Συνέντευξη με την Λαμιώτισσα Ιωάννα Ξέρα που ζωγραφίζει σκηνές μιας Ελλάδας που χάθηκε


Το έργο της Ιωάννας Ξέρα, το γνώρισα πρόσφατα μέσα από μία σελίδα κοινωνικής δικτύωσης και εντυπωσιάστηκα από την πρώτη στιγμή. Ενιωσα σαν να μπαίνω σε μια άλλη εποχή, μακρινή, σαν να ξαναζωντανεύουν μπρος στα μάτια μου οι διηγήσεις της γιαγιάς μου. Η Ιωάννα με πείσμα μας θυμίζει σκηνές μιας Ελλάδας που χάθηκε, μας «διηγείται» με σεβασμό και αγάπη στιγμές μιας ένδοξης ιστορίας και «ξαναχτίζει» τα μοναστήρια μας δίνοντάς τους όλη την παλιά τους αίγλη. Κι όλα αυτά με τεχνοτροπία μοναδική, που μαγεύει. Δεν είμαι κριτικός τέχνης, αλλά είμαι σίγουρη ότι η Ιωάννα είναι μεγάλη ζωγράφος και το έργο της είναι εξαιρετικά σημαντικό.

Την ευχαριστώ ιδιαίτερα για την συνέντευξη αυτή. Στην παρακάτω ιστοσελίδα παρουσιάζεται το έργο της. https://www.facebook.com/%CE%99%CF%89%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B1-%CE%9E%CE%AD%CF%81%CE%B1-350962365016035/

Πείτε μας λίγα πράγματα για τον εαυτό σας και τη ζωή σας.

Γεννήθηκα σε χρόνια δύσκολα στο χωριό Σπερχειάδα και η οικογένειά μου ήταν του μεροκάματου, η μάνα μου ξενόπλενε κι ο πατέρας μου, ανάπηρος, δούλευε όπου μπορούσε. Δύσκολοι καιροί κι εγώ ονειροπολούσα μέσα από τα βιβλία του Δημοτικού Σχολείου έναν κόσμο καλύτερο. Τα Διηγήματα, η Ιστορία, τα Θρησκευτικά ήταν πηγή έμπνευσης για μένα. Στην αρχή αντέγραφα εικόνες από τα βιβλία και σιγά σιγά με τον τρόπο αυτό, έμαθα να ζωγραφίζω.


Στο σχολείο ήμουν πολύ καλή αλλά δεν πήγα πιο πέρα, έπρεπε μετά το Δημοτικό να ριχτώ κι εγώ στην μάχη της επιβίωσης μαζί με τ’ αδέλφια μου, έπρεπε να δουλέψω. Ετσι, η ζωή έγινε το σχολείο μου από εκεί και πέρα, όπου μελετούσα τα πάντα, με τα μάτια και με την ψυχή, και κατέληξα μετά από διάφορα επαγγέλματα όπως η μοδιστρική, η κομμωτική και διάφορες δουλειές σε εργοστάσιο αναψυκτικών, να γίνω ζωγράφος.

Επιλέγετε να αποτυπώνετε στο μουσαμά σκηνές από μια Ελλάδα που δεν υπάρχει πια, από μια εποχή που δεν έχετε ζήσει. Γιατί;

Στα χωριά τότε υπήρχαν οι παραδόσεις, ο σεβασμός, και η ευλάβεια στην πίστη. Ολες αυτές οι παιδικές αναμνήσεις μεγαλώνοντας έγιναν για μένα καταφύγιο ψυχικών συναισθημάτων κι αυτά άρχισα να τα απεικονίζω μέσα από διάφορες τεχνικές. Είμαι αυτοδίδακτη κι έτσι θέλησα να εκφραστώ μέσα από τα δικά μου συναισθήματα, μέσα από τον παιδικό κόσμο που έζησα, όταν έβλεπα όλες τις αλλαγές γύρω μου. Η μάνα μου μού έλεγε ιστορίες και τραγούδια που κράτησα μέσα μου γερά σαν θησαυρό, για να μη χαθούν. Επηρεάστηκα από την ποίηση του Κώστα Κρυστάλλη και μετά από το δημοτικό τραγούδι. Αυτά θέλω να κρατήσω ζωντανά γιατί η ξενομανία κυριαρχεί πια στην Ελλάδα και η συνέχιση της δημοτικής μας παράδοσης κρατιέται μόνο από συλλόγους και γονείς που στέλνουν τα παιδιά τους εκεί γιατί θέλουν η παράδοση αυτή να συνεχιστεί.

Τα έργα σας αποπνέουν μια έντονη αγάπη για την πατρίδα και τη θρησκεία. Ποια θέματα σας εμπνέουν περισσότερο;

Νιώθω την πατρίδα Ελλάδα, πονάω τον Ελληνα που αγαπά, κλαίει, γελάει, αγωνίζεται, πέφτει και ξανασηκώνεται ορθός και μέσα από τα λάθη ή και την υπακοή στους γονείς εκείνα τα χρόνια, δημιουργεί οικογένεια και πολλά παιδιά, που παρά τη φτώχεια και την σκληρή δουλειά στα παλιοχώραφα ή αλλού, τα σπουδάζει και τα προικιώνει κάνοντας ως γονιός το χρέος του απέναντι στα παιδιά του.


Κάπου βαθιά στην καρδιά του ίσως υπάρχει και ο ανεκπλήρωτος έρωτας, αυτά τα βιώματα που λένε τα τραγούδια και οι διάφορες ιστορίες. Αυτά, λοιπόν, ζωγραφίζω, την λαϊκή παράδοση πάνω σε ποίηση ή στίχους γραμμένα σε κάθε έργο μου να μην χαθούν κι αυτά …

Από την ιστορία πάντα με γοήτευαν το 1821, ο Μέγας Αλέξανδρος, οι Θερμοπύλες του Λεωνίδα με τους 300 Σπαρτιάτες. Ξεκίνησα να κάνω τις Μονές της Στερεάς Ελλάδας και την προσφορά τους στον Αγώνα του Εθνους, όταν υπήρχε η αντίδραση ορισμένων ότι η Εκκλησία δεν πρόσφερε τίποτα κι όμως χάρη στην Εκκλησία και τις Μονές βοηθήθηκε η Επανάσταση κι έχασε πολλούς μοναχούς, δεσποτάδες και πατριάρχες ακόμη. Τώρα συνεχίζω με τις Μονές της Τραπεζούντας του Πόντου με πρώτη την Μονή Σουμελά που τέλειωσα. Πρέπει να τα αναστήσω με την παλιά τους δόξα και ιστορία, το αισθάνομαι σαν χρέος με το χάρισμα που μου δόθηκε. Ζωγράφισα και τον Μέγα Αλέξανδρο, όταν άρρωστος βαριά αναπολούσε τις δόξες του με τον απλό λαϊκό τρόπο. Κάποια στιγμή θα κάνω και τον Λεωνίδα που απόμεινε μονάχος στις Θερμοπύλες και ξεχασμένος, ο καινούργιος δρόμος που έγινε δεν περνά πλέον μπροστά από το μνημείο του και αυτό το νιώθω σαν περιφρόνηση στον χώρο και την ιστορία του. Ζούμε σε μια εποχή που ισοπεδώνει τα πάντα και δεν υπάρχει χώρος για ήρωες και μνημεία. Αυτές οι σκέψεις, όταν βλέπω κάτι, γίνονται οι πηγές της έμπνευσής μου.

Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζετε στο έργο σας;

Οι δυσκολίες στα χρόνια των μνημονίων είναι πολλές, ειδικά αν δεν ανήκεις σε κυκλώματα και δημόσιες σχέσεις κάτι που δεν τα μπορώ.



Ετσι, ενώ μπορώ να ζήσω με δυσκολίες ακόμη και στερήσεις, άλλωστε έτσι μεγάλωσα, παραμένω «στην σκιά» προστατεύοντας το έργο μου και την ποιότητά του. Ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να γίνεται εμπορικός για να επιβιώσει, για να αντέξει τις αβάσταχτες οικονομικές υποχρεώσεις που μας επιβάλλουν τα μνημόνια. Δεν είναι μισθωτός ή κρατικός υπάλληλος. Παλεύοντας όμως για την επιβίωση χάνεται πολύτιμος δημιουργικός χρόνος.

Πείτε μας κάποιες σκέψεις με την ευκαιρία της επετείου της 25ης Μαρτίου.

Στα χρόνια μας αυτή η μέρα ήταν πολύ όμορφη. Νιώθαμε έναν πατριωτισμό που μας εξύψωνε, νιώθαμε περηφάνια, λεβεντιά, οι σχολικές αίθουσες ήταν γεμάτες με εικόνες των ηρώων του ’21, τα ποιήματα που λέγαμε ήταν όλο πάθος. Αυτές οι αναμνήσεις σήμερα με πληγώνουν και με γεμίζουν θλίψη. Ζούμε σε μια Ελλάδα που με ασέβεια δόθηκε η Σημαία με κλήρο σε αλλοδαπούς μαθητές. Κι όμως αυτή η εθνική γιορτή της Παλιγγενεσίας ανήκει σε Ελληνες, στα Ελληνόπουλα, είναι η τιμή στη μνήμη αυτών που χάθηκαν για να γεννηθούν οι σημερινοί Ελληνες ελεύθεροι, δεν έχει σχέση με μαθητές και αριστεία. Δε νιώθω πια την περηφάνια των παιδικών μου χρόνων, νιώθω ότι κάποιοι προσπαθούν να ισοπεδώσουν τον Ορθόδοξο Ελληνισμό, την μνήμη και την ιστορία της πατρίδας μου.

Tης Σταυρούλας Τσούτσα






www.ekirikas.com
Νεότερη Παλαιότερη