Οι πρώτοι Αθηναίοι φωτογράφοι

Φίλιππος Μαργαρίτης

Κατά τη δεκαετία του 1850 στην Αθήνα κυριαρχούσε ο Φίλιππος Μαργαρίτης, ο οποίος δεν είχε άλλους Έλληνες ανταγωνιστές. Στην ετήσια έκθεση των σπουδαστών του Πολυτεχνείου, στις 9 Ιανουάριου 1855, η Πανδώρα γράφει σχετικά με τον ετήσιο διαγωνισμό: «... Πρός τά κτεθέντα γυμνάσματα τν διαγωνισμν ξετέθησαν καί τερα ργα διαφόρων τεχνιτν καί βιομηχάνων ς καί τά έτήσια τν πιμελέστερων μαθητν γυμνάσματα... κ. Φ. Μαργαρίτης σαύτως φωτογραφίας κ τν τς κροπόλεως μνημείων». Οι φωτογραφίες του αυτές πρέπει να ήταν αλμπουμίνες. Λίγο αργότερα ο Φ. Μαργαρίτης πήγε, με έξοδα της ελληνικής κυβέρνησης, να οργανώσει το Ελληνικό Περίπτερο στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού. Η έκθεση αυτή αποτελούσε τη σχετικά καθυστερημένη απάντηση των Γάλλων στην πρώτη Παγκόσμια Έκθεση που οργάνωσαν οι Άγγλοι το 1851. Στο Παρίσι ο Μαργαρίτης, ο οποίος διατηρούσε φιλικές σχέσεις με Γάλλους καλλιτέχνες, επισκέφθηκε την Ακαδημία Τεχνών και παρουσίασε φωτογραφίες που τις προόριζε για την έκθεση. «Ο Κος Μαργαρίτης, καθηγητής ζωγραφικής στη Βασιλική Σχολή Αθηνών, υπέβαλε στην Ακαδημία φωτογραφίες οι οποίες παρουσιάζουν τα σπουδαιότερα ερείπια των αρχαίων κτισμάτων της πόλης αυτής και τις οποίες προορίζει να εκτεθούν στη Διεθνή Έκθεση Τεχνών και Βιομηχανίας».
Ο ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ.
Φ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ. ΜΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΣΤΙΓΜΗ, ΠΕΡ. 1860. ΑΡΙΣΤΕΡΑ Η ΑΔΕΛΦΗ ΤΟΥ ΜΑΡΙΓΩ SCHIEFERT ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΕΣΗ Η ΚΟΡΗ ΤΟΥ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΥ.




























































Φ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ. ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΙΕΙΟΥ, ΠΕΡ. 1855, ΑΛΑΤΟΣ.
Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, ο Μαργαρίτης έλαβε μέρος στην έκθεση μόνο ως φωτογράφος και όχι ως ζωγράφος. Άλλωστε, από την περίοδο αυτή και έπειτα χρησιμοποιούσε αποκλειστικά σχεδόν τον τίτλο του φωτογράφου. Στον κατάλογο της έκθεσης, με αριθμό εκθέματος 137, αναφέρεται ότι συμμετείχε ο «Μαργαρίτης (Φίλιππος) καθηγητής το Πολυτεχνείου. Φωτογραφικάς εκόνας τν διαφόρων ρχαίων μνημείων τς κροπόλεως καί τς πόλεως τν θηνών». Με τη λήξη της έκθεσης, «πενεμήθη Νομισματόσημον β' τάξεως ες τον Φίλ. Μαργαρίτην, μ. καθηγητήν, διά τάς φωτογραφικάς του εκόνας». Η βράβευση του Μαργαρίτη αποτελεί σημαντική επιτυχία, αν σκεφτεί κανείς τα μεγάλα ονόματα της φωτογραφίας που συμμετείχαν στην έκθεση. Οι εμπειρίες που αποκόμισε από την έκθεση, ιδιαίτερα για τη νέα μέθοδο του υγρού κολλωδίου, πρέπει να του ήταν πολύ χρήσιμες για τη μετέπειτα φωτογραφική σταδιοδρομία του. Στις 26 Νοεμβρίου 1856, στον ετήσιο διαγωνισμό του Πολυτεχνείου, ο Φ. Μαργαρίτης έλαβε και πάλι μέρος με φωτογραφίες του. Αυτό αποδεικνύει ότι ο Μαργαρίτης δεν σταμάτησε να πειραματίζεται με τους φωτισμούς και τις πόζες. Στους πειραματισμούς του για τη στάση των μοντέλων και την επιλογή του φωτισμού χρησιμοποιούσε τη γυναίκα του και άλλους που πόζαραν ντυμένοι με διάφορες τοπικές φορεσιές. Είναι πιθανόν τις στολές αυτές να τις διέθετε και στις πελάτισσές του, στις φωτογραφίσεις τους. Αυτές είναι και οι πρώτες ενδυματολογικές σπουδές στην Ελλάδα και αποτελούν πολύτιμο βοήθημα για τους ερευνητές. Για τις λήψεις του χρησιμοποιούσε μεγάλων διαστάσεων πλάκες υγρού κολλωδίου και τύπωνε τις πρώτες φωτογραφίες σε χαρτιά χλωριούχου άλατος και αργότερα σε χαρτιά αλμπουμίνας. Η επέμβαση του ζωγράφου πάνω σε
Φ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ. ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΕΡΕΧΘΕΙΟΥ, ΠΕΡ. 1855, ΑΛΑΤΟΣ (ΑΠΟ ΤΟ ΛΕΥΚΩΜΑ ATHENS & GRECIAN COSTUMES). Ο ΝΕΑΡΟΣ ΠΟΥ ΠΟΖΑΡΕΙ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΓΙΟΥΣ ΤΟΥ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΥ.


Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ Φ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ FELICITE, ΠΕΡ. 1855, ΑΛΑΤΟΣ, ΕΠΙΧΡΩΜΑΤΙΣΜΕΝΗ (ΑΠΟ ΤΟ ΛΕΥΚΩΜΑ ATHENS & GRECIAN COSTUMES).
Φ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ. ΕΠΙΧΡΩΜΑΤΙΣΜΕΝΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΤΟΥ FELICITE, Η ΟΠΟΙΑ ΠΟΖΑΡΕΙ ΔΙΠΛΑ ΣΕ ΑΥΘΕΝΤΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΓΓΕΙΟ, ΠΕΡ. 1855, ΑΛΑΤΟΣ.
πολλές φωτογραφίες του είναι εμφανής· οι περισσότερες είναι επιχρωματισμένες από τον ίδιο και η μεγάλη λεπτομέρειά τους θυμίζει ζωγραφικές μινιατούρες. Μια φωτογραφία του που ξεχωρίζει και συνδυάζει και τις δύο ιδιότητες του καλλιτέχνη είναι το ολόσωμο πορτρέτο του στρατηγού Χριστόδουλου Χατζηπέτρου. Ακολουθώντας το συρμό που επικρατούσε στο εξωτερικό, ο Μαργαρίτης χρησιμοποιούσε στην αρχή πολύ απλά «ντεκόρ» στις λήψεις του. Για φόντο είχε μόνο μια μονόχρωμη κουρτίνα, ενώ ένα χαλί σκέπαζε τα σανίδια του «στούντιο». Αργότερα τοποθέτησε για φόντο διάφορες συνθέσεις αθηναϊκών αρχαιοτήτων ζωγραφισμένες από τον ίδιο. Σήμα κατατεθέν των φωτογραφιών του αποτελεί ένα τετράγωνο ξύλινο βάθρο που το συμπεριλαμβάνει στις περισσότερες. Σε αυτό, καμιά φορά, βάζει και έναν κίονα από συμπιεσμένο χαρτόνι. Ένα ξύλινο σκαλιστό γραφείο (σεκρετέρ) έχει και αυτό συχνή χρήση, ενώ πιο σπάνια χρησιμοποιούσε ένα στρογγυλό τραπεζάκι, μια καρέκλα με όρθια πλάτη και άλλα έπιπλα που αποτελούσαν μέρος της επίπλωσης του σπιτιού του. Ορισμένες φορές πρωτότυπα αρχαία ανάγλυφα ή αγγεία προερχόμενα από την ιδιωτική του συλλογή συμπληρώνουν τα διακοσμητικά στοιχεία της φωτογραφίας. Στο φωτογραφείο του συνέρρεαν για να φωτογραφηθούν μέλη της βασιλικής Αυλής, αγωνιστές της Επανάστασης, κληρικοί, επώνυμοι της «καλής» αθηναϊκής κοινωνίας και πολιτικοί. Μεγάλο μέρος της πελατείας του την αποτελούσαν παιδιά όλων των ηλικιών, που οι χαριτωμένες πόζες και οι εκφράσεις τους συνεχίζουν να μας γοητεύουν μέχρι σήμερα. Έχει ιδιαίτερη σημασία και πρέπει να επισημανθεί ότι ο Μαργαρίτης ήταν ο μόνος που φωτογράφιζε συχνά
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ. ΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΤΩΝ ΤΕΧΝΩΝ (1852). ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ ΣΤΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΕΙΝΑΙ Ο XAVIER LANDERER. ΔΙΑΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΠΛΑΓΙΑ ΤΑ ΤΟΙΧΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΤΩΜΑ ΤΗΣ ΞΥΛΙΝΗΣ ΠΑΡΑΓΚΑΣ, ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΤΑΝ ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΙ ΧΡΗΣΙΜΕΥΕ ΣΑΝ ΦΩΤΟΓΡΑΦΕΙΟ.



και με επιτυχία πολυπρόσωπες συνθέσεις, που έφταναν και τα οκτώ άτομα. Οι άλλοι φωτογράφοι απέφευγαν τέτοιες λήψεις γιατί υπήρχε κίνδυνος να κουνηθεί κάποιος απ' όλους στη διάρκεια της μεγάλης έκθεσης της πλάκας. Εξετάζοντας τις φωτογραφίες του αυτής της περιόδου, παρατηρεί κανείς τις τάσεις που επικρατούσαν στην κοινωνία της εποχής του: η φουστανέλα -το εθνικό ένδυμα- άρχιζε σιγά σιγά να περιορίζεται μόνο στους ηλικιωμένους, ενώ οι νεότεροι φορούσαν «φράγκικα» ρούχα. Εκείνα τα χρόνια έκανε και τις πρώτες του νεκρικές φωτογραφίες, μια μακάβρια συνήθεια που προερχόταν από το εξωτερικό και αποτέλεσε συνέχεια των νεκρικών εκμαγείων που γίνονταν πριν από την εφεύρεση της φωτογραφίας. Στην αρχή σφράγιζε τις φωτογραφίες του με μια μικρή οβάλ σφραγίδα όπου έγραφε στα γαλλικά, «Ρ. Margaritis Peintre-Photographe, Athenes». Αργότερα χρησιμοποιούσε μια τυπωμένη ετικέτα σαν γραμματόσημο, που την κόλλαγε πίσω από τις φωτογραφίες του. Σε αυτήν αναφέρει: «ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΠΛΑΤΕΙΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΚΟΠΕΙΟΥ 585. ΑΘΗΝΑ», και είναι η μόνη σφραγίδα του που ορίζει τη διεύθυνση του φωτογραφείου του. Το φωτογραφείο του παρέμεινε στην οικία του, στην πλατεία Κλαυθμώνος, όπου εργαζόταν μόνος του και μετά την έξωση του Οθωνα. Στις αρχές του 1862 συμμετείχε με φωτογραφίες του στην Παγκόσμια Έκθεση του Λονδίνου. Όλοι οι ιστορικοί τέχνης υποστήριζαν ότι ο Μαργαρίτης μετά την απόλυσή του από το Πολυτεχνείο ακολούθησε τον Οθωνα στη Βαβαρία.  Την πληροφορία αυτή την αντλούσαν από τον Κώστα Μπίρη και το βιβλίο του Ιστορία του Ε.Μ.Π. μέχρι της ιδρύσεως των Ανωτάτων Σχολών 1836-1916, όπου αναφέρεται ότι: «Παρέμεινε μέχρι τέλους πιστός ες τόν θωνα καί, μετά τήν ξωσιν, πολυθείς τόν Σεπτέμβριον το 1863 τς θέσεώς του, τον κολούθησεν ες τήν Βαυαρίαν καί ζησεν κτοτε ες τό Βύρσμπουργκ, που καί πέθανε τό 1892». Η πραγματικότητα είναι όμως τελείως διαφορετική. Είναι πιθανό μετά την απόλυσή του να επισκέφθηκε το Βύρτσμπουργκ, όπου είχε εγκατασταθεί η αδελφή του που είχε παντρευτεί τον Schiefert (Σήφερτ), έναν από τους προσωπικούς γιατρούς του Όθωνα. Ο Μαργαρίτης ταξίδευε βέβαια συχνά στο εξωτερικό. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι εγκατέλειψε την Ελλάδα. Απόδειξη του ότι συνέχισε να δραστηριοποιείται στην Αθήνα είναι μια φωτογραφία του σε μέγεθος καρτ-ντε-βιζίτ, η οποία απεικονίζει ζωγραφικό ολόσωμο πορτρέτο του πρίγκιπα Αλφρέδου, γιου της βασίλισσας Βικτωρίας, ο οποίος είχε προταθεί, ύστερα από δημοψήφισμα του ελληνικού λαού, στις 19-23 Νοεμβρίου 1862, να γίνει βασιλιάς της Ελλάδας μετά την εκθρόνιση του Όθωνα. Άλλη μαρτυρία είναι μια επιστολή όπου γίνεται μνεία στον Φ. Μαργαρίτη με το χαρακτηρισμό «πολιτικός συνταξιούχος».  Οι σχέσεις του Μαργαρίτη με τον νέο βασιλιά, τον Γεώργιο Α', που ήρθε στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1863, ήταν ιδιαίτερα καλές. Το γεγονός αυτό ενισχύει την άποψη ότι ο Μαργαρίτης δεν έφυγε από την Ελλάδα λόγω των πολιτικών του φρονημάτων.
Φ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΠΟΥ ΑΝΑΠΑΡΙΣΤΑ ΤΟΝ ΠΡΙΓΚΙΠΑ ΑΛΦΡΕΔΟ ΣΕ ΜΕΓΕΘΟΣ ΚΑΡΤ-ΝΤΕ-ΒΙΖΙΤ. Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΕΙΧΕ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΟΥ ΠΙΝΑΚΑ ΣΕ ΜΕΓΕΘΟΣ ΚΑΡΤ-ΝΤΕ-ΒΙΖΙΤ ΠΟΥ ΑΝΑΠΑΡΙΣΤΑ ΤΟΝ ΠΡΙΓΚΙΠΑ ΓΕΩΡΓΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ, ΜΕΤΕΠΕΙΤΑ ΒΑΣΙΛΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ. (ΦΩΤ. ΑΓΝΩΣΤΟΥ.)
Φ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ. ΠΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΑΝΕΜΩΝ, ΠΕΡ. 1855, ΑΛΑΤΟΣ (ΑΠΟ ΤΟ ΛΕΥΚΩΜΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΚΑΛΛΕΡΓΗ).
Φ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ. ΚΑΡΥΑΤΙΣ, ΠΕΡ. 1855, ΑΛΑΤΟΣ (ΑΠΟ ΤΟ ΛΕΥΚΩΜΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΚΑΛΛΕΡΓΗ). ΜΙΑ ΛΙΓΟ ΓΝΩΣΤΗ ΚΟΝΤΙΝΗ ΛΗΨΗ ΤΟΥ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΥ, ΜΕ ΤΟΛΜΗΡΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ. ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΛΗΨΗ ΤΡΑΒΗΞΕ ΚΑΙ Ο WALTHER HEGE ΤΟ 1929.
Απόδειξη άλλωστε αποτελούν και τα πορτρέτα του βασιλιά και της βασίλισσας Όλγας, που έγιναν από τους Μαργαρίτη και Κωνσταντίνου και χρονολογούνται πριν από το 1870. Στην περίοδο αυτή υπολογίζεται ότι έγινε και το λεύκωμα με τις ένθετες φωτογραφικές αντιγραφές από τους πίνακες της Ελληνικής Επανάστασης του Γερμανού ζωγράφου Peter von Hess (Πέτερ φον Χες) που αφιέρωσαν οι δύο φωτογράφοι στον Γεώργιο Α'. Το ίδιο λεύκωμα το είχαν κυκλοφορήσει και σε πιο φτηνή έκδοση, για να γίνει προσιτό στον κόσμο. Τα συχνά ταξίδια του στο εξωτερικό τον ανάγκασαν να ψάξει για συνεταίρο στο φωτογραφείο του. Πιο κατάλληλος αποδείχτηκε ο ζωγράφος Ιωάννης Κωνσταντίνου, παλιός μαθητής του (1846-1849) και αργότερα καθηγητής και αυτός στο Πολυτεχνείο, στα μαθήματα της Ιχνογραφίας και της Κοσμηματογραφίας. Ο Κωνσταντίνου έφυγε από το Πολυτεχνείο το 1865 και λίγο αργότερα άρχισε τη συνεργασία του με τον Μαργαρίτη. Η πρόσφατη ανακάλυψη ορισμένων χρονολογημένων φωτογραφιών τους οδήγησε στη μετάθεση του χρόνου της επίσημης συνεργασίας τους γύρω στο 1867. Είναι πιθανόν όμως ο Κωνσταντίνου να εργαζόταν από πριν ως βοηθός στο φωτογραφείο του Μαργαρίτη. Άλλωστε, μετά από κάποιο διάστημα ο Κωνσταντίνου συγκατοικούσε στο σπίτι της οικογένειας Μαργαρίτη, βάφτισε μάλιστα και την κόρη του. Για τον Ιωάννη Κωνσταντίνου δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία από την προηγούμενη καλλιτεχνική του δραστηριότητα ως ζωγράφου. Και φαίνεται ότι η μετέπειτα φωτογραφική του καριέρα παρέμεινε πάντα επισκιασμένη από τη φήμη του ονόματος του Μαργαρίτη. Ο Ιωάννης Κωνσταντίνου δεν είχε καμία σχέση με τον φωτογράφο Δημήτριο Κωνσταντίνου, ο οποίος εργάστηκε την ίδια περίοδο και θεωρείται ο δεύτερος επαγγελματίας φωτογράφος της Αθήνας μετά τον Μαργαρίτη. Το φωτογραφείο μετονομάστηκε σε «Μαργαρίτης και Κωνσταντίνου», και στις πρώτες τους φωτογραφίες το έγραφαν με το χέρι. Λίγο αργότερα τύπωναν ένα απλό χαρτί στα ελληνικά και τα γαλλικά, όπου είχαν προσθέσει τον τίτλο «Ζωγράφοι και Φωτογράφοι», που το κόλλαγαν πίσω από τις φωτογραφίες. Κατόπιν τύπωσαν διάφορα σχέδια στα πασπαρτού των φωτογραφιών τους. Η ποσοτική παραγωγή του φωτογραφείου τους αυξήθηκε αισθητά μετά τη συνεργασία τους. Φωτογραφίες της περιόδου αυτής που παρουσιάζουν πρωτότυπες τεχνικές, διπλοτυπώματα, φωτογράμματα κ.ά. πρέπει να αποδοθούν στον Φ. Μαργαρίτη, ο οποίος διατηρούσε την πρωτοβουλία. Στις άλλες κοινές τους λήψεις η απόδοση μιας φωτογραφίας σε κάποιον από τους δύο είναι σχετικά δύσκολη. Στα Β' Ολύμπια, που οργανώθηκαν το 1870, τα φωτογραφικά έργα παρουσιάστηκαν στην κλάση Γ. Στην έκθεση αυτή, η οποία κατά τους συγχρόνους της παρουσίαζε «τάς ληθείς καί μεγάλας προόδους τς φωτογραφίας ν λλάδι» οι Μαργαρίτης και Κωνσταντίνου βραβεύτηκαν με «Αργυρον Βραβεον Β' τάξεως». Ο Μαργαρίτης έφυγε από την Ελλάδα στις αρχές του 1873 και περιόδευε σε πόλεις της Ευρώπης μέχρι το 1883. Στο διάστημα αυτό, αν και η ονομασία του φωτογραφείου παρέμενε η ίδια, την όλη εργασία εκτελούσε ο I. Κωνσταντίνου.
Φ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ. ΤΕΣΣΕΡΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΠΟΡΤΡΕΤΑ ΣΕ ΜΙΑ ΠΛΑΚΑ, ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΗΣ ΜΕ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΦΑΚΟΥΣ. ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΠΙΘΑΝΟΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ.
Φ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ. Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ(;), ΠΕΡ. 1875.
ΠΟΛΥΠΡΟΣΩΠΗ ΔΑΓΓΕΡΟΤΥΠΙΑ, Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΣΤΟ ΕΙΔΟΣ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. ΤΡΑΒΗΧΤΗΚΕ «ΕΝ ΠΕΙΡΑΙΕΙ 1852», ΟΠΩΣ ΣΗΜΕΙΩΝΕΤΑΙ, ΠΙΘΑΝΟΝ ΑΠΟ ΤΟΝ HENRI BECK. (ΦΩΤ. ΑΓΝΩΣΤΟΥ.)


Δημήτριος Κωνσταντίνου
Ο Δημήτριος Κωνσταντίνου είναι ο δεύτερος Αθηναίος φωτογράφος. Εμφανίζεται να διαθέτει φωτογραφείο στην Αθήνα από το 1857. Στις αρχές του 1854 ή του 1855 ο James Robertson επισκέφθηκε και φωτογράφισε στην Αθήνα για δεύτερη φορά. Συνοδευόταν τότε από τον άνδρα της αδελφής του, τον Felice Beato. Αν και δεν υπάρχει γραπτή ή άλλη μαρτυρία που να το αποδεικνύει, φαίνεται ότι βοηθός τους, στο διάστημα που έμειναν στην Ελλάδα, ήταν ο Δημήτριος Κωνσταντίνου, προφανώς γιατί γνώριζε μια ξένη γλώσσα. Η υπόθεση αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι η ομοιότητα ως προς τη γωνία λήψης ορισμένων φωτογραφιών των δύο φωτογράφων οδήγησε ώστε ορισμένες ανυπόγραφες φωτογραφίες που αποδίδονταν στον Robertson να αποδοθούν τελικά στον Δ. Κωνσταντίνου. Το ίδιο ισχύει και με μεταγενέστερες φωτογραφίες του Κωνσταντίνου οι οποίες είχαν γίνει από γωνίες και θέσεις ανάλογες με αυτές που είχε χρησιμοποιήσει ο Robertson. Ο πρώτος όμως δεν χρησιμοποίησε καθόλου το ανθρώπινο στοιχείο, θέλοντας να προβάλει πιο δυναμικά της ελληνικές αρχαιότητες.


Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ ΚΑΙ Ο ΦΡΑΓΚΙΚΟΣ ΠΥΡΓΟΣ, ΠΕΡ. 1863.
Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ, ΠΕΡ. 1870.
Την υπόθεση για τη συνεργασία των δύο έρχεται να ενισχύσει το λεύκωμα VOYAGE EN ORIENT 1859-1960 που εντόπισε ο Gary Edwards (Γκάρυ Έντουαρντς) στο Musée d'Orsay. Το 1859 ο Δούκας της Σαρτρ έκανε το Μεγάλο Ταξίδι στην Ανατολική Μεσόγειο. Κατά την περιοδεία του επισκέφθηκε και την Ελλάδα. Ο Δούκας δεν ασχολούνταν με τη φωτογραφία αλλά, όπως πολλοί άλλοι ταξιδιώτες, ήθελε να κρατήσει ενθύμια από το ταξίδι. Από κάθε μέρος που επισκεπτόταν αγόραζε φωτογραφίες που τις ενέταξε αργότερα στο παραπάνω λεύκωμά του. Από την Αθήνα πήρε 31 φωτογραφίες. Όλες τους είναι αλμπουμίνες και ορισμένες από αυτές είναι υπογεγραμμένες από τον Δημήτριο Κωνσταντίνου, από τον οποίο φαίνεται ότι και τις αγόρασε. Επτά έχουν την υπογραφή του James Robertson, και τα αρνητικά από τα οποία εκτυπώθηκαν έχουν πράγματι τραβηχτεί απ' αυτόν, το 1854. Γνωρίζουμε όμως ότι οι φωτογραφίες του Robertson ήταν τυπωμένες σε χαρτί άλατος (salt paper), γεγονός που αποδεικνύει ότι οι συγκεκριμένες τυπώθηκαν αργότερα -προφανώς από τον Κωνσταντίνου- από τις πρωτότυπες αρνητικές πλάκες του Άγγλου φωτογράφου, που τις είχε αφήσει ή τις είχε παραχωρήσει στον Κωνσταντίνου μετά την αναχώρησή του από την Ελλάδα. Για τη ζωή του Δ. Κωνσταντίνου ελάχιστα είναι γνωστά. Η παλαιότερη αναφορά στο όνομά του γίνεται στο περιοδικό ΠΑΝΔΩΡΑ τον Ιούνιο του 1858, κατά την περιγραφή της ετήσιας έκθεσης του Πολυτεχνείου: «Κατά την έκθεσιν των υπό των μαθητών τού Πολυτεχνείου διδασκομένων και πολλών άλλων την 4ην Μαΐου 1858, εξέθεσαν μεταξύ των άλλων και ο διδάσκαλος Φ. Μαργαρίτης, φωτογραφικάς εικόνας αναγλύφων εκ των Παρθενώνος και προσωπογραφίας καθώς και ο Δημ. Κωνσταντίνου φωτογραφικάς εικόνας αρχαιοτήτων και προσωπογραφίας». Τον επόμενο χρόνο εμφανίστηκε η εξής «ειδοποίησίς» του σε εφημερίδα: «Ο άριστος φωτογράφος Κ. Δ. Κωνσταντίνου ειδοποιεί το κοινόν ότι το κατάστημά του κείται απέναντι τού Πρωτοδικείου αρ. 925, οι δε επιθυμούντες να φωτογραφηθώσι διευθυνθήτωσαν και θέλουσι υπερευαρεστηθεί». Ο Δ. Κωνσταντίνου συνδεόταν με στενή φιλία με τον γνωστό δημοσιογράφο, εκδότη και συγγραφέα Μαρίνο Βρετό, ο οποίος έζησε στο Παρίσι το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του. Η σχέση αυτή με τον λόγιο δείχνει ότι δεν ήταν ένας απλός επαγγελματίας φωτογράφος, αλλά άνθρωπος με ευρύτερα ενδιαφέροντα και, πιθανόν, μόρφωση. Το 1862-1863 υπήρχε στο Παρίσι ένα φωτογραφείο με τη φίρμα «Constantine et Cie» στην οδό Chauchat 11. Το ίδιο φωτογραφείο, στον Κατάλογο Φωτογράφων του Κόσμου του 1864 εμφανίζεται στην οδό Druot αρ. 21. Δεν στάθηκε δυνατόν να αποδειχθεί αν το φωτογραφείο ανήκε στον Δημήτριο Κωνσταντίνου. Υπάρχει όμως μια άλλη πληροφορία, σύμφωνα με την οποία τη φωτογραφία την είχε διδαχτεί στο Παρίσι. Είναι λοιπόν πιθανό να γνώρισε εκεί τον Μ. Βρετό. Παραμένει όμως απορίας άξιον γιατί δεν ανέφερε σε καμία από τις «ειδοποιήσεις» του τη σχέση του με το Παρίσι, κάτι που θα του ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο για την προσέλκυση της αθηναϊκής πελατείας. Κατά τη δεκαετία 1861-1871, όταν ο Μαρίνος Βρετός εξέδιδε σε ετήσια βάση στο Παρίσι το Εθνικό Ημερολόγιό του σε πολυτελή έκδοση, ο Κωνσταντίνου ήταν ο επίσημος αντιπρόσωπός του στην Ελλάδα και διαφημιζόταν από τις σελίδες του Εθνικού Ημερολογίου. Ο Δημήτριος Κωνσταντίνου δεν είχε καμία σχέση με τον λίγο νεότερο του ζωγράφο και φωτογράφο Ιωάννη Κωνσταντίνου, που υπήρξε συνεργάτης του Φίλιππου Μαργαρίτη. Το 1859 ο Κωνσταντίνου θα συμμετάσχει στα Α' Ολύμπια και θα βραβευτεί με Αργυρό Μετάλλιο Β' τάξεως. Στον κατάλογο των βραβευθέντων, που κυκλοφόρησε το 1860, λανθασμένα αναφέρεται σαν «Δ. Κωνσταντινίδης». Το χρόνο εκείνο ξέσπασε από τις στήλες των εφημερίδων μια διαμάχη μεταξύ του Κωνσταντίνου και των Κάλφα και Μωραΐτη. Το «γάντι» το έριξαν οι δύο τελευταίοι με ανοικτή επιστολή τους προς τον Κωνσταντίνου που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΑΥΓΗ. Σε αυτή αμφισβητούσαν αν οι ρετουσαρισμένες φωτογραφίες που παρουσίασε στην έκθεση ο Κωνσταντίνου μπορούσαν να θεωρηθούν φωτογραφίες ή όχι.«[...] Πας τις δύναται να απατηθή και να εκλάβη τα έργα ταύτα ως γνήσια φωτογραφικά έργα, ενώ πραγματικώς είναι υδρογραφίαι (miniatures) επεξεργασμέναι επιτυχώς δια κινεζικής μελάνης επί τίνος φωτογραφίας και προς τον σκοπόν του να φαίνονται ως γνήσιαι φωτογραφίαι [...] δια τούτο παρακαλούμεν να μας απαντήσετε αν τα έργα ταύτα εξετέθησαν παρ' υμών ως φωτογραφίαι άνευ ζωγραφικής επεξεργάσεως προς σύστασίν σας, ή αν τα εξεθέσατε (ως μας φαίνεται δικαιότερον) ας μικρογραφικάς υδρογραφίας προς σύστασίν τού επεξεργασθέντος αυτά επιτηδείου ζωγράφου, τού οποίου σας παρακαλούμεν να μας φανερώσητε το όνομα, όπως δυνηθώμεν να τον μεταχειρισθώμεν και ημείς, αν ποτέ τα φωτογραφικά μας έργα λάβουν ανάγκην ζωγραφικής επιδιορθώσεως για να φανούν εις τούς οφθαλμούς τού κοινού». Το 1861 η ελληνική κυβέρνηση του ανέθεσε να δημιουργήσει ένα λεύκωμα που περιλάμβανε 22 φωτογραφίες με τοπία και αρχαιότητες της Αθήνας.
Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: ΤΟ ΕΡΕΧΘΕΙΟΝ.

Το λεύκώμα αυτό, το οποίο είχε κάνει σε περισσότερα από ένα αντίτυπα, έφερε τον τίτλο ATHENES ET SES ANTIQUES (Η Αθήνα και οι αρχαιότητες της), και ένα είχε προσφερθεί ως δώρο από τον στρατηγό Δημήτριο Καλλέργη σε κάποιο επίσημο πρόσωπο κατά την ανάληψη των καθηκόντων του ως «ειδικού απεσταλμένου της Ελλάδος» στο Παρίσι, το 1861. Παραμένει άγνωστο, όμως, γιατί ο φωτογράφος δεν υπέγραψε τις φωτογραφίες ενός τόσο σημαντικού λευκώματος. Ένα νεότερο λεύκωμα του Δ. Κωνσταντίνου, με τίτλο ATHEN UND UMGEBUNG, έχει χρονολογία έκδοσης 1865, περιλαμβάνει 26 αλμπουμίνες από την Αθήνα και φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Ινστιτούτο της Κολωνίας. Ο Δ. Κωνσταντίνου επικολλούσε τις φωτογραφίες του σε κοινά λευκά χαρτόνια του εμπορίου και στο πίσω μέρος έβαζε με πράσινο μελάνι τη σφραγίδα με το όνομα και τη διεύθυνσή του στα γαλλικά. Καμιά φορά χρησιμοποιούσε και μια ανάγλυφη στάμπα στο πασπαρτού. Ορισμένες φορές συνήθιζε να γράφει το όνομά του στο αριστερό κάτω άκρο του αρνητικού στα γαλλικά, «D. Constantine à Athènes», και πιο σπάνια στα αγγλικά. Οι ξενόγλωσσες υπογραφές και σφραγίδες του δείχνουν ότι οι περισσότερες φωτογραφίες του προορίζονταν για τους ξένους ταξιδιώτες που περνούσαν από την Αθήνα ή αυτούς που τις αγόραζαν από αντιπροσώπους του στο εξωτερικό. Το 1862 ο Κωνσταντίνου συμμετείχε στην Παγκόσμια Έκθεση του Λονδίνου, στην οποία έλαβαν μέρος πολλοί πρωτοπόροι και εφευρέτες της φωτογραφίας, ανάμεσά τους ο W. F. Talbot, ο F. Bedford, ο R. Fenton, ο R. Beard, ο A. F. Claudet και ο J. Β. Dancer. Στο Εθνικό Ημερολόγιο του 1864 υπάρχει σύντομη διαφήμισή του, όπου αναφέρει τη νέα διεύθυνση του φωτογραφείου του: «Ο ΚΑΛΛΙΤΕΡΟΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ των Αθηνών, Δημήτριος Κωνσταντίνου. Παρά το Ξενοδοχείον της Αγγλίας (Hotel d'Angleterre)». Το ξενοδοχείο βρισκόταν στην πλατεία Λουδοβίκου (σημερινή πλατεία Κοτζιά), δίπλα στην Εθνική Τράπεζα. Λίγο αργότερα και μέχρι το 1875, το φωτογραφείο του βρισκόταν στην οδό Αιόλου 20, «πλησίον του ξενοδοχείου της Νέας Υόρκης και παραπλεύρως του ξενοδοχείου της Ανατολής». Το 1867 ήταν ο μόνος Έλληνας φωτογράφος που συμμετείχε στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού. Σε αυτήν βραβεύτηκε με χάλκινο μετάλλιο για τις 24 «φωτογραφικάς εικόνας παριστώσας διαφόρους Ελληνικάς Αρχαιότητας», οι οποίες είχαν συνολικά κοστολογηθεί 120 δραχμές. Ο Κωνσταντίνου ήταν ο πρώτος φωτογράφος που εργάστηκε για λογαριασμό της Ελληνικής Αρχαιολογικής Εταιρείας και φωτογράφιζε τα αρχαία ευρήματα από τις διάφορες ανασκαφές της. Επισκέφθηκε επίσης και φωτογράφισε στη Σύρο, την Αίγινα, την Κέρκυρα και την Πελοπόννησο (Τίρυνθα, Νεμέα, Μυκήνες, Ναύπλιο, Κόρινθο). Η επιλογή των θεμάτων ακολουθούσε το «συρμό» της εποχής. Στην Αθήνα περιορίστηκε σε κύρια μνημεία όπως Ακρόπολη (Παρθενώνας, Ερέχθειο, Άπτερος Νίκη και Προπύλαια), Στύλοι του Ολυμπίου Διός, Θησείο, Πύλη του Αδριανού, Πύργος των Ανέμων, μνημείο του Λυσικράτους κ.ά. Τα κλασικά αυτά τοπία συμπληρώνονταν από γενικές απόψεις της Αθήνας εκείνης της εποχής, πολλές από τις οποίες ήταν τραβηγμένες από την Ακρόπολη. Η εμμονή του στις αρχαιότητες δεν μειώνει καθόλου την αισθητική τους ποιότητα και την αυστηρή κλασική ομορφιά που διέθεταν. Θα 'λεγε κανείς ότι επιδίωκε -και αυτό φαίνεται από τα ρετουσαρισμένα φόντα που προσπαθούν να κρύψουν τα σπίτια που περιβάλλουν τα μνημεία- να ωραιοποιήσει ή, πιο σωστά, να διατηρήσει
Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ, ΠΕΡ. 1858, ΧΑΡΤΙ ΑΛΑΤΟΣ.


















Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ, ΠΕΡ. 1858, ΑΝΑΓΛΥΦΗ ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΣΤΟ ΧΑΡΤΟΝΙ (D. CONSTANTINIDIS / PHOTOGRAPHE/ A ATHENES), ΧΑΡΤΙ ΑΛΑΤΟΣ.
αναλλοίωτη την αίγλη των αρχαίων μνημείων, αποφεύγοντας να τα συνδέσει με την εποχή του. Σε αντίθεση με τους άλλους φωτογράφους της εποχής του, σπάνια έφτιαχνε καρτ-ντε-βιζίτ (cdv) και προτιμούσε τις φωτογραφίες μεγάλων διαστάσεων (37,5x27,5 εκ. και 27x21 εκ.) που ήταν κατάλληλες για τα φωτογραφικά λευκώματα του, στα οποία είχε ιδιαίτερη ειδίκευση. Σε μια διαφήμισή του δημοσιευμένη στα γαλλικά, στο Εθνικό Ημερολόγιο, ανέφερε ότι έφτιαχνε και στερεοσκοπικές φωτογραφίες, που τις πουλούσε αντί 1,25 γαλλικών φράγκων τη μία. Η ύπαρξη ελάχιστων πορτρέτων του σε μέγεθος καρτ-ντε-βιζίτ ή κάμπινετ αποδεικνύει ότι δεν ασχολήθηκε με τον πολύ επικερδή αυτόν τομέα της φωτογραφίας. Από τα λίγα όμως δείγματα που υπάρχουν, διαφαίνεται η μεγάλη ικανότητά του και στον τομέα αυτόν. Το 1873 συμμετείχε στην Παγκόσμια Έκθεση της Βιέννης. Τελευταία αναφορά για τον φωτογράφο γίνεται στον Εμπορικό Οδηγό της Ελλάδος του Μιλτιάδη Μπούκα, το 1875. Φαίνεται ότι τότε το φωτογραφείο του Κωνσταντίνου ανέλαβε ο Κωνσταντίνος Αθανασίου, που είχε έρθει λίγο νωρίτερα από την Κωνσταντινούπολη. Δεν έχει όμως διευκρινιστεί αν το ανέλαβε μετά την αποχώρηση ή το θάνατο του πρώτου. Όπως συνηθιζόταν εκείνα τα χρόνια, ο Αθανασίου χρησιμοποίησε αρκετά από τα αρνητικά του Κωνσταντίνου, ιδιαίτερα εκείνα που παρουσίαζαν αρχαιολογικά μνημεία. Σε ορισμένα από αυτά μάλιστα έχει αλλάξει την αρχική αρίθμηση και έβαλε δική του. Ο Δ. Κωνσταντίνου δίκαια μπορεί να θεωρηθεί ένας πολύ καλός φωτογράφος τοπίων και αρχαίων μνημείων. Το έργο του ξεπερνά τα όρια της ελληνικής φωτογραφίας και τον κατατάσσει μεταξύ των πιο σημαντικών πρώιμων φωτογράφων του κόσμου.


Πέτρος Μωραΐτης
Ο ΠΕΤΡΟΣ ΜΩΡΑΪΤΗΣ. ΕΠΙΧΡΩΜΑΤΙΣΜΕΝΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ, ΠΕΡ. 1875.
Όπως προαναφέρθηκε, η πρώτη αναφορά για τους Έλληνες φωτογράφους υπάρχει στην Έκθεση των Ελλανοδικών δια τα Ολύμπια 1859: «Η φωτογραφική τέχνη ούσα νεωτάτη εφεύρεσις, μόλις προ ολίγων ετών εισήχθη εν Ελλάδι πρώτον υπό του Μακεδόνος Κώστα, επιστάτου του Πολυτεχνείου, και μετέπειτα υπό του κ. Φίλιππου Μαργαρίτου, ζωγράφου. Μετ' αυτόν, ήλθεν ο κ. Δ. Κωνσταντίνου και τελευταίον οι κ.κ. Α. Κάλφας και Μωραΐτης». Ο Πέτρος Μωραΐτης γεννήθηκε στο χωριό Μέση της Τήνου το 1832. Σπούδασε ζωγραφική στο Σχολείο των Τεχνών και μεταξύ των δασκάλων του ήταν ο Φίλιππος Μαργαρίτης. Το 1855 αναφέρεται ανάμεσα στους καλλιτέχνες εκείνους που συνεργάστηκαν για τη δημιουργία του εκθέματος «Κλασική Ανθοδέσμη» που εκτέθηκε στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού. Στο τέλος του 1859 ήρθε στην Αθήνα από το Παρίσι ο Αθανάσιος Κάλφας και λίγο αργότερα πήρε συνεταίρο του τον Πέτρο Μωραΐτη. Το φωτογραφείο τους βρισκόταν στην παλιά οικία του Κορομηλά, στην οδό Ερμού 41, κοντά στο Δημαρχείο. Εκεί ήταν δυνατόν οικογένεια εκ τριών ή τεσσάρων προσώπων να φωτογραφηθή επί της αυτής εικόνος εις μετριωτάτην τιμήν». Το Μάρτιο του 1860 ο Μωραΐτης διέκοψε τη συνεργασία του με τον Κάλφα, διατήρησε μόνος του το φωτογραφείο και, έξι μήνες αργότερα, το μετέφερε στην οδό Αιόλου 904, απέναντι από την εκκλησία της Χρυσοσπηλιώτισας. Πολύχρονες έρευνές μου επέτρεψαν την ανακάλυψη άγνωστων στοιχείων για τη ζωή και τη δράση του Πέτρου Μωραΐτη, τα οποία δημοσιεύτηκαν στη μονογραφία Η Ελλάδα του 19ου αιώνα με τον φακό του Πέτρου Μωραΐτη (εκδ. Ποταμός, Αθήνα 2001)· ένα μικρό μόνο μέρος αυτών είναι δυνατόν να παρουσιαστεί στην παρούσα έκδοση. Ο Πέτρος Μωραΐτης είναι ένας από τους σημαντικούς Έλληνες φωτογράφους του 19ου αιώνα, μαζί με τον Φίλιππο Μαργαρίτη και τον Δημήτριο Κωνσταντίνου. Είναι επίσης ο μόνος φωτογράφος που εργάστηκε συνεχώς για περισσότερα από τριάντα περίπου χρόνια. Το έργο του ποσοτικά είναι τεράστιο, και είναι λογικό να περιλαμβάνει ικανό αριθμό πολύ καλών φωτογραφιών.

ΦΟΡΗΤΗ ΠΤΥΣΣΟΜΕΝΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΗΧΑΝΗ ΠΟΥ ΑΝΗΚΕ ΣΤΟΝ ΠΕΤΡΟ ΜΩΡΑΪΤΗ, Η ΜΟΝΗ ΣΩΖΟΜΕΝΗ ΣΗΜΕΡΑ.

Π. ΜΩΡΑΪΤΗΣ. ΠΟΡΤΡΕΤΟ ΝΕΟΥ ΣΕ ΚΑΡΤ-ΝΤΕ-ΒΙΖΙΤ. Η ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΥ ΗΤΑΝ ΑΓΝΩΣΤΗ ΜΕΧΡΙ ΤΩΡΑ.

Η γυναίκα του Αθηνά Perl (Περλ) γεννήθηκε στην Αθήνα από μητέρα Βαβαρή έποικο. Η γνώση της γερμανικής γλώσσας βοήθησε σημαντικά την επαφή τους με το περιβάλλον του βασιλιά Γεωργίου Α'. Η βασίλισσα Όλγα μάλιστα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις οικογενειακές φωτογραφίες. Όταν δε απέκτησε παιδιά, είχε ζητήσει από τον Μωραΐτη να τα φωτογραφίζει από τότε που ήταν ακόμα βρέφη. Ήταν λογικό λοιπόν να του απονεμηθεί ο τίτλος του βασιλικού φωτογράφου, ο πρώτος που δινόταν τότε σε Έλληνα φωτογράφο, γύρω στα 1865. Οι φωτογραφίες πορτρέτων που τράβηξε στο στούντιο του αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του έργου του. Όπως και άλλοι φωτογράφοι, ξεκίνησε δημιουργώντας πορτρέτα υψηλής αισθητικής, για να οδηγηθεί μοιραία στην τυποποιημένη παραγωγή της καρτ-ντε-βιζίτ, υποκύπτοντας έτσι στις απαιτήσεις της μαζικής παραγωγής. Υπάρχουν βέβαια και ορισμένα πορτρέτα του τα οποία διαθέτουν ιδιαίτερη αισθητική. Πέρα από αυτό όμως, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η ιστορική σημασία των πορτρέτων του. Καλύπτουν τη μέση και, κυρίως, την ανώτερη κοινωνική τάξη, τους πολιτικούς, τους καλλιτέχνες, τους στρατηγούς της Επανάστασης και γενικά όλους αυτούς που διαδραμάτισαν ενεργό ρόλο στην εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας τον 19ο αιώνα. Με την πάροδο των χρόνων μπορεί κανείς να δει συγκριτικά την αλλαγή που επέρχεται στη ζωή και τα ήθη στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας. Όταν η εθνική φορεσιά ήταν ακόμα δείγμα ελληνικότητας, ο Μωραΐτης συγκέντρωσε πολύ μεγάλο αριθμό αυθεντικών τοπικών ενδυμασιών από διάφορα μέρη της Ελλάδας, ακόμα και από περιοχές που ήταν ακόμα τουρκοκρατούμενες. Συχνά τις φορούσαν οι πελάτες του ή μοντέλα. Είχε φτιάξει μάλιστα τέτοιες σειρές, σε μέγεθος κάμπινετ, που τις πουλούσε στους ξένους περιηγητές. Με τη φωτογράφιση τοπίων δεν ασχολήθηκε, αφού τέτοιες λήψεις δεν είχαν κανένα εμπορικό ενδιαφέρον. Ήδη από το 1861, όμως, είχε ασχοληθεί συστηματικά με τη φωτογράφιση των ελληνικών αρχαιοτήτων και μνημείων. Η ανακάλυψη ενός δίφυλλου καταλόγου του που είχε τυπωθεί στη Λειψία (Glesecke & Devrient) προσφέρει πολύτιμη βοήθεια για την εξακρίβωση ορισμένων αμφισβητούμενων λήψεών του.
Π. ΜΩΡΑΪΤΗΣ. Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΣΤΟ ΤΕΡΜΑ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ, 12/24 ΜΑ'Ι'ΟΥ 1871. ΜΙΑ ΣΠΑΝΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΔΡΟΜΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ.
Π. ΜΩΡΑΪΤΗΣ. Ο ΛΗΣΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΥΠΗΡΞΕ Ο ΦΟΒΟΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ, ΓΙ' ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΕΙΧΕ ΕΠΙΚΗΡΥΧΘΕΙ ΜΕ ΜΕΓΑΛΟ ΠΟΣΟ. ΚΑΤΑ ΤΑ «ΙΟΥΝΙΑΚΑ» ΤΟΥ 1863 ΗΡΘΕ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΜΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙ ΤΟΥΣ «ΠΕΔΙΝΟΥΣ». ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΛΗΣΤΕΨΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΞΕΝΟΥΣ ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΠΟΥ ΕΜΕΝΑΝ ΣΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΚΟΤΖΙΑ. ΤΟΤΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΦΘΗΚΕ ΤΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΕΙΟ ΤΟΥ ΜΩΡΑΪΤΗ ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΤΗΜΕΝΗ «ΗΡΩΙΚΗ» ΠΟΖΑ. ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΚΡΙΝΕΤΑΙ Η ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΛΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΗΜΑ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΙΟΥ, ΠΟΥ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙ ΑΚΙΝΗΤΟ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΛΗΨΗΣ.
Εκτός όμως από τις 75 φωτογραφίες που αποδίδονται με βεβαιότητα σ' αυτόν, υπάρχει και ικανός αριθμός μεταγενέστερων φωτογραφιών του που δεν έχουν αρίθμηση ή την υπογραφή του. Αυτό έχει ως συνέπεια να του αποδίδονται φωτογραφίες για τις οποίες δεν είναι εξακριβωμένο ότι τραβήχτηκαν από τον ίδιο. Σε όλες τις εξωτερικές του λήψεις απέφυγε συστηματικά και αυτός να συμπεριλάβει το ανθρώπινο στοιχείο, ούτε καν σαν μέτρο σύγκρισης των μεγεθών για τη δημιουργία προοπτικής.
Π. ΜΩΡΑΪΤΗΣ. ΤΟ ΩΡΟΛΟΓΙΟΝ ΤΟΥ ΚΥΡΡΗΣΤΟΥ, Η ΠΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΑΝΕΜΩΝ, ΠΕΡ. 1870.
Λίγους μήνες αφότου είχε αρχίσει τη φωτογραφική του σταδιοδρομία, έλαβε μέρος μαζί με τον Αθανάσιο Κάλφα στα Α' Ολύμπια το 1859. Το 1873 έλαβε μέρος στην Παγκόσμια Έκθεση της Βιέννης, όπου βραβεύτηκε με το Μετάλλιο Προόδου. Για τελευταία φορά συμμετείχε το 1878 στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού. Το 1888 στα Δ' Ολύμπια συμμετείχε μόνον ο γιος του Γεώργιος Π. Μωραΐτης, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Πέτρος ή είχε αποχωρήσει ή είχε πεθάνει.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ : 1939 - 1970 / ΑΛΚΗΣ Ξ. ΞΑΝΘΑΚΗΣ - ΑΘΗΝΑ : ΠΑΠΥΡΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ, 2008


from ανεμουριον https://ift.tt/2VHizxw
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη