μέγεθος των μαύρων σιδερένιων καζανιών. Καθώς επιστρέφαμε στο πλοίο τράβηξαν την προσοχή μας μουσικές και χοροπηδητά, γι' αυτό αλλάξαμε πορεία και πήγαμε σε ένα μικρό καφενείο όπου οι άντρες της πόλης διασκέδαζαν ακόμα. Τραγουδούσαν με πάθος και κάπου κάπου ένας από αυτούς πετιόταν από το τραπέζι του και χόρευε έναν άγριο, ξέφρενο ρώσικο λαϊκό χορό, με τη συνοδεία ενός βραχνού ακορντεόν, που το έπαιζε επιδέξια ένας τυφλός οργανοπαίκτης. Πάνω από το μπαρ κρεμόταν μια εικόνα της Παναγίας, η οποία έμοιαζε να τους ρίχνει ένα χαμόγελο, σαν να επιδοκίμαζε την ευθυμία των πιστών της. Με τη χαρακτηριστική ρώσικη εγκαρδιότητα μας καλωσόρισαν και μας κάλεσαν να διασκεδάσουμε μαζί τους.

ΕΚΕΙ ΠΟΥ Ο ΔΟΥΝΑΒΗΣ ΕΙΝΑΙ ΓΑΛΑΖΙΟΣ

Το ταξίδι της επιστροφής στο Γαλάτσι, που κράτησε από το μεσημέρι ως το βράδυ, ήταν υπέροχο. Ο Δούναβης ήταν τόσο γαλάζιος όσο τον περιμένει κανείς να είναι, αλλά σπάνια τον πετυχαίνει. Πέρα από τις όχθες του η γη απλωνόταν χιλιόμετρα μακριά σε χαμηλές πεδινές εκτάσεις, αλλά πού και πού έβλεπε κανείς μια συστάδα σπιτάκια, λίγα ισχνά βόδια και μικρά χωράφια με λάχανα και καλαμπόκι, τα οποία κάποιοι τολμηροί χωρικοί είχαν μετατρέψει από βάλτους σε καλλιεργήσιμη γη. Σε αυτά τα εκατοντάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα που καλύπτουν το ποτάμι και τους βάλτους ζουν μονάχα ψαράδες και φυγόδικοι. Οι τελευταίοι κρύβονται μέσα στο λαβύρινθο των καναλιών και των σχεδόν απροσπέλαστων βάλτων. Ο πιο ξακουστός παράνομος της Ρουμανίας έζησε χρόνια στο δέλτα και αντιμετώπισε με επιτυχία όλες τις προσπάθειες της αστυνομίας να τον βρει. Ήταν ο γραφικός Terente, ο «Ρομπέν των Δασών του Δέλτα». Λήστευε τους πλούσιους και έδινε στους φτωχούς, και ποτέ δεν πήρε ούτε ένα λέι από κανέναν, χωρίς να αφήσει πίσω υπογεγραμμένη απόδειξη όπου ανέφερε τι είχε κλέψει. Έγραφε αστείες επιστολές στην αστυνομία και στη χωροφυλακή, λέγοντας ότι μόλις το προηγούμενο βράδυ είχε μιλήσει με το διοικητή, ή ευχαριστώντας κάποιον αξιωματικό για το ποτό που είχαν πιει μαζί. Μια φορά οι χωροφύλακες «χτένισαν» τους βάλτους και τον περικύκλωσαν, όμως αυτός βούτηξε στο νερό και έμεινε κάτω από την επιφάνεια αναπνέοντας μέσα από ένα κούφιο καλάμι, ώσπου η σχεδόν αδιάσπαστη αλυσίδα της αστυνομίας τον προσπέρασε. Τελικά, όμως, η αστυνομία τον βρήκε και τον πυροβόλησε, όταν στήθηκε και τον περίμενε έξω από την καλύβα της καλής του, στην άκρη ενός ψαράδικου χωριού. Κάποια στιγμή κατά την επιστροφή μας είδαμε μια αυτοσχέδια περιστρεφόμενη ρόδα λούνα παρκ, που την κινούσε μια ομάδα νεαρών, οι οποίοι στέκονταν πάνω σε μια εξέδρα και την έσπρωχναν με μεγάλη ταχύτητα. Αργά το απόγευμα φτάσαμε σε μια τυπική ρώσικη πόλη με το τούρκικο όνομα Ισμαήλ, στις εκβολές του Δούναβη. Ο πληθυσμός της θα ήταν περίπου 30.000 και από το πλοίο μπορούσαμε να δούμε τους πράσινους τρούλους τουλάχιστον δώδεκα εκκλησιών να ορθώνονται πάνω από αυτή και να έχουν το ρώσικο σταυρό με τις δύο ράβδους. Κατά μήκος της προκυμαίας υπήρχαν πολλές χαμηλές ανοιχτές ρώσικες άμαξες, που έδιναν στο σκηνικό ακόμα περισσότερο ρώσικο χρώμα.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΝΣΤΑΝΤΣΑ ΔΙΑΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΤΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ ΚΑΙ ΤΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΑ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ. Η ΑΡΧΑΙΑ ΑΥΤΗ ΠΟΛΗ, ΠΟΥ ΙΔΡΥΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΓΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΗΣ ΕΤΕΡΟΘΑΛΟΥΣ ΑΔΕΡΦΗΣ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΥΡΙΑ ΔΙΕΞΟΔΟΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΣΤΗ ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ. ΤΟ ΤΖΑΜΙ ΣΤΑ ΔΕΞΙΑ ΧΤΙΣΤΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΣΙΛΙΑ ΚΑΡΟΛΟ Α' ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ ΩΣ ΔΩΡΟ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ.

Σε γενικές γραμμές το ταξίδι ήταν γοητευτικό και ξέγνοιαστο, αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι μόλις φτάσαμε στο Γαλάτσι, την άλλη μέρα το πρωί, είχαμε μόνο 40 λεπτά για να προλάβουμε το τρένο. Ο σταθμός απείχε περίπου τριάμισι χιλιόμετρα από την αποβάθρα και πουθενά δεν φαινόταν ταξί. Κουβαλώντας τις αποσκευές μας αρχίσαμε να τρέχουμε προς το σταθμό. Κάποια γυναίκα από τη συντροφιά μας εντόπισε τελικά μια άμαξα και, αφού ανέβηκε πάνω, κάθησε πίσω από τον οδηγό έχοντας τα μάτια της καρφωμένα στις αποσκευές. Ωστόσο ταρακουνήθηκε για τα καλά πάνω στο τραχύ λιθόστρωτο μέχρι να φτάσει στο σταθμό. Όταν έφτασε, εξαιτίας του ταρακουνήματος ήταν πιο εξαντλημένη ακόμη κι από εμάς, που είχαμε κάνει όλο το δρόμο τρέχοντας, αλλά για κακή μας τύχη ανακαλύψαμε ότι το τρένο είχε φύγει ακριβώς πριν τρία λεπτά. Όταν μπήκαμε στα Καρπάθια, διαπιστώσαμε ότι η υλοτομία ανθεί. Οι κορμοί δένονται σφιχτά σαν σχεδίες, σε σχήμα ανοιχτής βεντάλιας, και οι άντρες τους οδηγούν προς τη θάλασσα την άνοιξη, που οι χείμαρροι είναι ορμητικοί και επικίνδυνοι. Συχνά την άνοιξη, που οι νύχτες ήταν ακόμα κρύες και ξάστερες, συναντούσαμε μεγάλα κοπάδια πρόβατα, με τα κουδούνια τους να χτυπούν και τα μάτια τους να λαμπυρίζουν στο σκοτάδι σαν μικρές φλογίτσες. Οι Ρουμάνοι χωρικοί, με τις φαρδιές γούνινες κάπες τους, σαν σε εικόνες από την Παλαιά Διαθήκη, οδηγούσαν με τα πόδια τα κοπάδια σε βοσκότοπους πάνω στα βουνά, μακριά από την καλοκαιρινή ζέστη. Πολλοί έρχονταν από μακρινές περιοχές του Δούναβη. Καθώς μπαίναμε σε μερικές πόλεις της Τρανσυλβανίας, η αλλαγή ήταν εμφανής, καθώς η επαρχία αυτή, πρώην ουγγρική, αποφάσισε να ενσωματωθεί στη Ρουμανία μετά τον πόλεμο. Εκτός από τα κεντητά ρουμάνικα ενδύματα, βλέπει κανείς ουγγρικές και σαξονικές ενδυμασίες, φορεμένες από ψηλούς άντρες και γυναίκες, που ανήκουν στη μαγυαρικη και στην τευτονική φυλή.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΚΟΠΙΑΣΤΙΚΗ! ΜΕΡΑΣ. ΠΡΙΝ ΤΟ ΧΑΡΑΜΑ ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΑΓΡΟΤΕΣ ΞΕΚΙΝΗΣΑΝ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΤΑ ΧΩΡΑΦΙΑ. ΤΩΡΑ, ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ, ΦΟΡΟΥΝ ΤΑ ΠΑΝΩΦΟΡΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΦΟΡΤΩΝΟΝΤΑΙ ΤΑ ΣΥΝΕΡΓΑ ΤΟΥΣ, ΕΧΟΝΤΑΣ ΤΥΛΙΞΕΙ ΜΕ ΠΑΝΙ ΤΙΣ ΛΕΠΙΔΕΣ ΤΩΝ ΔΡΕΠΑΝΙΩΝ, ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΣΚΟΥΡΙΑΣΟΥΝ. ΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΜΠΟΓΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑΜΠΟΚΙ ΚΑΙ ΑΡΑΚΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ.
ΟΛΟΙ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΕΝΑ ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. ΤΟ ΕΘΙΜΟ ΟΡΙΖΕΙ ΟΤΙ ΟΙ ΝΕΑΡΟΙ ΑΝΤΡΕΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ ΘΕΡΙΖΟΥΝ ΤΟ ΣΙΤΑΡΙ ΤΟΥ ΠΑΠΑ. ΜΕ ΤΑ ΔΡΕΠΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΣΟΥΓΚΡΑΝΕΣ ΣΤΟΝ ΩΜΟ ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΝ ΚΑΘΩΣ ΤΟΝ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΣΤΑ ΧΩΡΑΦΙΑ ΤΟΥ.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗ ΣΤΟ ΧΡΗΣΤΗ. ΨΗΛΕΣ ΔΕΡΜΑΤΙΝΕΣ ΜΠΟΤΕΣ ΜΕΤΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΤΕΧΝΙΤΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ, ΣΤΗΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΚΛΟΥΖ, ΣΤΗΝ ΤΡΑΝΟΥΛΒΑΝΙΑ.
ΕΝΑΣ ΒΟΥΝΙΣΙΟΣ ΤΗΣ ΜΠΟΥΚΟΒΙΝΑ ΠΑΙΖΕΙ ΤΗΝ ΓΚΑΙΝΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΟΜΕΝΕΣ ΓΕΝΙΕΣ. ΤΟ ΟΡΓΑΝΟ ΑΥΤΟ ΙΣΩΣ ΤΟ ΕΙΣΗΓΑΓΑΝ ΣΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΟΙ ΡΩΜΑΙΟΙ. ΕΠΕΙΔΗ Η ΔΥΣΚΟΛΗ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΙΞΙΜΑΤΟΣ ΑΥΤΩΝ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΣΙΓΑ ΣΙΓΑ ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΤΑΙ, Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΔΩ ΗΧΟΓΡΑΦΕΙΤΑΙ ΣΕ ΦΩΝΟΓΡΑΦΟ.

Οι γυναίκες είναι όμορφες μέσα στις φαρδιές φούστες τους, τους στενούς κορσέδες και τα ψάθινα, διακοσμημένα με λουλούδια και κορδέλες, καπέλα, ενώ οι άντρες φορούν πλατύγυρα τσόχινα καπέλα, κοντά μαύρα πανωφόρια, μαύρες μπότες και στενές κιλότες. Συχνά η αρχιτεκτονική διαφέρει χαρακτηριστικά -τα σπίτια έχουν δίριχτη στέγη και είναι γερμανικής τεχνοτροπίας. Παντού οι πινακίδες είναι σε τρεις γλώσσες -ρουμάνικα, γερμανικά και ουγγρικά. Η Τρανσυλβανία έχει ανάμεικτο πληθυσμό Ρουμάνων, που στο μεγαλύτερο ποσοστό τους είναι ουγγρικής και σαξονικής καταγωγής. Τους τελευταίους τους έφεραν εδώ οι Ούγγροι βασιλιάδες για να σχηματίσουν αμυντικό στρατό εναντίον των εισβολέων. Οι Γερμανοί εγκαταστάθηκαν γύρω από τις επτά σαξονικές πόλεις -το όνομα της Τρανσυλβανίας στα γερμανικά είναι «Ζιμπενμπίρκεν» (δηλαδή «επτά πόλεις»). Από τις αρχικές επτά σαξονικές πόλεις, οι μεγαλύτερες και πιο ενδιαφέρουσες είναι το Μπρασόβ (Κρόνστατ), το Σιμπίου (Χέρμανστατ) και η Σιγκισοάρα (Σέσμπουρκ). Η πρώτη είναι και η πιο μεγάλη. Η δεύτερη έχει θαυμάσια κτίρια, μουσεία και βιβλιοθήκες που προσελκύουν πολύ κόσμο. Το Μπρασόβ έχει μια μεσαιωνική εκκλησία, που τώρα είναι λουθηρανική, γεμάτη σπάνια τούρκικα χαλιά, δώρα εμπόρων από βαφτίσια, γάμους ή κηδείες. Η πόλη αυτή ήταν στο παρελθόν το κέντρο εμπορίου της κεντρικής Ευρώπης με την Τουρκία και την Ανατολή.
ΑΝ ΠΟΝΑΕΙ Η ΠΛΑΤΗ ΣΟΥ, Η ΑΡΚΟΥΔΑ ΘΑ ΧΟΡΕΨΕΙ ΠΑΝΩ ΤΗΣ. ΟΙ ΤΣΙΓΓΑΝΟΙ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΣΤΙΣ ΑΡΚΟΥΔΕΣ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΜΑΣΑΖ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΤΩΝ ΦΤΩΧΩΝ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΞΑΝΤΛΗΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΛΟΗΜΕΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΤΑ ΧΩΡΑΦΙΑ. ΥΠΟ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΕΝΟΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ (ΠΑΝΩ ΔΕΞΙΑ) ΕΝΑΣ ΠΛΑΝΟΔΙΟΣ ΧΤΥΠΑΕΙ ΜΕ ΡΥΘΜΟ ΤΟ ΝΤΕΦΙ, ΕΝΩ Ο ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ ΤΟΥ ΚΑΘΟΔΗΓΕΙ ΤΟΝ ΚΑΛΟΦΙΜΩΜΕΝΟ ΧΟΡΕΥΤΗ, ΠΟΥ ΔΙΑΣΚΕΔΑΖΕΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ.

Η ΚΑΡΚΑΣΟΝ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ

Η Σιγκισοάρα, μια μεσαιωνική οχυρωμένη πόλη χτισμένη πάνω σε λόφο, έχει μείνει ανέπαφη στο χρόνο περισσότερο και από τη γαλλική πόλη Καρκασόν. Οι κάτοικοι της ήταν πολύ φτωχοί για να γκρεμίσουν την παλιά πόλη και να χτίσουν καινούργια σπίτια, κι έτσι διατηρήθηκε ένας σπουδαίος θησαυρός μέσα στη θαυμάσια εκκλησία και στο δημαρχείο της, μέσα στους πύργους των τειχών της. Ο έφορος του μουσείου και η αδερφή του, που είχαν κάνει εμβριθείς μελέτες, μας ξενάγησαν σε όλο το μουσείο. Εκείνος, κορυφαίος παθολόγος στην πόλη, είχε την τύχη να βρίσκει πολύτιμα αντικείμενα στα σπίτια των ασθενών του.
ΝΕΑΡΟΙ ΒΟΗΘΟΥΝ ΣΤΟ ΓΛΕΝΤΙ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ. ΣΧΕΔΟΝ ΟΛΟ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΤΟΥ ΡΟΥΚΑΡ ΜΑΖΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ, ΟΠΟΥ Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΝΕΒΑΖΕΙ ΤΟ ΚΕΦΙ. ΣΥΝΗΘΩΣ ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΣΙΓΓΑΝΟΙ ΔΕΞΙΟΤΕΧΝΕΣ ΠΟΥ ΠΑΙΖΟΥΝ ΒΙΟΛΙ ΚΑΙ ΣΑΝΤΟΥΡΙ.
ΤΑ ΖΕΥΓΑΡΙΑ ΣΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΔΕΝΟΝΤΑΙ ΜΕ ΔΙΠΛΑ ΔΕΣΜΑ. Ο ΝΟΜΟΣ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΓΑΜΟ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. ΕΔΩ Ο ΓΑΜΠΡΟΣ, ΧΩΡΙΚΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΛΤΕΝΙΑ, ΟΔΗΓΕΙ ΤΗ ΝΥΦΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΔΗΜΑΡΧΟ, ΠΟΥ ΣΤΕΚΕΙ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΟΥ, ΜΕ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ ΣΤΟ ΣΤΗΘΟΣ.
ΝΑΝΟΥΡΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΚΟΥΝΙΑ. ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΟΙ ΜΑΜΑΔΕΣ ΜΑΖΕΥΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΜΩΡΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΑ ΚΡΑΤΑΝΕ ΗΣΥΧΑ ΚΟΥΝΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΚΡΕΜΑΣΤΕΣ ΚΟΥΝΙΕΣ. ΣΕ ΠΕΡΙΟΠΤΗ ΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΑΛΟΝΙ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΣΥΓΓΕΝΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΑΝ ΣΤΙΣ ΗΠΑ.
ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥΛΑΕΙ ΛΟΥΚΑΝΙΚΑ ΣΤΟ «ΝΥΦΟΠΑΖΑΡΟ». ΣΕ ΜΙΑ ΚΟΡΥΦΗ ΤΩΝ ΑΠΟΥΟΕΝΙ, ΣΤΗΝ ΚΕΝΤΡΟΔΥΤΙΚΗ ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΑ, ΝΕΑΡΕΣ ΚΑΙ ΝΕΑΡΟΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΠΟΜΟΝΩΜΕΝΕΣ ΚΟΙΛΑΔΕΣ ΜΑΖΕΥΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΕΤΗΣΙΟ ΠΑΖΑΡΙ. ΚΑΘΕ ΚΟΠΕΛΑ ΕΠΙΔΕΙΚΝΥΕΙ ΜΕ ΕΠΙΤΗΔΕΥΜΕΝΗ ΣΕΜΝΟΤΗΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΙΚΑ ΤΗΣ.
ΚΟΥΒΑΛΩΝΤΑΣ ΤΟ ΝΕΚΡΟ ΣΤΟΥΣ ΩΜΟΥΣ. ΝΕΟΙ ΑΝΤΡΕΣ ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΝ ΤΟ ΑΝΘΟΣΤΟΛΙΣΤΟ ΦΕΡΕΤΡΟ ΣΕ ΜΙΑ ΚΗΔΕΙΑ Σ’ ΑΥΤΟ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΤΗΣ ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΑΣ. ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΟΥΣ Ο ΣΕΒΑΣΜΙΟΣ ΓΕΝΕΙΟΦΟΡΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΙΕΡΕΑΣ ΠΕΡΠΑΤΑΕΙ ΑΡΓΑ ΜΕ ΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΕΝΟΣ ΡΑΒΔΙΟΥ.
ΘΡΗΝΟΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΝΟΙΧΤΟ ΦΕΡΕΤΡΟ. ΟΙ ΠΕΝΘΟΥΝΤΕΣ ΗΤΑΝ ΤΟΣΟ ΠΟΛΛΟΙ, ΠΟΥ ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΑΓΡΟΤΟΟΠΙΤΟ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΣΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΧΩΡΕΣΕΙ, ΚΙ ΕΤΣΙ Η ΤΕΛΕΤΗ ΕΓΙΝΕ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟ ΥΠΑΙΘΡΟ, ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΜΟΛΔΑΒΙΑΣ.
«ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟΙ ΣΗΜΕΡΑ, ΚΟΥΡΕΛΗΔΕΣ ΑΥΡΙΟ». ΕΤΣΙ ΛΕΕΙ ΜΙΑ ΡΟΥΜΑΝΙΚΗ ΠΑΡΟΙΜΙΑ, ΜΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΖΕΥΓΑΡΙΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΙΚΡΕΣ. Ο ΝΕΑΡΟΣ ΓΑΜΠΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΡΟΥΚΑΡ ΠΟΖΑΡΕΙ ΚΑΜΑΡΩΤΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗ ΝΥΦΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΘΕΡΟ ΤΟΥ.

Εδώ οι Σάξονες χρησιμοποιούν τη γερμανική γλώσσα όταν μιλάνε για τα ποτάμια και την πόλη τους, το Σέσμπουρκ, και μερικοί δεν γνωρίζουν τα αντίστοιχα ρουμάνικα ονόματα, που έχουν επισήμως αντικαταστήσει τα γερμανικά. Κοντά στη Σιγκισοάρα ένας δικός μας μισθοφόρος, ο John Smith, μέλος κάποιου μισθοφορικού ευρωπαϊκού στρατού, πολέμησε γενναία και διακρίθηκε στη Μάχη των Τριών Τουρκικών Κεφαλών. Για τη γενναιότητα του ο δούκας της Τρανσυλβανίας, Σιγισμούνδος Μπάτορι, τον έχρισε ιππότη το 1603. Πριν αφήσουμε την Τρανσυλβανία, είδαμε την ιερή πόλη της Άλμπα-Ιούλια να αναπαύεται ασφαλής μέσα στα παμπάλαια τείχη της, στην κορυφή ενός λόφου. Στον ορθόδοξο καθεδρικό ναό των τελετών στέψης, στις 15 Οκτωβρίου του 1922, ο Φερδινάνδος στέφθηκε πρώτος βασιλιάς της ενωμένης Ρουμανίας. Η Αλμπα-Ιούλια είναι το λίκνο της ρουμάνικης ελευθερίας, όπως είπε κάποιος συγγραφέας. Γύρω στο 1600 ο Μιχαήλ ο Γενναίος κατέλαβε την Άλμπα-Ιούλια και την Τρανσυλβανία, γεγονός που ενίσχυσε τη διεκδίκηση της Τρανσυλβανίας από τη Ρουμανία όταν οι δυο τους ενώθηκαν, το 1918.

ΘΕΡΕΤΡΑ ΠΟΥ ΧΡΟΝΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ

Πολλά θέρετρα με ιαματικά λουτρά είναι διασκορπισμένα σε όλη τη Ρουμανία. Ανακαλύφθηκαν και χτίστηκαν κυρίως από τους Ρωμαίους. Κάποιος είπε έξυπνα ότι έχουν βρεθεί τόσο πολλά λουτρά στις περιοχές των πρώτων ρωμαϊκών κτήσεων, που θα νόμιζε κανείς ότι οι Ρωμαίοι έκαναν τις κατακτήσεις τους μόνο και μόνο για να απολαμβάνουν τα μπάνια τους. Σε ένα δεκαπενθήμερο ταξίδι με αυτοκίνητο στη βόρεια Ρουμανία θυμάμαι ότι δεν συναντήσαμε κανέναν άλλο περιηγητή. Όσο για τους σιδηρόδρομους, οι κύριες γραμμές που συνδέουν τη Ρουμανία με τη δυτική Ευρώπη είναι κατάλληλες και για πολυτελή τρένα, όπως το εξαιρετικό Arlberg και το πασίγνωστο Orient Express, που περνάνε μέσα από το Βουκουρέστι -αλλά τα ταξίδια στην ύπαιθρο με τα τοπικά τρένα μου φάνηκαν απελπιστικά αργά. Βολευτήκαμε μια χαρά πάντως, ταξιδεύοντας δεύτερη θέση προς τη Μαύρη Θάλασσα με ένα πολυτελές εξπρές. Θα ήταν κρίμα να γυρίσει κανείς τη Ρουμανία με τρένο. 
ΧΩΡΙΚΟΙ ΓΟΝΑΤΙΖΟΥΝ ΔΙΠΛΑ ΣΕ ΜΙΑ ΘΗΜΩΝΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΕΝΟΙ ΠΑ ΚΑΛΗ ΣΟΔΕΙΑ. ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΑ ΛΑΒΑΡΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΝΑΣ ΠΑΠΑΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΟ ΝΕΡΟ ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΑ ΡΑΝΤΙΣΕΙ ΤΑ ΧΩΡΑΦΙΑ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΠΟΕΝΙΤΣΑ ΒΟΙΝΙ, ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΕΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ. Ο ΤΥΠΙΚΟΣ ΡΟΥΜΑΝΟΣ ΑΓΡΟΤΗΣ ΠΑΝΤΑ ΚΑΝΕΙ ΑΓΙΑΣΜΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΤΟΥ. ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ ΞΗΡΑΣΙΑΣ ΚΑΝΕΙ ΔΕΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΝΑ ΕΡΘΕΙ ΘΡΟΧΗ.
ΟΙ ΧΩΡΙΚΟΙ ΛΕΝΕ ΟΤΙ «ΧΟΡΕΥΟΥΝ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ, ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΑΣΜΕΝΟΙ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ». ΟΛΟΚΛΗΡΑ ΧΩΡΙΑ ΜΑΖΕΥΟΝΤΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΧΟΡΕΨΟΥΝ ΟΙ ΝΕΟΤΕΡΟΙ ΣΤΟ ΡΥΘΜΟ ΤΗΣ «ΧΟΡΑ» ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΥΣ ΚΑΜΑΡΩΣΟΥΝ ΟΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΙ. ΑΥΤΟΣ Ο ΠΑΜΠΑΛΑΙΟΣ ΚΥΚΛΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΡΟΥΜΑΝΙΚΟΣ ΧΟΡΟΣ ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣ ΚΡΑΤΑΕΙ ΩΡΕΣ. ΠΙΑΣΜΕΝΟΙ ΧΕΡΙ ΧΕΡΙ ΟΙ ΧΟΡΕΥΤΕΣ ΠΡΟΧΩΡΟΥΝ ΜΕ ΛΙΚΝΙΣΤΟ ΒΗΜΑ, ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΟΔΕΙΑ ΒΙΟΛΙΟΥ ΚΑΙ ΛΑΟΥΤΟΥ.
ΟΠΟΥ ΠΑΕΙ Η ΦΟΡΑΔΑ, ΘΑ ΠΑΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΥΛΑΡΙ. ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΜΙΑ ΜΕΡΑ -ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΟΠΟΔΕΣ ΤΩΝ ΝΟΤΙΩΝ ΚΑΡΠΑΘΙΩΝ, ΣΤΟ ΠΑΛΑΙΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ. Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΒΑΛΑ ΣΤΟ ΒΟΥΝΙΣΙΟ ΑΛΟΓΑΚΙ ΤΗΣ ΕΧΕΙ ΜΑΖΙ ΤΗ ΡΟΚΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΓΝΕΘΕΙ. ΤΑ ΣΑΚΙΑ ΠΟΥ ΚΡΕΜΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΑ ΕΙΝΑΙ ΓΕΜΑΤΑ ΒΟΥΤΥΡΟ, ΤΥΡΙ ΚΑΙ ΦΡΟΥΤΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΠΟΥΛΗΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ.
ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΣΤΟ ΠΑΖΑΡΙ ΤΩΝ ΒΟΔΙΩΝ. ΣΤΑ ΠΕΡΙΧΩΡΑ ΤΟΥ ΝΤΡΑΓΚΟΥΣ, ΣΤΗΝ ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΑ, ΟΙ ΑΓΡΟΤΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΕΠΙΤΗΔΕΙΑ, ΑΓΟΡΑΖΟΝΤΑΣ ΚΑΙ ΠΟΥΛΩΝΤΑΣ, ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΞΟΔΕΥΟΥΝ ΤΑ ΚΕΡΔΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ, ΣΕ ΔΕΡΜΑΤΙΝΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΕΙΔΗ ΠΟΥ ΛΙΜΠΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΤΟΥΣ.
ΤΟ ΣΗΜΑΝΤΡΟ ΚΑΛΕΙ ΤΟΥΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΣΕ ΠΡΟΣΕΥΧΗ. ΑΥΤΟ ΤΟ ΜΕΤΑΛΛΙΚΟ ΣΗΜΑΝΤΡΟ ΦΕΡΕΙ ΤΟ ΘΥΡΕΟ ΜΙΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΛΙΕΣ ΡΟΥΜΑΝΙΚΕΣ ΗΓΕΜΟΝΙΕΣ. ΚΡΕΜΕΤΑΙ ΣΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΙΟΜΑΝΑ, ΕΧΟΝΤΑΣ ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ ΞΕΦΥΓΕΙ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΙΡΑ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΠΟΛΛΕΣ ΚΑΜΠΑΝΕΣ, ΠΟΥ ΤΙΣ ΕΛΙΩΣΑΝ ΓΙΑ ΝΑ ΦΤΙΑΞΟΥΝ ΜΠΑΛΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΝΟΝΙΑ.

Με αυτοκίνητο, πάλι, πρέπει να είναι προετοιμασμένος να αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες, σε σχέση όχι μόνο με τους δρόμους αλλά και με τα ξενοδοχεία, που συχνα είναι πρωτόγονα και χωρίς ανέσεις. Πάντως, αν επιμείνει κανείς στην τοπική κουζίνα, θα βρει φαγητά απλά και θρεπτικά. Ένα από αυτά, το σαρμάλε, είναι ντολμάδες από ξινά λαχανόφυλλα και κρέας, σερβιρισμένοι με πουρέ από χοντροκομμένο καλαμποκάλευρο, που ονομάζεται μαμαλίγκα, και με μια πολύ καυτερή σάλτσα ή κάποιες φορές με παχιά ξινή κρέμα γάλακτος. Η μαμαλίγκα είναι το εθνικό φαγητό και ένα από τα βασικά μέσα συντήρησηςτων φτωχών. Σερβίρεται επίσης με αβγά και σε άλλους συνδυασμούς. Ταξιδεύοντας κανείς με τρένο χάνει την ευκαιρία να δει την πανέμορφη ύπαιθρο, την ενδιαφέρουσα αγροτική ζωή και τη συνεχή εναλλαγή σκηνικού και ατμόσφαιρας. Οι κακοί δρόμοι και το ανεπαρκές σιδηροδρομικό δίκτυο επιτρέπουν να παρατηρεί κανείς, σε απόσταση λίγων μόνο χιλιομέτρων, χτυπητές διαφορές στην ενδυμασία και στα έθιμα.

Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΙΑΣ ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΟΥΣ ΦΥΛΗΣ

Βγαίνοντας με το αυτοκίνητο από το Μπρασόβ και συνεχίζοντας το ταξίδι μέσα στην Τρανσυλβανία, μας εξέπληξε η αλλαγή στους ανθρώπους, στα σπίτια και στην ενδυμασία. Βρισκόμασταν στη χώρα των Σεκλέρ, αυτής της παράξενης τουρανικής φυλής, για την προέλευση της οποίας έχει προκύψει τόση διαμάχη. Κάποιοι ιστορικοί επιμένουν ότι η φυλή αυτή ξέμεινε εκεί όταν η ορδή των Ούννων του Αττίλα αποσύρθηκε στα ανατολικά. Άλλοι ισχυρίζονται ότι ήταν μια ιδιαίτερη φυλή των εισβολέων Μαγυάρων του Άρπαντ, η οποία εγκαταστάθηκε στα βουνά της ανατολικής Τρανσυλβανίας. Τα σπίτια αυτών των ανθρώπων είναι χτισμένα με κορμούς, και οι σκαλιστές ξύλινες είσοδοι στο μπροστινό μέρος τους είναι χαρακτηριστικές της κεντρικής Ασίας. Δυσκολευτήκαμε να κατατοπιστούμε σ' αυτή την περιοχή, αφού σχεδόν κανείς δεν μιλούσε ρουμάνικα. Στο ταξίδι μας μέσα από τη Μολδαβία και την Μπουκοβίνα οι σκηνές που είδαμε στο δρόμο ήταν η αποζημίωση για τα ατελείωτα κουραστικά χιλιόμετρα που είχαμε διανύσει.

ΤΕΙΧΗ ΠΟΥ ΑΝΤΕΞΑΝ ΤΗ ΔΙΝΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. ΑΙΩΝΕΣ ΠΡΙΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΗΓΕΜΟΝΕΣ, ΔΙΩΓΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΑΣΙΑΤΕΣ ΕΙΣΒΟΛΕΙΣ, ΕΚΑΝΑΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΕΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΟΤΑΝ ΕΦΤΑΝΑΝ ΣΤΟ ΟΧΥΡΩΜΕΝΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΗΣ ΣΟΥΤΣΕΒΙΤΣΑ, ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΟΙ ΜΟΛΔΑΒΙΑ, ΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΜΠΟΥΚΟΒΙΝΑ.

Ένα μεσημέρι, καθώς κατεβαίναμε τις ανατολικές πλαγιές των Καρπαθίων ακολουθώντας τη βόρεια κοίτη του ποταμού Μπιστρίτσα, συναντήσαμε ένα χωριουδάκι με τρία ή τέσσερα σπίτια όπου γινόταν γάμος. Κάτοικοι των γύρω βουνών είχαν έρθει περπατώντας από χιλιόμετρα μακριά για να πάρουν μέρος στο γλέντι. Ήταν τόσο καθαροί, χαρούμενοι, ανέμελοι και καλοθρεμμένοι, που ο εφιάλτης της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης μας φαινόταν να είναι πολύ μακριά. Ήταν όμορφοι μέσα στις γιορτινές τους φορεσιές, τις ωραιότερες που είδα στη Ρουμανία. Εκτός από τις τσόχινες κιλότες και τις άσπρες κολλαριστές μπλούζες, οι άντρες φορούσαν και άσπρα δερμάτινα μπολερό, κεντημένα με χρωματιστές χάντρες, σαν των Ινδιάνων της Αμερικής, ή με χοντρά πολύχρωμα νήματα, γαρνιρισμένα με φάσες από μαλλί καρακούλ και αστραχάν. Οι γυναίκες ήταν εξίσου γοητευτικές. Πολλές κρατούσαν μωρά τριών ή τεσσάρων εβδομάδων, φασκιωμένα σαν μικρές μούμιες σε λινές πάνες, τυλιγμένα μέχρι το πιγούνι με ροζ κουβερτάκια και κουκουλωμένα με κλασικά ροζ σκουφάκια με πολλούς φιόγκους. Τα είχαν σε μικρές ξύλινες κούνιες, φτιαγμένες από σκαφτούς κορμούς δέντρων και βαμμένες με χαρούμενα χρώματα.

ΠΟΖΑΡΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ

Μια άλλη μέρα πέσαμε πάνω σε πλήθη χωρικών που κατευθύνονταν βιαστικά προς μια μικρή ξύλινη εκκλησία, όπου επρόκειτο να γιορταστεί η μέρα του Αγίου Στεφάνου. Σταματήσαμε τέσσερις νεαρούς ντυμένους στα κατάλευκα, αν εξαιρέσει κανείς τα λαμπερά κόκκινα υφασμάτινα ζωνάρια τους και τα μικρά μαύρα τσόχινα καπέλα τους, που είχαν ένα φτερό ή ένα χάρτινο λουλούδι στερεωμένο επάνω τους καμαρωτά. Στην παράκληση μας για μια φωτογραφία στάθηκαν στη σειρά με επισημότητα, τα πρόσωπα τους πήραν σοβαρό ύφος, έβαλαν το ένα πόδι ελαφρώς μπροστά και με το ένα χέρι ακουμπισμένο στο γoφό και τον αγκώνα προς τα έξω μας έδωσαν μια κομψή εικόνα. Έπειτα, με τη γνήσια ρουμάνικη ευγένεια και φιλοξενία, μας προσκάλεσαν στη γιορτή. Όταν φτάσαμε εκεί, βρήκαμε εκατοντάδες χωρικούς να έχουν μαζευτεί στην αυλή της εκκλησίας σχηματίζοντας πομπή, ενώ κάποιοι απ' αυτούς κρατούσαν λαμπερά σατέν λάβαρα και δύο χειροδύναμοι άντρες χτυπούσαν την καμπάνα που κρεμόταν σε ένα λιτό ξύλινο καμπαναριό έξω από την εκκλησία. Ο προορισμός τους ήταν το μικρό νεκροταφείο, λίγες εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα. Εκεί γονάτισαν και προσευχήθηκαν, οι γυναίκες ξεχωριστά από τους υπόλοιπους. Ήταν αρκετά συγκινητικό, γιατί προφανώς η περιοχή αυτή ήταν φτωχή και, αφού δεν υπήρχε παπάς, τη λειτουργία τέλεσαν κάποιοι χωρικοί. Ήμασταν πιθανότατα οι μοναδικοί Αμερικανοί που είχαν δει ποτέ αυτοί οι άνθρωποι. Έδειχναν συνεχώς περιέργεια για μας, ήταν όμως φιλικοί και εξυπηρετικοί. Μια μεγάλη παρέα από αγόρια μας περικύκλωσε, περιεργάστηκε κάθε εκατοστό του αυτοκινήτου, μας παρακάλεσε να τα πάμε βόλτα και ένα από αυτά με υπερηφάνεια έχρισε τον εαυτό του οδηγό μας και κουβαλητή της φωτογραφικής μηχανής, βοηθώντας μας να κρατάμε το πλήθος μακριά όταν βγάζαμε φωτογραφίες. Γυρνώντας πίσω στο δρόμο συναντήσαμε κάποιες χωρικές που αναμφίβολα είχαν καθυστερήσει λόγω των δουλειών του νοικοκυριού. Μας χαιρέτησαν κρατώντας τα παπούτσια τους στο χέρι. Όταν τους ζητήσαμε να τους τραβήξουμε μια φωτογραφία, η πρώτη τους κίνηση ήταν να τα βάλουν βιαστικά.

ΥΠΕΡΟΧΑ ΚΕΝΤΗΜΑΤΑ ΜΕ ΑΡΧΑΙΑ ΣΧΕΔΙΑ

Όλος ο κόσμος γνωρίζει για τη λαϊκή τέχνη και τα χειροτεχνήματα των χωρικών της Ρουμανίας. Στα καταστήματα εισαγόμενων ειδών σε κάθε μεγαλούπολη του κόσμου μπορεί κανείς να αγοράσει πουκάμισα εξαίσια κεντημένα, καταπληκτικά κεραμικά και χαλιά με σχέδια αυθεντικά και δουλεμένα με πολύ μεγάλη τέχνη. Αυτά τα πανάξια έργα έχουν δουλευτεί στο χέρι από το Ρουμάνο χωρικό, όπως γίνεται εδώ και αιώνες, με τις ίδιες πρωτόγονες τεχνικές και τα ίδια εργαλεία που χρησιμοποιούσαν οι προγονοί του. Κατά τη διάρκεια του παρατεταμένου ρουμάνικου χειμώνα, όταν παχύ χιόνι καλύπτει το έδαφος και φράζει την είσοδο της μικροσκοπικής καλύβας του, ο χωρικός μετατρέπει σε νήμα το λινάρι ή την κάνναβη από τα χωράφια του. Στους αργαλειούς που έχει στο σπίτι του υφαίνει και διακοσμεί τα υφάσματα του με περίπλοκα κεντήματα, που τα αρχαία σχέδια τους αποτελούν μέρος του ετερόκλητου παρελθόντος του. Τα κεραμικά του είναι τόσο πρωτόγονα και υπέροχα όσο αυτά των Ινδιάνων της Αμερικής, και αν ανατρέξουμε στο απώτατο παρελθόν, ίσως ανακαλύψουμε ότι έχουν κοινή ασιατική προέλευση.
ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ TOY ΠΕΛΕΣ, ΣΤΗ ΣΙΝΑΪΑ, ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΓΑΠΗΜΕΝΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ. ΤΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΕΙΝΑΙ ΦΩΛΙΑΣΜΕΝΟ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΕΛΑΤΑ ΤΩΝ ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΚΩΝ ΑΛΠΕΩΝ, ΔΥΟ ΩΡΕΣ ΜΕ ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙ. ΧΤΙΣΤΗΚΕ ΠΡΙΝ 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΟΕΝΤΣΟΛΕΡΝ ΚΑΡΟΛΟ Α', ΙΔΡΥΤΗ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΚΗΣ ΔΥΝΑΣΤΕΙΑΣ.
ΕΝΔΥΜΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΣΥΝΔΥΑΖΟΥΝ ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΕΣ ΣΧΕΔΟΝ ΔΥΟ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΧΡΟΝΩΝ. Ο ΑΝΤΡΑΣ ΣΤ' ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΦΟΡΑΕΙ ΜΑΚΡΙΑ ΠΟΥΚΑΜΙΣΑ, ΠΑΝΤΕΛΟΝΙ ΚΑΙ ΔΕΡΜΑΤΙΝΗ ΖΩΝΗ, ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΣΤΗ ΜΟΔΑ ΟΤΑΝ ΟΙ ΛΕΓΕΩΝΕΣ ΤΟΥ ΤΡΑΪΑΝΟΥ ΕΙΣΕΒΑΛΑΝ ΣΤΗ ΧΩΡΑ. ΟΙ ΧΩΡΙΚΟΙ ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΜΠΟΥΚΟΒΙΝΑ.

Το μαλλί των προβάτων του λαναρίζεται με το χέρι, γνέθεται στη ρόκα για να γίνει νήμα και υφαίνεται σε χαλί στους σπιτικούς αργαλειούς.

ΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΩΝ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΩΝ

Αλλά τι γνωρίζει ο κόσμος για τα μεγαλύτερα και τα πλουσιότερα καλλιτεχνικά θησαυροφυλάκια της Ρουμανίας, δηλαδή τα μεσαιωνικά οχυρωμένα μοναστήρια της; Γιατί δεν έρχεται εδώ να θαυμάσει την ομορφιά αυτών των βυζαντινών μνημείων, όπως επισκέπτεται τα μνημεία της Ιταλίας και της Ισπανίας ή τα τζαμιά της Κωνσταντινούπολης; Γιατί είναι τόσο λίγοι οι ταξιδιώτες που τα έχουν επισκεφθεί και έχουν γράψει για αυτά, τα οποία συγκεντρώνουν τεράστιο υλικό πλούτο, άρρηκτα συνυφασμένο με την ιστορία και το μύθο; Ακόμα και αν ζει κανείς στη χώρα αυτή, ελάχιστα γνωρίζει για την ύπαρξη των μοναστηριών της. Λόγω της έλλειψης ενδιαφέροντος από τους ντόπιους, δεν ήμουν προετοιμασμένη γι' αυτή τη σπάνια ομορφιά. Παρά τις δυσκολίες του ταξιδιού λόγω των κακών δρόμων, μόλις συναντήσαμε ένα από αυτά τα μοναστήρια, προς το τέλος μιας κουραστικής μέρας, καταλάβαμε ότι σίγουρα άξιζε τον κόπο η ταλαιπωρία. Τα μοναστήρια βρίσκονται στις παλιές ηγεμονίες της Βλαχίας και της Μολδαβίας και στην υπέροχη Μπουκοβίνα, μέσα στο πράσινο και τη γαλήνια ομορφιά, στις ανατολικές πλαγιές των Καρπαθίων. Στην πλειοψηφία τους χτίστηκαν από τοπικούς ηγεμόνες σε ανάμνηση της απόκρουσης κάποιου εισβολέα ή για να εξυπηρετήσουν ως καταφύγια τις οικογένειες τους και τους ακολούθους τους σε επικίνδυνους καιρούς. Τα περισσότερα είναι μεσαιωνικά φρούρια και σαν τέτοια η θέση τους έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Χτισμένα σε απομονωμένα μέρη, δεσπόζοντας πάνω από πανέμορφες κοιλάδες ή κρυμμένα μέσα σε δασωμένα βουνά, φαντάζουν απόρθητα πίσω από τα ψηλά τους τείχη, τους προμαχώνες και καμιά φορά τις τάφρους τους. Αν και πέρασαν από τα χέρια πολλών εισβολέων, είναι καταπληκτικό το πόσο αναλλοίωτος έχει διατηρηθεί ο πρώιμος βυζαντινός χαρακτήρας τους και η ελληνορθόδοξη παράδοση τους. Η Ρουμανία είναι η μόνη λατινική, ή ρωμανική, χώρα της Ανατολικής Εκκλησίας. Η γλώσσα, που την πήρε από τους πρώτους Ρωμαίους κατακτητές, είναι κατά βάση λατινική, έχει όμως απορριχρήοει πολλά στοιχεία από τη σλαβική. Η λειτουργική γλώσσα της Εκκλησίας ήταν εξαρχής η σλαβονική, ενώ ο ρόλος της, όσον αφορά τα γραπτά αρχεία και το εκκλησιαστικό τελετουργικό, είναι ο ίδιος με αυτόν της λατινικής οτις καθολικές Εκκλησίες του δυτικού κόσμου.

ΤΟ ΞΥΛΙΝΟ ΣΗΜΑΝΤΡΟ

Η σλαβονική γλώσσα δημιουργήθηκε με βάση το αλφάβητο που επινοήθηκε από τον Κύριλλο, ένα μοναχό σταλμένο σε ιεραποστολή από την Ανατολική Εκκλησία, για να ταιριάζει με την καθομιλουμένη σλαβική. Ο Κύριλλος και ο αδελφός του ο Μεθόδιος ξεκίνησαν από την Κωνσταντινούπολη τον ένατο αιώνα για να εκχριστιανίσουν τα ειδωλολατρικά σλαβικό: φύλα. Οι Ρουμάνοι ήταν χριστιανοί από τα ρωμαϊκά χρόνια. Είχαμε την τύχη να επισκεφθούμε την Κόζια, μια περιοχή της Ολιένια (Μικρή Βλαχία), αργά το απόγευμα. Την ώρα που φεύγαμε τα βήματα μας διακόπηκαν ξαφνικά από έναν παράξενο ανατολίτικο ρυθμό. Ένας νεαρός μοναχός χτυπούσε ρυθμικά μια βαριά καμπυλωτή ξύλινη δοκό, καλώντας τους αδελφούς του στον εσπερινό. Ο παράξενος τόνος και η αντήχηση που έκανε ανάμεσα στους λόφους πάνω από το μοναστήρι μάς θύμισε για μια στιγμή αφρικάνικο ταμ-ταμ. Μάθαμε ότι το ξύλινο σήμαντρο είχε αντικαταστήσει τις παμπάλαιες καμπάνες, που τις έλιωσαν για να φτιάξουν σιδερένιες μπάλες για τα κανόνια στη διάρκεια του πολέμου. Μερικά χιλιόμετρα πιο μακριά, σε μια απομονωμένη κοιλάδα, συναντήσαμε το πανέμορφο μοναστήρι Ντίντρουν Λεμν, που τώρα είναι γυναικείο. Μέσα σε δάσος από γέρικες βελανιδιές, πάνω σ' ένα λόφο, βρίσκεται μια μικρή ξύλινη εκκλησία, που λέγεται ότι φτιάχτηκε από το ξύλο ενός και μόνο δέντρου. Σ' ένα μπαλκόνι τυλιγμένο σε ροζ γεράνια, που βλέπει στην εκκλησία, η γοητευτική ηγουμένη μας πρόσφερε ένα θαυμάσιο γλυκό του κουταλιού από αχλάδι κι ένα ποτήρι νερό -ο ανατολίτικος τρόπος κεράσματος. Μετά μας έδειξε τα διαμερίσματα της μονής, που ήταν γεμάτα έξοχα έπιπλα αυτοκρατορικού ρυθμού, παραγγελία για τη βασίλισσα, η οποία κατά καιρούς έχει τιμήσει τη μονή με τις επισκέψεις της. .
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΟΥ ΦΡΟΝΤΙΖΟΥΝ ΤΟΥΣ ΚΗΠΟΥΣ ΤΟΥ ΚΑΣΡΟΥ ΤΟΥ ΜΠΡΑΝ, ΝΤΥΜΕΝΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΚΗ ΧΩΡΙΑΤΙΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ, ΣΒΗΝΟΥΝ ΤΗ ΔΙΨΑ ΤΟΥΣ ΣΕ ΜΙΑ ΚΡΗΝΗ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ ΣΤΟΝ ΠΡΟΣΤΑΤΗ ΑΓΙΟ ΤΟΥ ΔΩΡΗΤΗ.
ΕΙΝΑΙ ΥΠΕΡΗΦΑΝΗ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΗΠΟΥΡΟΣ ΜΙΑΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ. ΝΕΡΟΚΑΡΔΑΜΑ ΚΑΙ ΚΑΜΠΑΝΟΥΛΕΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΡΙΚΑ ΑΠΟ ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΠΟΥ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΝΤΑΙ ΣΕ ΤΟΣΗ ΑΦΘΟΝΙΑ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΟΠΕΛΑ ΣΤΟΥΣ ΚΗΠΟΥΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΣΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΜΠΡΑΝ.
Ο «ΠΥΡΓΟΣ ΤΟΥ ΡΟΛΟΓΙΟΥ» ΣΤΗ ΣΙΓΚΙΣΟΑΡΑ. ΟΙ ΠΥΡΓΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΤΕΙΧΗ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΚΗΣ ΠΟΛΗΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑ ΔΙΑΤΗΡΗΜΕΝΑ. ΚΟΝΤΑ ΣΤΗ ΣΙΓΚΙΣΟΑΡΑ Ο ΔΥΤΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΦΟΡΟΣ JOHN SMITH ΔΙΑΚΡΙΘΗΚΕ ΣΤΗ ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΚΕΦΑΛΩΝ.
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΑΣΤΡΟ ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ ΕΝΑ. ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΤΟΥ ΣΙΜΠΙΟΥ, ΣΤΗΝ ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΑ, ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΡΚΕΤΑ ΧΩΡΙΑ ΜΕ ΤΕΥΤΟΝΙΚΟ ΧΡΩΜΑ. ΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΕΧΟΥΝ ΣΑΜΑΡΩΤΗ ΣΤΕΓΗ, ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΦΟΡΟΥΝ ΡΟΥΜΑΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΑΞΟΝΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣΙΕΣ ΚΑΙ ΜΙΛΟΥΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ, ΟΥΓΓΡΙΚΑ ΚΑΙ ΡΟΥΜΑΝΙΚΑ.
ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΒΟΛΤΑ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΒΡΑΔΟΥ. ΟΙ ΔΟΝ ΖΟΥΑΝ ΤΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΑΣ, ΕΧΟΝΤΑΣ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ ΤΙΣ ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ, ΦΟΡΟΥΝ ΤΑ ΚΑΛΑ ΤΟΥΣ. Ο ΑΝΤΡΑΣ ΔΕΞΙΑ ΦΟΡΑΕΙ ΕΝΑ ΜΑΥΡΟ ΠΑΝΩΦΟΡΙ, ΡΙΧΤΟ ΣΤΟΥΣ ΩΜΟΥΣ. ΡΟΖΕΤΕΣ ΑΠΟ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΝ ΕΝΑ ΧΑΡΟΥΜΕΝΟ ΤΟΝΟ.
ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΠΡΟΒΑΤΟ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΤΟΥ. ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΠΑΝΩ ΔΕΞΙΑ ΠΕΡΝΑΕΙ ΑΠΟ ΤΗ ΡΟΚΑ ΣΤΟ ΑΔΡΑΧΤΙ ΜΑΥΡΟ ΜΑΛΛΙ ΓΙΑ ΤΑ ΣΚΟΥΡΑ ΡΟΥΧΑ, ΟΠΩΣ Η ΠΟΔΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΗΣ ΤΗΣ, ΣΕ ΠΡΩΤΟ ΠΛΑΝΟ. ΕΝΑ ΑΡΧΑΙΟ ΣΧΕΔΙΟ ΣΤΟΛΙΖΕΙ ΤΟ ΛΕΥΚΟ ΜΕΣΟΦΟΡΙ ΤΗΣ ΚΟΠΕΛΑΣ ΠΟΥ ΚΛΩΘΕΙ ΣΤ' ΑΡΙΣΤΕΡΑ.

Τριάντα πέντε περίπου χιλιόμετρα από τη Μονή της Μπίστριτσα συναντήσαμε μια πομπή από ιερείς που περιέφεραν την πολύτιμη θήκη με τα οστά του αγίου Γρηγορίου στους δρόμους της πόλης Ρίμνικου-Βίλτσα. Ένα πλήθος από χωρικούς και κατοίκους της πόλης ακολουθούσαν τη λιτανεία μέσα στη σκόνη, ενώνοντας τις φωνές τους με τους ψαλμούς και τις δεήσεις των ιερέων για να έρθει βροχή στην κοιλάδα, που υπέφερε από ξηρασία κάμποσους μήνες. Ίσως και να γίναμε μάρτυρες ενός θαύματος, αφού όταν αργότερα επισκεφθήκαμε την Μπίστριτσα ξαφνικά άρχισε να βρέχει. Από την Μπίστριτσα φτάσαμε εύκολα, σε μισή ώρα με το αυτοκίνητο, στη Μονή του Χούρεζι, το ομορφότερο από όλα τα δημιουργήματα του Constantine Brancovan το δέκατο έβδομο αιώνα. Το μοναστήρι πήρε το όνομα του από τις κουκουβάγιες του δάσους που το περιβάλλει. Μπήκαμε από την οχυρωμένη πύλη, παγωμένοι από την απωθητική όψη που έχουν τα σκυθρωπά του τείχη, για να περάσουμε σε ένα πιο φιλικό περιβάλλον, γαλήνιας ομορφιάς. Εδώ συναντήσαμε καλόγριες αντί για μοναχούς και κάναμε μια ευχάριστη επίσκεψη στα μεγάλα εργαστήρια όπου υφαίνουν χαλιά και υφάσματα από το μαλλί που παίρνουν από τα κοπάδια τους και από το λινάρι των χωραφιών τους. Ο Constantine Brancovan προίκισε το μοναστήρι με αμύθητα πλούτη, με σκοπό να αποτελέσει ησυχαστήριο για τα μέλη του ηγεμονικού του οίκου.

ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑΣ ΑΝΤΙΣΤΕΚΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΘΕΟΜΗΝΙΕΣ

Στο βόρειο τμήμα της Μολδαβίας, την Μπουκοβίνα, που πήρε το όνομα της από τα τεράστια δάση της με οξιές, βρίσκει κανείς μερικά από τα ομορφότερα οχυρωμένα μοναστήρια. Οι εξωτερικοί τοίχοι τους, χτισμένοι με τούβλο και πέτρα, είναι συχνά διακοσμημένοι με σμαλτωμένες κεραμικές πλάκες και με εξωτερικές τοιχογραφίες, που είναι εκπληκτικό το πόσο καλά έχουν διατηρηθεί σε μια περιοχή με ακραίες αλλαγές θερμοκρασίας. Στον Στέφανο το Μέγα της Μολδαβίας, εκείνον το θρήσκο και πανίσχυρο ηγεμόνα που βασίλεψε από το 1457 έως το 1504, πρέπει κυρίως να αποδοθούν τα εύσημα για το χτίσιμο αυτών των ανθεκτικών μνημείων, όπως έκανε και ο Κονσταντίν Μπρανκοβεάνου δυο αιώνες μετά στη Βλαχία. Εύκολα μπορεί να μετρήσει κανείς σαράντα ή πενήντα εκκλησίες που ανεγέρθηκαν από τον Στέφανο μέσα σε ακτίνα ισάριθμων χιλιομέτρων. Οι τοιχογραφίες και τα εικονίσματα των εκκλησιών ζωγραφίστηκαν σύμφωνα με τους αυστηρούς κανόνες της Ανατολικής Εκκλησίας. Αν και η προοπτική είναι πρωτόγονη και οι μορφές άκαμπτες, ο πλούτος των διακοσμητικών λεπτομερειών και τα χρώματα αναδεικνύουν την ομορφιά των ζωγραφιών αυτών, που έχουν τόσο σθεναρά αντισταθεί στα στοιχεία της φύσης μέσα στο πέρασμα των αιώνων. Η διατήρηση τους συμβολίζει κατά κάποιον τρόπο την ισχυρή πίστη στην Εκκλησία, η οποία άντεξε μέσα στα χρόνια των πολέμων που γνώρισε αυτός ο τόπος. Το Νεάμτσου, ένα μοναστήρι που χρονολογείται από το 1390, έχει ενδιαφέρον κυρίως για τους θησαυρούς του και επειδή έγινε κέντρο των σλαβονικών εκκλησιαστικών σπουδών. Αναπαλαιώθηκε από τον Στέφανο το Μέγα στα τέλη του δέκατου πέμπτου αιώνα. Η εκκλησία είναι χτισμένη με τούβλο, με κομμάτια από ζωηρόχρωμα σμαλτωμένα κεραμίδια εδώ κι εκεί, που θυμίζουν στον επισκέπτη την αλλοτινή της όψη, με τα παράξενα χτυπητά της χρώματα και τα απλοϊκά της σχέδια, που ικανοποιούσαν ωστόσο ένα γούστο ανατολίτικο και συνάμα πρωτόγονο. Οι παλιές τοιχογραφίες και τα θαυμάσια εικονίσματα πρόσθεταν στην ομορφιά του κυρίως ναού και του πρόναου. Εκπληκτικοί είναι οι θησαυροί του μουσείου, με τα διακοσμημένα με πολύτιμους λίθους διαδήματα, τα βαριά ασημένια μανουάλια, τα λυχνάρια και τα ιερά κειμήλια. Υπάρχουν ακόμα Βίβλοι με υπέροχα διακοσμημένες σελίδες από περγαμηνή, που προστατεύονται από χειροποίητα χρυσά και ασημένια δεσίματα. Κάποια απ' αυτά ήταν δώρα του Αλέξανδρου Β' της Ρωσίας. Στους θησαυρούς συγκαταλέγονται ένας μανδύας που φορέθηκε από τον Στέφανο το Μέγα και μερικές εικόνες, μία από τις οποίες, ηλικίας πάνω από 1.000 χρόνων, μεταφέρθηκε από την Ιερουσαλήμ ως εδώ από τον Αλέξανδρο τον Καλό.

ΕΝΑΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΣ ΣΥΓΓΕΝΗΣ ΤΟΥ ΤΑΖ ΜΑΧΑΛ

Το Μοναστήρι του Νεάμτσου έχει συνεχή κίνηση και ζωή. Οι ρασοφόροι μοναχοί με τα μακριά μαλλιά καλλιεργούν τα χωράφια, φροντίζουν τα αμπέλια και είναι σχεδόν αυτάρκεις. Μπροστά από την εκκλησία του Νεάμτσου βρίσκεται μια φιάλη που τη στεφανώνει ένας τεράστιος βολβοειδής τρούλος, όμοιος με τους πράσινους τρούλους των ρώσικων εκκλησιών.
ΤΕΥΤΟΝΕΣ ΙΠΠΟΤΕΣ ΕΧΤΙΣΑΝ ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΜΠΡΑΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΕΠΤΑ ΑΙΩΝΕΣ. ΟΤΑΝ Η ΤΡΑΝΣΥΛΒΑΝΙΑ ΕΝΩΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ, Η ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΜΠΡΑΣΟΒ ΔΩΡΙΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΦΡΟΥΡΙΟ ΣΤΗ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΜΑΡΙΑ, ΠΟΥ ΤΟ ΕΠΙΠΛΩΣΕ ΜΕ ΠΑΛΙΟ ΡΟΥΜΑΝΙΚΟ ΣΤΙΛ. ΔΙΠΛΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΟΠΟΥ ΣΕΡΒΙΡΙΖΟΤΑΝ ΤΣΑΙ, ΚΑΠΟΤΕ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΣΤΕΚΙ ΤΗΣ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑΣ ΙΛΕΑΝΑΣ, ΧΩΡΙΚΟΙ ΣΚΑΛΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΠΟΤΙΖΟΥΝ ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΚΗΠΟΥ.

Με το παράξενο σχήμα του αποτελεί κληρονομιά της ανατολικής παράδοσης. Όταν ο Ταμερλάνος πολιορκούσε τη Δαμασκό, θαύμασε τους πανέμορφους τρούλους του μεγαλύτερου τζαμιού της πόλης και διέταξε να μην το πειράξουν. Παρά τις διαταγές του, το τζαμί κάηκε στη μεγάλη πυρκαγιά που ακολούθησε τη σφοδρή επίθεση του στρατού του. Τότε ο Τάταρος κατακτητής μάζεψε τους αρχιτέκτονες και τους εργάτες που το είχαν χτίσει και τους πήρε μαζί του στη Σαμαρκάνδη, όπου κατασκεύασαν ένα καταπληκτικό τζαμί, στολίζοντας το με τους ίδιους βολβοειδείς τρούλους που του είχαν κάνει εντύπωση στη Δαμασκό. Από τη Σαμαρκάνδη υιοθετήθηκε το ασυνήθιστο αυτό είδος τρούλου για τις εκκλησίες της Ρωσίας και ακόμα δυτικότερα. Αργότερα οι απόγονοι του Ταμερλάνου το μετέφεραν στις Ινδίες και μπορεί κανείς να το αναγνωρίσει κοιτάζοντας το Ταζ Μαχάλ. Μείναμε ένα βράδυ στο γυναικείο μοναστήρι της Αγκάπια και την άλλη μέρα είδαμε τις σύγχρονες τοιχογραφίες του γνωστού Ρουμάνου καλλιτέχνη Grigorescu, πριν συνεχίσουμε για την Πούτνα.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΒΕΛΟΥΣ ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ

Το μοναστήρι χτίστηκε από τον Στέφανο το Μέγα είκοσι πέντε χρόνια πριν την ανακάλυψη της Αμερικής, ως ευχαριστήρια προσφορά στο Θεό για την απελευθέρωση από το ζυγό του Τούρκου εισβολέα. Λέγεται ότι ο Στέφανος ανέβηκε σε ένα γειτονικό λόφο και από κει έριξε ένα βέλος. Στο σημείο όπου προσγειώθηκε το βέλος αποφάσισε να χτίσει ένα μοναστήρι, που θα ήταν ο τόπος ταφής του ίδιου και της οικογένειας του. Το βέλος βρέθηκε καρφομένο στην καρδιά ενός δέντρου, το οποίο κόπηκε και η βάση του μπήκε σε ένα γύψινο καλούπι, που έγινε το στήριγμα για το σταυρό. Ένας μακρύς δρόμος, περιστοιχισμένος από αιωνόβια δέντρα, οδηγεί στα τείχη του καλά οχυρωμένου μοναστηριού. Μόλις περάσαμε τη χοντρή πόρτα της εισόδου, είδαμε πάνω από τα κεφάλια μας το σκαλιστό οικόσημο των Μολδαβών ηγεμόνων -το κεφάλι του ταύρου και το αστέρι. Αν και η εκκλησία έχει αναστηλωθεί σε μεγάλο βαθμό, διατηρεί το αρχικό στενό κωδωνοστάσιό της. Το μουσείο αυτό περιέχει μερικούς από τους σημαντικότερους θησαυρούς της ορθόδοξης χριστιανοσύνης, χάρη στην προνοητικότητα των μοναχών να τους κρύβουν σε καιρούς πολέμου. Στη διάρκεια του τελευταίου πολέμου άνοιξαν μια πρόχειρη τρύπα στον τοίχο και έχωσαν βιαστικά μέσα τους θησαυρούς. Ένας σωρός από σανό, πρόχειρα στοιβαγμένος από πάνω, ήταν το φυσικό καμουφλάζ που απομάκρυνε τις υποψίες. Η Βίβλος της Πούτνα είναι σπανιότατη. Είναι του δέκατου τρίτου αιώνα και οι πανέμορφοι σλαβονικοί χαρακτήρες της γράφτηκαν με επιμέλεια ένας ένας με το χέρι

Ο «ΣΑΤΑΝΑΣ» ΕΡΧΕΤΑΙ ΟΠΟΤΕ ΤΟΝ ΦΩΝΑΖΕΙ Ο ΑΦΕΝΤΗΣ ΤΟΥ

Η επίσκεψη μας εδώ έγινε πιο ενδιαφέρουσα χάρη στο νεαρό μοναχό που μας ξεναγούσε. Σε πολλά μέρη δεν υπήρχε κανείς που να μιλάει γαλλικά, αγγλικά ή γερμανικά -μόνο ρουμάνικα. Αυτός ο νέος άντρας μιλούσε καλά γερμανικά και αποκαλύφθηκε ότι ήταν Αυστριακός υπήκοος όταν η Μπουκοβίνα ανήκε στην Αυστρία. Είχε γίνει μοναχός μόλις πριν έξι χρόνια, μετά το θάνατο του αδερφού του. Ήταν πάρα πολύ ελκυστικός, αλλά την ομορφιά του κάλυπτε κατά κάποιον τρόπο η κόκκινη γενειάδα του. Μέσα στο μανίκι του ράσου του κρατούσε ένα μαύρο γατάκι, το «Σατανά». Ο Σατανάς έφευγε ή ερχόταν με μια λέξη του κυρίου του. Όταν επισκεφθήκαμε την εκκλησία στον εσπερινό, αυτός ξέφυγε από τον κύριο του και άρχισε να τρέχει πέρα δώθε με τον πλέον ασεβή τρόπο. Οι αδελφοί μοναχοί θορυβήθηκαν και αμέσως άρχισε το κυνήγι του Σατανά. Ο κύριος του, που διασκέδαζε πολύ με όλ' αυτά, τελικά τον φώναξε κι εκείνος υπάκουσε μεμιάς. Συμφωνήσαμε ότι ο φίλος μας θα πρέπει να ήταν το «μαύρο πρόβατο» του μοναστηριού. Μάθαμε ότι ήταν ο ράφτης των μοναχών, όμως είχε κι άλλα πολλά ταλέντα. Περάσαμε μια ώρα στο κελί του θαυμάζοντας τις ελαιογραφίες και τις ακουαρέλες που είχε ζωγραφίσει ο ίδιος. Μας έδειξε τα χειρόγραφα μιας κωμωδίας που έγραφε για να την παίξουν οι αδελφοί του.
«ΣΤΟΥΣ ΔΥΟ ΤΡΙΤΟΣ ΔΕΝ ΧΩΡΕΙ». ΤΟ ΖΕΥΓΑΡΙ ΠΟΥ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΖΕΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΞΥΛΙΝΟ ΚΟΥΒΑ ΦΟΡΑΕΙ ΑΣΠΡΑ ΓΙΛΕΚΑ ΦΤΙΑΓΜΕΝΑ ΑΠΟ ΔΕΡΜΑ ΠΡΟΒΑΤΟΥ, ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΣΕ ΑΝΤΡΕΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΥΤΝΑ. Η ΜΟΔΑ ΣΤΗΝ ΜΠΟΥΚΟΒΙΝΑ ΘΕΛΕΙ ΦΟΥΣΤΕΣ ΜΕ ΠΟΛΥ ΣΤΕΝΟ ΠΟΔΟΓΥΡΟ.

Έπαιξε με μεγάλη δεξιοτεχνία μια σερενάτα του Σούμπερτ με ένα παμπάλαιο τσίτερ, ένα είδος σαντουριού, και τραγούδησε με τη συνοδεία της κιθάρας του μια εύθυμη εγγλέζικη μπαλάντα. Μας πληροφόρησε ότι η μεγαλύτερη επίγεια επιθυμία του ήταν να αποκτήσει ένα πιάνο, κι εμείς ευχηθήκαμε να μπορούσαμε να του το προσφέρουμε. Για να δούμε τη Σουτσεβίτσα, βγήκαμε από την εθνική οδό και ανεβήκαμε αργά έναν καρόδρομο γεμάτο βράχια, που ακολουθούσε την ελικοειδή πορεία ενός ορμητικού χειμάρρου πάνω στο βουνό. Είχαμε αφήσει πια πίσω μας τα καλλιεργημένα χωράφια και τα φιλόξενα χωριουδάκια της κοιλάδας και ανηφορίζαμε μέσα από τα δάση με τα πεύκα και τις οξιές, που έμοιαζε να τα σκεπάζει η αχλή του Μεσαίωνα. Προχωρώντας είδαμε ντόπιους ξυλοκόπους να κρατούν στον ώμο τα παλιομοδίτικα τσεκούρια τους σε σχήμα μισοφέγγαρου ή να οδηγούν βοϊδάμαξες φορτωμένες με ξυλεία από το δάσος. Φορούσαν τις ίδιες σχεδόν μεσαιωνικές φορεσιές με τους προγόνους τους, όταν εκείνοι ακολουθούσαν τους αφέντες τους στον πόλεμο. Μακριά μαλλιά με μπούκλες, που ποτέ τους δεν είχαν γνωρίσει ψαλίδι, κρέμονταν από τα μαύρα γεισωτά τσόχινα καπέλα τους, σαν κι αυτά που φορούσαν οι εύθυμοι σύντροφοι του Ρομπέν των Δασών. Κοντά γιλέκα με μάλλινη επένδυση, κουμπωτές δερμάτινες ζώνες, στενές τσόχινες κιλότες δεμένες στη βάση τους με τα λουράκια από τις δερμάτινες μπότες τους παρέπεμπαν στην εποχή της φεουδαρχίας.

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΟΧΥΡΟ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΣΙΑΤΕΣ ΕΙΣΒΟΛΕΙΣ

Μεταφερθήκαμε νοερά πίσω στους αιώνες, όταν ο στρατός των αδελφών Μοβίλα τράπηκε σε φυγή, με τις γυναίκες φορτωμένες σε κάρα που τα έσερναν άλογα, και τους ιππότες μαζί με τους ένοπλους άντρες να παίρνουν βιαστικά θέσεις μάχης στο τελευταίο τους ορεινό προπύργιο, ενάντια στους βάρβαρους εισβολείς που έρχονταν από την Ανατολή. Πόσο ευχάριστο θέαμα θα πρέπει να ήταν εκείνα τα λευκά τείχη του φρουρίου της Σουτσεβίτσα, με τους ψηλούς πύργους, για τους χριστιανούς ηγεμόνες που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τις ασιατικές ορδές. Μόλις η τεράστια σιδερένια καταρράκτη της πύλης του κάστρου έκλεισε πίσω τους, η οικογένεια του ηγεμόνα και οι πιστοί του αναμφίβολα θα έτρεξαν προς την εκκλησία που βρίσκεται στο κέντρο του φρουρίου, για να προσευχηθούν για τη σωτηρία τους. Η εκκλησία της Σουτσεβίτσα δεν έχει ταίρι μέσα στη Ρουμανία, όσον αφορά την ομορφιά και το ιστορικό της ενδιαφέρον. Χτισμένη για δεύτερη φορά από τον Ιερεμία Μοβίλα το δέκατο έκτο αιώνα, παραμένει αναλλοίωτη και άφθαρτη από το χρόνο. Το πλατύ γείσο που προεξέχει από τη στρογγυλή οροφή με τα ξύλινα κεραμίδια έχει προστατέψει από τη βροχή και το χιόνι τις υπέροχες τοιχογραφίες που κοσμούν εξωτερικά τον τοίχο της εκκλησίας. Σε γαλακτώδες πράσινο φόντο είναι ζωγραφισμένες επτά σειρές τοιχογραφιών -ερημίτες, μάρτυρες, προφήτες, απόστολοι, άγγελοι και αρχάγγελοι-, μια ασυνήθιστη και πανέμορφη συμφωvία του μπλε, του κόκκινου και του πράσινου, καθώς και λαμπερά χρυσαφένια στέμματα και φωτοστέφανα. Σε έναν πλαϊνό τοίχο είδαμε με έκπληξη ζωγραφισμένους μια σειρά από αρχαίους Έλληνες φιλόσοφους, πλάι πλάι με τους αγίους. Τα πορτρέτα του Σοφοκλή, του Σωκράτη και του Πλάτωνα, με ξέθωρα χρυσαφένια στέμματα, λίγο διέφεραν από εκείνα των αγίων. Στο παρεκκλήσι των Μοβίλα οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με τα πορτρέτα των κτητόρων και των οικογενειών τους. Πέτρινες πλάκες με σλαβονικές επιγραφές και περσικά σχέδια σκεπάζουν τους τάφους όλων των μελών, εκτός από αυτόν της Ελισάβετ, συζύγου του Ιερεμία, που δεν μπόρεσαν να τη θάψουν εκεί. Η Ελισάβετ, μια όμορφη και φιλόδοξη γυναίκα, θεωρείται ότι σκότωσε το γαμπρό της Συμεών, για να πάρει τη βασιλεία ένας από τους γιους της. Τελικά την απήγαγαν οι Τούρκοι, την πήγαν στην Κωνσταντινούπολη και την εξευτέλισαν ρίχνοντας τη στο χαρέμι ενός αγά, όπου και έζησε ως το τέλος της. Σε αυτόν το χώρο κρέμεται ένας μπρούντζινος πολυέλαιος, διακοσμημένος με αβγά στρουθοκαμήλου, δώρο του συζύγου της Ιερεμία. Μια μικρή στρογγυλή θήκη από επιχρυσωμένο ασήμι που κρέμεται στη μέση του πολυελαίου περιέχει μια μπούκλα από τα χρυσοπόρφυρα μαλλιά της. Την είχε κόψει και την είχε στείλει από την Κωνσταντινούπολη με έναν πιστό υπηρέτη της, ως τάμα στο μοναστήρι. Στο μουσείο υπάρχουν ταφόπλακες και πολύτιμα υφάσματα, πολλά από τα οποία είναι εργόχειρα της ίδιας της Ελισάβετ και της νύφης της Μαργαρίτας. Μερικά από τα σπάνια σλαβονικά χειρόγραφα έχουν υποστεί ελαφρές φθορές από την υγρασία του εδάφους όπου τα είχαν θάψει κατά τη διάρκεια του τελευταίου πολέμου. Με μελαγχολία και λύπη που αφήναμε πίσω μας τη γαλήνια φιλοξενία του Μοναστηριού της Σουτσεβίτσα τραβήξαμε και πάλι το δρόμο μας κατά μήκος του ορμητικού χειμάρρου, πίσω στη σύγχρονη και πολύβουη πραγματικότητα. Κι έτσι αναπαύονται, κρυμμένοι στις βαθιές κοιλάδες των γεμάτων με πεύκα και οξιές Καρπαθίων, αυτοί οι ασύγκριτης ομορφιάς σπάνιοι θησαυροί, τυλιγμένοι σε μια ατμόσφαιρα μεσαιωνικών θρύλων και μυστηρίου, περιμένοντας να γοητεύσουν εκείνον που θα έχει την περιέργεια να τους αναζητήσει.

Henrietta Allen Holmes


from anemourion https://ift.tt/3hSC39S
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη