Αν στην Κατοχή η λογοτεχνία εξυπηρετούσε μια ανάγκη απομάκρυνσης από την πραγματικότητα, τώρα, με την απελευθέρωση, το κλίμα αλλάζει ολοσχερώς: η υποκειμενικότητα και ο ατομισμός θα δώσουν τη θέση τους σε μια έξαρση της συλλογικότητας και της αγωνιστικότητας. Η γενιά του '30 μεταμορφώνεται κυριολεκτικά. Μια ολόκληρη αντίληψη για την τέχνη, που έτεινε να διαμορφωθεί μέσα στη δεκαετία του '30 και που διατηρήθηκε στην Κατοχή, μετατρέπεται τώρα στο αντίθετο της. Αν η δεκαετία του '30 υπήρξε για την Ελλάδα η κατ' εξοχήν αστική δεκαετία, όπου οι νεαροί αστοί και μεγαλοαστοί λογοτέχνες προσπάθησαν για πρώτη φορά τόσο συστηματικά να αρθρώσουν ένα λόγο για το άτομο, τον εσωτερικό του κόσμο, το δημιουργικό υποκείμενο, τον
καλλιτέχνη, τα υψηλά κοινωνικά στρώματα, τώρα, στη μετακατοχική εποχή, το συλλογικό υποκείμενο αναδύεται εκ νέου από την αφάνεια: ο «λαός» αποκαθίσταται στις συνειδήσεις και η «πατρίδα» ξαναγίνεται, ύστερα από δύο δεκαετίες ανυποληψίας, μια έννοια που γεννά ρίγη συγκίνησης. και της πριγκιπίσσης Φρειδερίκης» με το θέατρο των εξόριστων στα ξερονήσια και με τους πολιτικούς να σατιρίζονται στις φαντασμαγορικές επιθεωρήσεις, συμπληρώνεται, ίσως, η εικόνα του θεάτρου αυτών των ταραγμένων χρόνων. Οι νέες αξίες θα αποτυπωθούν στη λογοτεχνία με δύο τρόπους. Ο ένας είναι τα αφηγήματα και τα ποιήματα για τον πόλεμο. Το μνήμα της γριάς του Αγγέλου Βλάχου (1945), οι Άνθρωποι του μύθου του Στέλ. Ξεφλούδα (1946), το πρώτο μέρος από το
Πλατύ ποτάμι του Γιάν. Μπεράτη (1946), οι Αρματωμένοι του Λουκή Ακρίτα (1947), το Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας (1945), αλλά και η Αλβανιάδα του Ελύτη. Η αντιπολεμική κουλτούρα, που είχε αναπτυχθεί στις δύο προηγούμενες δεκαετίες, τώρα δίνει τη θέση της σε μια ηρωική αντιμετώπιση του πολέμου, από την οποία ωστόσο δεν λείπει ο ανθρωπισμός: ηρωικό είναι το κουράγιο και η δύναμη του ανθρώπου να ξεπερνά τον ίδιο του τον εαυτό (μέσα στην εχθρική φύση), ενώ το «μίσος» για τον αντίπαλο, που αναγνωρίζεται τώρα ως αναγκαίο και κινητήριο, συχνά μεταλλάσσεται μέσα στα μυθιστορήματα σε συναδέλφωση, με συγκινητικές σκηνές αλληλοεκτίμησης. Το σκληρό πνεύμα το πολέμου και ο
ανθρωπισμός συνυπάρχουν, καθιστώντας τα κείμενα ενδιαφέροντα, μέσα στην ειλικρινή αμφιθυμία τους. Αμέσως μετά την απελευθέρωση, υπάρχει μια περίοδος σαφούς ηγεμονίας της Αριστεράς. Στο περιοδικό της, τα Ελεύθερα Γράμματα, θα στεγαστεί το σύνολο σχεδόν της διανόησης, με κατοχικά και αντιστασιακά διηγήματα: οι ζοφερές συνθήκες της Κατοχής, ο πόνος, η πείνα, ο ηρωισμός, η αυταπάρνηση, η προδοσία, η κτηνωδία του εχθρού, αλλά κάποτε και πιο ενδιαφέρουσες αποχρώσεις (όπως ο ηρωικός μαυραγορίτης στο «Ρέμα» του Κοσμά Πολίτη) θα δουν το φως της δημοσιότητας. Κορυφαία, ανάμεσα τους, τα διηγήματα του Σωτήρη Πατατζή, που εκδίδονται σε τόμο με τίτλο Ματωμένα χρόνια (1949). Ενδιαφέρον είναι ωστόσο το γεγονός ότι ορισμένοι επιμένουν ατομιστικά και αυτοί είναι κάποιες νεαρές γυναίκες. Η Μιμίκα Κρανάκη εκδίδει το 1947 το Contre-temps, ένα μυθιστόρημα που αφορά στην ενηλικίωση ενός κοριτσιού, στη διαμόρφωση του. Με το ίδιο θέμα καταπιάνεται επίσης η Μαργαρίτα Λυμπεράκη στα Ψάθινα Καπέλα του 1946: και στα δύο έργα δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου χώρος για την ιστορία, η Κατοχή είναι απούσα. Αντίθετα στις Πασχαλιές της Γαλάτειας Σαράντη (1949), με τις οποίες βρισκόμαστε στην κορύφωση του εμφυλίου, η καυτή ιστορία διαδραματίζει μεγάλο ρόλο δίπλα στην ατομική διαμόρφωση. Πάντως, το θέμα της γυναικείας διαμόρφωσης βγαίνει ενισχυμένο από την εμπειρία της Κατοχής, πράγμα που αντιστοιχεί σε μια γενική άνοδο της γυναικείας παρουσίας τα χρόνια αυτά. Το τελευταίο κομμάτι της δεκαετίας καλύπτεται βέβαια από τον εμφύλιο πόλεμο. Η λογοτεχνία σχοινοβατεί στο όριο της προπαγάνδας. Εξαιρετικοί πεζογράφοι, όπως η Μέλπω Αξιώτη, ή νέοι που θα εξελιχθούν αργότερα σε σημαντικές μορφές (ο Χατζής, ο Τσίρκας) γίνονται αυτή την περίοδο προπαγανδιστές του κομουνιστικοί χώρου. Από την αντίπαλη παράταξη θα προλάβει να εκδηλωθεί η Γαλάτεια Σαράντη με τις Πασχαλιές, ενώ ο Ρένος Αποστολίδης, στην Πυραμίδα 67 (1950), επιχειρεί να κρατήσει ίσες αποστάσεις από τους δύο αντιμαχόμενους, δίνοντας το δράμα του πάσχοντος υποκειμένου. Το 1950, πάντως, θα βρει πολλούς από τους λογοτέχνες εκπατρισμένους, άλλους στις εξορίες, μερικούς υπό την απειλή της εκτέλεσης, και άλλους βαθιά πικραμένους με όσους «καταφέρανε να 'χω στην πατρίδα μου το αίσθημα του ραγιά», όπως θα γράψει αργότερα ο Κοσμάς Πολίτης. Η δεκαετία που άρχισε μέσα σε έξαρση θα τελειώσει στο μίσος και στην απελπισία. Κι ενώ μέσα στην Κατοχή η ποίηση -όπως παρατήρησε πρώτος ο Γ. Βελουδής- μιλούσε για τον ήλιο (Ήλιος ο πρώτος), και ο ποιητής υποδείκνυε το δρόμο προς το φως (ο Ρίτσος στο «Η τελευταία π.Α. εκατονταετία», γραμμένο το 1942), στα 1947 ο Σεφέρης, θέτοντας στην Κίχλη το πρόβλημα του Ετεοκλή και του Πολυνείκη, θα διαπιστώσει πικρά: Χώρες του ήλιου και δεν μπορείτε ν' αντικρίσετε τον ήλιο / Χώρες του ανθρώπου και δεν μπορείτε ν' αντικρίσετε τον άνθρωπο.
ΑΓΓΕΛΑ ΚΑΣΤΡΙΝΑΚΗ
Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΝ 20ό ΑΙΩΝΑ 1945-1950
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ
1999
from anemourion https://ift.tt/AL2Hcbr
via IFTTT


