Μοίρα κακή κι αντίδικη, τυραννισμένη μοίρα, / ποια πάθη από τον έρωτα, ποιες πίκρες δεν επήρα; // Στη δούλεψι κι εις τις καημούς μικρή περίσσια εμπήκα / τς αγάπης, κι όλα τα κακάκι οι παιδωμές μ’ ευρήκαν / μόνια μου με τον έρωτα πάσ’ ώραν επολέμου, / και κανενός δεν έδειχνα τα πάθη μου ποτέ μου. // Μα κείνος μάστορας καλός γιατί ήτον του πολέμου, / μέρα και νύκτα δυνατό πόλεμον έδιδέ μου, / κι ώρες γλυκύς μου εφαίνετο, κι ώρες πικρύς περίσσια, / κι ώρες στρατιώτης δυνατός, κι ώρες παιδάκιν ίσια. // Χίλια ακριβά τασσίματα μότασσε πάσα μέρα, / και χίλια μόκτιζε όμορφα περβόλια στον αέρα, / χίλιες ζουγράφιζε χαρές μέσα στο λογισμό μου / και χίλιες έδειχν’ ομορφιές πάντα των ομματιώ μου // Τόσον οπού μ’ ενίκησε, και δούλη απόμεινά του / και τσι καημένης μου καρδιάς την εξουσιά έδωκά του.
from ανεμουριον https://ift.tt/2TdYNr6
via IFTTT