ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

Νίκος Εγγονόπουλος (1907 Αθήνα - Αθήνα) - Ποιητής και ζωγράφος. Καθηγητής στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πολυτεχνείου Αθηνών. Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών με καθηγητές τον Παρθένη, τον Κόντογλου και τον Ξυγγόπουλο. Είναι από τους πρώτους συρρεαλιστές ποιητές μας που εμφανίστηκαν (Εμπειρίκος, Ελύτης, Γκάτσος κι άλλοι) περί τα τέλη της δεκαετίας του 1930, μεταφέροντας στην Ελληνική Ποίηση αυτό το πνευματικό κίνημα που είχε εκδηλωθή στη Γαλλία μια δεκαετία νωρίτερα. Σαν ποιητής ο Εγγονόπουλος κατέχει μια σημαντική θέση στα Γράμματα μας, γιατί αυτός, περισσότερο απ’ τους άλλους, ήταν που προώθησε τον συρρεαλισμό (ή υπερρεαλισμό, για να γίνη πιο κατανοητός ο όρος) όχι μόνο πέρ’ από τα όρια της πραγματικότητας, όπως ήθελαν οι βασικές αρχές του πνευματικού τούτου κινήματος, 
άλλα και πέρ’ από τα όρια της λογικής (έτσι τουλάχιστον κατηγορήθηκε από τους κριτικούς της εποχής). αλλ’ απ’ την άλλη μεριά ήταν κι ό πρώτος που στράφηκε, αν όχι στην παράδοση, τουλάχιστον στην Ποίηση, όπως είχε διαμορφωθή στο μεταξύ, μέσα στον ελληνικό χώρο, μπαίνοντας στις σωστές γραμμές της κι εξυπηρετώντας τις πραγματικές ανάγκες των δημιουργών της. Εξετάζοντας έτσι το έργο του Ν. Εγγονόπουλου, είν’ αναπότρεπτο να θεωρήσουμε και το κίνημα του συρρεαλισμού, σαν τέτοιο, και να προσπαθήσουμε ν’ αναλύσουμε τα αίτια της άνθησης και της υποχώρησης του. Το πνευματικό κίνημα που έμεινε γνωστό στην ιστορία της παγκόσμιας Λογοτεχνίας σαν συρρεαλισμός, από τον γαλλικό όρο SURREALISME, σημαίνει στην κυριολεξία: πάνω απ’ την πραγματικότητα, και υπήρξε μιά προσπάθεια να ξεπεραστή η έννοια του πραγματικού, από τους πνευματικούς δημιουργούς, που καλούνταν πια ν’ αντλήσουν —τα έργα τους από τις πηγές του φανταστικού και του εξωλογικού. Το κίνημα έκανε την πρώτη του εμφάνιση στη Γαλλία, γύρω στα 1924 με το «Μανιφέστο» που εξέδωσε και κυκλοφόρησε πλατιά ο Γάλλος ποιητής και κριτικός Αντρέ Μπρετόν. Βέβαια δεν ήταν μιά αυθαίρετη ενέργεια, δεν ήταν κάτι που ξεκινούσε μόνο απ’ την ανάγκη να εντυπωσιάση. Την εποχή εκείνη είχε ολοκληρωθεί μιά ουσιαστική επανάσταση στη Φιλοσοφία και στις κοινωνικο—οικονομικές σχέσεις των ανθρώπων. Η ανθρωπότητα έβγαινε από έναν τρομερά καταστρεπτικό παγκόσμιο πόλεμο, που άφησε τη Δύση τσακισμένη, κατακερματισμένη, και μάταια να επιχειρεί να επουλώση τις πληγές της, που ακόμη και στην παράταξη των νικητριών δυνάμεων (Γαλλία, Αγγλία, ΗΠΑ) ήταν τρομακτικές. Απ’ την άλλη μεριά, στην Ανατολή, είχε συμβή μιά κοσμογονία: η ανθρώπινη ζωή κι οι μέχρι τότε συνθήκες της μετατράπηκαν ολότελα. Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 στη Ρωσία είχε δημιουργήσει μιά νέα κατάσταση, υποσχόταν νέες, πολύ καλύτερες συνθήκες για την ανθρώπινη διαβίωση σ’ όλους τους τομείς (μαζί και τον καλλιτεχνικό) κι έφερνε στην επιφάνεια τα αίτια της πρόκλησης εκείνου του πολέμου που σκότωσε εκατομμύρια ανθρώπους. Ο απόηχος των επαναστατικών γεγονότων της Ανατολής ήταν φυσικό να φτάση και να κατακτήση τα πιο φωτισμένα πνεύματα της Δύσης και να τα οδηγήση σε μιαν ανάλογη επαναστατική κατάσταση. Παράλληλα, οι άνθρωποι, ο απλός λαός, στη Δύση, ήταν απογοητευμένοι, ήταν κουρασμένοι από το μακροχρόνιο πόλεμο. Αποζητούσαν έναν τρόπο να ξεχάσουν. Είχαν ριχθή στις διασκεδάσεις και στις ανέμελες απολαύσεις, χωρίς να ενδιαφέρονται και πολύ για τα πνευματικά προβλήματα και λιγώτερο ακόμη για τα κοινωνικά. Τούτη η αδιαφορία, ιδιαίτερα αισθητή στις μικροαστικές, μεσοαστικές τάξεις και στην πλούσια αστική τάξη, ήταν φυσικό να επηρεάσει την όλη ανανεωτική πορεία, που τα πρώτα της βήματα είχαν γίνει, καθώς είπαμε, σαν αποτέλεσμα των επιπτώσεων των επαναστατικών γεγονότων στη Ρωσία. Έτσι, στον κοινωνικο—πολιτικό τομέα, η αδιαφορία κι η ανεμελιά επικρατούσε στην επιφάνεια, ενώ στα κάτω κοινωνικά στρώματα βασίλευε η σύγχυση. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε και στην καλλιτεχνική ζωή της Δύσης, από την Ευρώπη ως την Αμερική. Έτσι έχουμε την εμφάνιση μιας γενιάς πνευματικών δημιουργών που η Γερτρούδη Στάιν, η περίφημη Αμερικανίδα κριτικός και φιλότεχνη, την χαρακτήρισε «Χαμένη Γενιά» (ανάμεσα τους περιλαμβάνονται οι Αμερικανοί Χέμινγουαιη, Σκότ Φιτζέραλντ, Ντός Πάσος). Σ’ αυτή τη «Χαμένη Γενιά», την απογοητευμένη, ήρθε ν’ αντιδράση το κίνημα του «συρρεαλισμού», καλώντας σε μιά φυγή από την πραγματικότητα: αυτή τη φρικτή, την τραγική πραγματικότητα, που θύμιζε ακόμη τους νωπούς τάφους του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου. Ανάμεσα στους πρώτους κήρυκες του συρρεαλισμού, εκτός από τον Αντρέ Μπρετόν, ήταν κι οι δυο κατοπινοί μεγαλύτεροι ποιητές της Γαλλίας: ο Πωλ Ελυάρ κι ο Λού Αραγκόν. Καθώς λέμε και πιο πάνω ο συρρεαλισμός έκανε μιά ολόκληρη δεκαετία να εμφανισθή στην Ελλάδα. Κι εμφανίσθηκε κι άνθησε την εποχή ακριβώς που στη Γαλλία είχε αρχίσει να πεθαίνη. Τώρα, ας δούμε πώς εξηγείται τούτη η καθυστέρηση της μεταφοράς του συρρεαλισμού στον τόπο μας κι ακόμη, ποια αίτια οδήγησαν το συρρεαλισμό στο μαρασμό, πρώτα στη Γαλλία κι ύστερα στην Ελλάδα. Στη χώρα μας την εποχή εκείνη, 1924, η σύγχυση κι η αναταραχή σαν αποτέλεσμα των πολεμικών γεγονότων, που για μας δεν τελείωσαν το 1918, αλλά το 1922 με την μικρασιατική καταστροφή, ήταν ακόμη μεγαλύτερη και τραγικώτερη. Εκτός από την καθυστέρηση, την οικονομική, που επέφερε ο μακροχρόνιος πόλεμος (για την Ελλάδα είχε αρχίσει από το 1912, ουσιαστικά, με μικρές διακοπές) σημειώθηκε και μιά κοινωνική αναταραχή, με την απότομη, απ’ τη μιά μέρα στην άλλη, αύξηση του πληθυσμού της χώρας κατά 1.500.000 άτομα, που όχι μόνο έφτασαν σαν πρόσφυγες, εξαθλιωμένοι και κουβαλώντας τον τρόμο και την απελπισία στα μάτια τους και στην ψυχή τους, αλλά κι ήταν ολότελα μη παραγωγικοί για τον τόπο, αφού αποτελούνταν κυρίως από γυναικόπαιδα και γέρους ανίκανους για εργασία κι έχοντας ανάγκη από την κρατική συμπαράσταση. Ήταν φυσικό λοιπόν μαζί με την κοινωνικοοικονομική καθυστέρηση να βαδίση κι η πνευματική καθυστέρηση του τόπου. Ένας πεινασμένος λαός δεν τραγουδά. Το πολύ—πολύ να θρηνολογή. Κι από θρήνους είναι γεμάτη η εποχή εκείνη, πού, σκόπιμα, χαρακτηρίσθηκε από κάποιους σαν εποχή του ανθηρού Μεσοπολέμου, ενώ στην πραγματικότητα τα μόνα λουλούδια που άνθησαν τότε ήταν η απαισιοδοξία κι η τραγική ειρωνεία (Καβάφης, Καρυωτάκης, Πολυδούρη, Πορφύρας, κι ένα πλήθος άλλοι, για να μείνουμε μόνο στην περιοχή της Ποίησης) μ’ ελάχιστες εξαιρέσεις «προοδευτικών» ατόμων, που τη φωνή τους όμως, την «εν τη ερήμω», την έτρεμαν τόσο αυτοί που την άκουγαν, ώστε να φτάνουν ακόμη και στη βία για να την σωπάσουν. Κι ακολούθησαν (σα να μην έφταναν όλα τ’ άλλα) ο Εθνικός Διχασμός κι οι μικροδικτατορίες και τα κινήματα και τα πραξικοπήματα που οδήγησαν στην πιο σκληρή και απάνθρωπη δικτατορία τού 1936, με τον συνταγματάρχη Μεταξά. Αυτά είναι, σύντομα σκιαγραφημένα, τα κοινωνικοπολιτικά πλαίσια που μέσα τους κινούνταν η Τέχνη στην Ελλάδα. Ό,τι προοδευτικό, ό,τι αληθινό, πνευματικό δημιούργημα είχε φανή μέχρι τότε η δικτατορία του Μεταξά ήρθε να το αποκεφάλιση. Έτσι, ο συρρεαλισμός, αυτή η φυγή απ’ την πραγματικότητα, ήταν απόλυτα φυσικό να βρή τότε το κατάλληλο έδαφος για ν’ ανθίση, όταν στην Ευρώπη που γεννήθηκε είχε αρχίσει να μαραίνεται. Ας δούμε τώρα ποια περιστατικά σημείωσαν την υποχώρηση του συρρεαλισμού στη Γαλλία, πρώτα κι ύστερα παντού στη Δύση. Από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’30 (και λίγο προηγούμενα στην Ιταλία με τον Μουσολίνι) είχε σημειωθή στον κοινωνικοπολιτικό τομέα μια άνθηση του φασισμού, σαν αντίδραση στη σύγχυση και στο χάος, σαν εκμετάλλευση της αδιαφορίας και της ανεμελιάς των μέσων και ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων του λαού. Αυτή η φασιστική απειλή για τη Δύση έγινε αισθητή —καθώς ήταν πολύ φυσικό— πρώτα από τους πνευματικούς ανθρώπους. Πρώτα αυτοί κατάλαβαν σε ποιο λαθεμένο δρόμο είχαν οδηγηθή, εγκαταλειπόμενοι στην απελπισία της «Χαμένης Γενιάς» και στη φυγή απ την πραγματικότητα του συρρεαλισμού. Και το αποκορύφωμα της απειλής ήρθε στην επιφάνεια με τα γεγονότα της Ισπανίας το 1936, όταν οι φασιστικές δυνάμεις της Ιταλίας και της Γερμανίας βοήθησαν το στρατιωτικό πραξικόπημα του Φράνκο κατά της δημοκρατικής κυβέρνησης της χώρας του. Την ίδια χρονιά, του 1936, στη Γαλλία σχηματίστηκε το πολιτικό Λαϊκό Μέτωπο κι εξέλεξε μιά σοσιαλιστική κυβέρνηση. Αυτά, πάλι σε γενικές γραμμές ήταν τα πλαίσια που μέσα τους διαγράφηκε ο οριστικός θάνατος του συρρεαλισμού. Και είναι χαρακτηριστικό τούτο το γεγονός: από τους τρεις πρώτους ιδρυτές του συρρεαλιστικού κινήματος, ο Αντρέ Μπρετόν είτε «σώπασε» σαν πνευματικός δημιουργός, είτε λησμονήθηκε. Ενώ οι άλλοι δυο ο Ελυάρ κι ο Αραγκόν, που ξαναγύρισαν στην πραγματικότητα και που μάλιστα αγωνίστηκαν στο πλευρό των προοδευτικών πνευματικών δυνάμεων κατά της φασιστικής απειλής, έγιναν κατόπι δυο απ’ τους μεγαλύτερους σύγχρονους Γάλλους και παγκόσμιους ποιητές. Στην Ελλάδα, καθώς είπαμε, ο συρρεαλισμός άνθησε, ή μάλλον πρωτοφάνηκε (γιατί η άνθηση του ήταν εφήμερη) γύρω στα 1936—1938, πριν ακόμη αρχίσουν να βαραίνουν πάνω στον πνευματικό κόσμο οι επιπτώσεις της αντιπνευματικής και σκοταδιστικής δικτατορίας. Και πριν ακόμη οι πρώτοι συρρεαλιστές στην Ελλάδα αντιληφθούν το μάταιο της φυγής απ’ την πραγματικότητα, η φασιστική απειλή —ανοικτά πια όχι συγκαλυμμένα, με τον Μεταξά— χτυπά την πόρτα μας, με τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940—41. Οι συνέπειες είναι γνωστές. Μετά τη λήξη του πολέμου και την Απελευθέρωση δεν υπήρχε πια θέση για κηρύγματα φυγής απ’ την πραγματικότητα. Η Ελλάδα κι ο κόσμος ολόκληρος είχαν γνωρίσει τη φρίκη του πολέμου, δυο φορές μέσα σε τρεις δεκαετίες σχεδόν. Και η ποιητική πορεία του Εγγονόπουλου είναι ακριβώς (σε μικρογραφία) η πορεία του συρρεαλισμού στην Ελλάδα. Μέχρι το 1939 είχε εκδώσει δυο ποιητικές συλλογές: το «Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν» (1938) και «Τά κλειδοκύμβαλα της σιωπής» (1939), με καθαρά συρρεαλιστική ποίηση, πιστός στο «Μανιφέστο» του Μπρετόν. Και ξαφνικά με τον πόλεμο και την Κατοχή σιωπά. Είναι άγνωστη η διεργασία κι η αγωνία μέσ’ από την οποία πέρασε ο ψυχικός κόσμος του πνευματικού αυτού ανθρώπου με τις τεράστιες ικανότητες τόσο στην Ποίηση, όσο και στη Ζωγραφική, προκειμένου ν’ απαρνηθή την πρώτη του πίστη και να έπιστρέψη μετά τον πόλεμο, στα 1944, με τα «Επτά Ποιήματα», στη «λογική» Ποίηση, που στο μεταξύ είχε καθιερωθή, από τον Γ. Σεφέρη, τον Ελύτη και τους άλλους. Ό,τι ξέρουμε γι αυτή την εσωτερική αγωνία το αντιλαμβανόμαστε μέσ’ από τα ποιήματα του, που τώρα πιά είναι μαχητικά κι αγωνιστικά, παρόλη την διάχυτη μελαγχολία που τα περιβάλλει. Μα η μελαγχολία αυτή κι η θλίψη, είναι η φυσική αντίδραση ενός πνευματικού ανθρώπου απέναντι σ’ ένα τέτοιο τραγικό γεγονός όσο ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος με πιο τραγική συνέχεια του γιά την Ελλάδα, τον εμφύλιο πόλεμο του 1946—1949. Έτσι, στα 1944 θα εκδώση μια δεύτερη ποιητική συλλογή, με τίτλο «Μπολιβάρ», από το όνομα του μεγάλου Αργεντινού απελευθερωτή κι επαναστάτη, που τον συγκρίνει μ’ ελληνικές αγωνιστικές μορφές και καταστάσεις. Και θ’ ακολουθήσουν οι ποιητικές συλλογές: «Η επιστροφή των πουλιών» (1946), «Ο Ατλαντικός» (1954), «Εν ανθηρώ Έλληνι Λόγω» (1957). Το 1958 θα τιμηθη με το Κρατικό Βραβείο για την ποίηση του. Αργότερα θα εκδώση δυο τεχνοκριτικές, δοκιμιακές μελέτες του: «Παρουσίαση τού φουτουρισμού» (1961) και «Διάλεξη» (1963). Ο Εγγονόπουλος έχει παρουσιάσει σ’ επανειλημμένες εκθέσεις, ατομικές κι ομαδικές, το ζωγραφικό του έργο, κ’ έχει εργασθή σαν σκηνογράφος κι ενδυματολόγος γιά το Θέατρο. Παραμένει σήμερα, μαζί μέ τους άλλους πρωτοπόρους (Σεφέρη, Δρίβα, Ελύτη, Εμπειρίκο) ο θεμελιωτής της νεώτερης Ποίησης στον τόπο μας. Πιο κάτω σαν μια σύντομη ανθολόγηση δίνουμε αποσπάσματα απ’ τις δυο περιόδους του ποιητικού του έργου:

«Χάρτινα περιστέρια / πετούσαν μέσα / στο σκιερό περιστύλιο / των ανακτόρων / και το κάθε κτύπημα / του φτερού τους / ήταν και / το βαθύ βλέμμα / μιας κόρης / η πτώση μιας / πέτρας / μέσα στη θάλασσα.... / Ζόανα / που ελέγοντο / Μαρία / που ελέγοντο / φιάλη / που ελέγοντο / στέαρ / που ελέγοντο ποδήλατο / που ελέγοντο σπινθήρ». 
(από το ποίημα «Εδέησε να διέλθουν το Δάσος») 

«Τούτη η εποχή / δεν είναι εποχή / για ποίηση / κι άλλα παρόμοια. / Σαν πάει κάτι / να / γραφεί / είναι / ωσάν / να γράφονταν / από την άλλη μεριά / αγγελτηρίων / θανάτου. / γι΄ αυτό και / τα ποιήματα μου / είναι τόσο πικραμένα / (και πότε άλλωστε δεν ήσαν;) / κι είναι / —προπάντων— / και / τόσο / λίγα» 
(από τό «Ποίημα 1948»)

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π. ΚΩΣΤΕΛΕΝΟΣ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
ΑΦΟΙ ΠΑΓΟΥΛΑΤΟΥ
ΑΘΗΝΑ
1976


ΡΕΝΟΣ ΗΡΑΚΛΗΣ & ΣΤΑΝΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ


from anemourion https://ift.tt/3nfLrIm
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη