Η δημοτική του έχει έναν αρχαϊκό τόνο που ταιριάζει όμως με τα άλλα του χαρακτηριστικά:
Η ζωήΑνέβηκα το βράδυ στο βουνό / μέσα σ’ αρώματα κι αγία γαλήνη / ο ήλιος κλίνει / σε πορφυρένιας λάμψεως ωκεανό. / Σωπαίνει γύρω η πλάσις όλη: λόγγοι και λαγκαδιές κι ουράνιοι θόλοι. / Αλλά σαν ταραγμένης θάλασσας βοή / υπόκωφη ανεβαίνει κάτω από την πόλη / είν’ η ζωή!
Είναι η ζωή! Το μέγα μυστικό στην πλάση. / Ανθρώπου νους δεν έφθασεν, ούτε θα φθάσει / ν’ ανακαλύψει την πρωτόγονη πηγή, / που τρέχει αστείρευτη, θαυματουργή, / απ’ της αιωνιότητας τα σκότη, απ’ της δημιουργίας την ορμή την πρώτη.
Τον πρώτο σπόρο της ζωής ποια χέρια / τον έχουνε σκορπίσει μες στ’ αστέρια; / Μες του Παντός την έκταση την τόση, / μες τον αφάνταστο των άστρων πληθυσμό, / ποια να τον έχει πρωτονοιώσει / τον άγιο της ζωής παλμό;
Φθείρετ’ η σφαίρα μας, άστρα αφανίζονται, / ήλιοι παγώνουν και σκοτίζονται. / Μα της ζωής η δύναμη η θαυμαστή, μέσα στο χάος μαγικά χυμένη, / μες στον αστάθμητον αιθέρα ριζωμένη, / ποτέ δεν χάνεται, ποτέ δεν θα σβηστεί.
Δυνάμεις δύο μες τους αιώνες κυριεύουν, / κι ανίκητες κι οι δυό παλεύουν: / ο άγριος γίγαντας ο χρόνος, που κρημνίζει / τα πάντα στην ορμητική του την ροή, / κι η μάγισσα η πεντάμορφη, η Ζωή, που μες του χρόνου τα ρημάδια ανθίζει / κι ολόδροση και χαρωπή,
με τα λουλούδια της τ’ αμάραντα στολίζει / του χρόνου την μορφή την σκυθρωπή… / Ασύληπτη μυριόστομη ιαχή, / σαν θάλασσας μεγάλης ταραχή, / σαν θάλασσας που τρικυμίζεται, / από την πόλιν ανεβαίνει και σκορπίζεται.
Και μες από τον βόγγο εκείνο / θαρρώ πως διακρίνω / γέλια, τραγούδια, κλάματα και στεναγμούς, / φωνές χαράς και πόνου γογγυσμούς, / βλαστήμιες και κατάρες και κραυγές οργής, / ανάμικτα όλα, κι όλα αδελφωμένα, / σε μιαν απέραντη αρμονία ταιριασμένα, / στην πολυσύνθετη αρμονία της ζωής.
Αποτραβηγμένος από τα εγκόσμια, έθρεψε την έμπνευσή του όχι με πάθη σφοδρά, αλλά με πνευματικές ιδίως συγκινήσεις. Η ποίησή του άφησε με το πέρασμά της μια μισοσβησμένη, νοσταλγική εικόνα περασμένης αρχοντιάς:
Και μ’ αρπάζει πόθος, πόθος, αχ, με πνίγει. / Κάθε τόνος είναι μιας χαράς λυγμός, / πώχει σβήσει. Θείος είναι στεναγμός / κόσμου αγαπημένου, κόσμου πώχει φύγει.
Το λυρικό του έργο βρίσκεται συγκεντρωμένο ιδίως στις συλλογές Ποιήματα (1896 και 1916) και Εμπρός στο Απειρον (1926).
ΛΑΜΨΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ «ΜΕΓΑΛΕΣ ΜΟΡΦΕΣ 20 ΑΙΩΝΩΝ» ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ 1995
from ανεμουριον https://ift.tt/2G6utb3
via IFTTT


