Η μονόφθαλμη κατάσκοπος των Αθηνών


Ας μεταφερθούμε στην Αθήνα του 1939, έναν χρόνο πριν η χώρα μπει στην δίνη του πολέμου και της κατοχής, για μια από τις πολλές ιστορίες κατασκοπίας που αναστάτωσαν τότε την πρωτεύουσα. Οι Γερμανοί είχαν ήδη καταλάβει την Γαλλία και τις Κάτω Χώρες, η Πολωνία είχε διαμελιστεί ανάμεσα σε Γερμανούς και Σοβιετικούς, ο Μουσολίνι ετοιμαζόταν να επιτεθεί στην Ελλάδα, ο Χίτλερ στην Ρωσία. Η Ελλάδα του γερμανόφιλου Μεταξά ήταν υποχρεωτικά προσκολλημένη στο Βρετανικό άρμα, ο κόσμος γύρω της έβραζε, οπότε ήταν ιδανικό πεδίο για τυχοδιώχτες και κατασκόπους. Τότε κατέφθασε στην Αθήνα μια ψηλή αρχοντική και πανέμορφη Ρωσίδα εμιγκρέ, προερχόμενη από την Τεχεράνη, που λεγόταν Έλενα Μακ.
Αγόρασε μια εντυπωσιακή μονοκατοικία στο Κολωνάκι, ξόδευε ασύστολα και σύντομα έγινε η πιο περιζήτητη κυρία των Αθηναϊκών σαλονιών. Όποιος την έβλεπε μια φορά δεν την ξεχνούσε, διότι κυκλοφορούσε με το ένα μάτι καλυμμένο μ’ ένα μεταξωτό ύφασμα δεμένο πίσω σαν πειρατίνα. Ήταν άγνωστο που είχε χάσει το αριστερό της μάτι. Ήδη συνοδευόταν από την κοσμοπολίτικη αχλή ενός διεθνούς ερωτικού σκανδάλου, που την έκανε ακαταμάχητη στα μάτια των ανδρών. Στα 18 της χρόνια, αν και παντρεμένη, είχε γίνει στην Τεχεράνη ερωμένη του 48χρονου Γερμανού πρέσβη κόμητα Φον Σούλεμπουργκ, με αποτέλεσμα η γυναίκα του πρέσβη να πάρει τα παιδιά και να φύγει για το Βερολίνο, όπου ξεσήκωσε τις υπηρεσίες του Γ’ Ράιχ και τις εφημερίδες.
Και η Έλενα Μακ ήταν παντρεμένη με δυο παιδιά, όμως δεν φαίνεται να έδινε μεγάλη σημασία σ’ αυτό. Πολύ γρήγορα, το σαλόνι και η κρεβατοκάμαρα της, έγιναν τα πιο φιλόξενα σημεία της Αθήνας, με υπουργούς, διπλωμάτες και ανώτατους στρατιωτικούς να παρελαύνουν. Ο σύζυγος της, ζωγράφος το επάγγελμα που ονομαζόταν Πωλ Μακ, την εγκατέλειψε και εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες ως το τέλος της ζωής του. Ο υπουργός ασφαλείας του Μεταξά, άρχισε να υποπτεύεται την Έλενα Μακ ως κατάσκοπο. Η ρώσικη καταγωγή της, η διαδρομή της από την Μόσχα σε Τεχεράνη, Κωνσταντινούπολη και Αθήνα, οι επαφές της, η οικονομική της δυνατότητα και ο κοσμοπολίτικος αέρας της, δεν ενέπνεαν στον Μανιαδάκη καμία εμπιστοσύνη για το ποιόν της γυναίκας. Τοποθέτησε λοιπόν έναν μυστικό αστυνομικό για θυρωρό στην πολυκατοικία της για να καταγράφει όσους μπαινόβγαιναν, φοβούμενος ότι όλοι αυτοί κελαηδούσαν τα μυστικά του κράτους στην περίεργη Ρωσίδα.
Τα πράγματα μπερδεύτηκαν ακόμα περισσότερο, όταν κάποιος Λευκορώσος εμιγκρές γιατρός, ονόματι Αντρέι Χουντζάρια, πήγε στην αστυνομία και κατήγγειλε ότι ήταν εραστής της Έλενας Μακ και ότι είχε αντιληφθεί πως η κυρία ήταν κατάσκοπος του Γ’ Ράιχ στην Αθήνα. Ο Μανιαδάκης όμως είχε ενημερωθεί μέσω της Ιντέλιτζεντ Σέρβις ότι αυτός ο Χουντζάρια ήταν επίσης κατάσκοπος της Γερμανίας, με απευθείας σύνδεση με το Βερολίνο. Όπως καταλαβαίνετε, στην Αθήνα του 1939 έχανε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Ένας Γερμανός κατάσκοπος σε ξένο έδαφος, κατέδιδε στους εχθρούς μια Γερμανίδα κατάσκοπο.
Η Έλενα Μακ συνελήφθη και ανακρίθηκε στο τμήμα αλλοδαπών. Τότε αποκαλύφθηκε μια εκπληκτική ιστορία: Ο διπλωμάτης εραστής της κόμης Φόν Σούλεμπουργκ στην Τεχεράνη, θεωρούνταν από το Βερολίνο ύποπτος για κατασκοπεία υπέρ του Στάλιν. Οι Γερμανοί λοιπόν ήθελαν την αλληλογραφία του Σούλεμπουργκ προς την ερωμένη του Έλενα Μακ, μήπως μέσα στις επιστολές του κόμη-διπλωμάτη υπήρχαν ενοχοποιητικά στοιχεία που θα αποκάλυπταν τον ρόλο του. Ο Χουντζάρια προσέγγισε την Έλενα Μακ, έφθασε ως την κρεβατοκάμαρα της, αλλά στάθηκε αδύνατο να της αποσπάσει ή να κλέψει τις επίμαχες επιστολές. Η κυρία ήταν τετραπέρατη.
Τότε οι Γερμανοί προϊστάμενοι του αποφάσισαν να κάψουν μια κατάσκοπο τους χαμηλής διαβάθμισης, για να πετύχουν κάτι πολύ σοβαρότερο, να εξαρθρώσουν δηλαδή ένα σοβιετικό κατασκοπευτικό δίκτυο μέσα στο διπλωματικό τους σώμα. Η αστυνομία κατέσχεσε 350 γράμματα του Σούλεμπουργκ από το διαμέρισμα της Έλενας Μακ, τα οποία ζήτησε επισήμως ο γερμανός πρέσβης. Ο Μεταξάς του τα παρέδωσε, δεν είχε σκοπό να τα βάλει με τους Γερμανούς για μια εσωτερική τους υπόθεση. Προηγουμένως βέβαια, οι δικοί μας τα αντέγραψαν και έδωσαν αντίγραφα στους Εγγλέζους, έτσι παιζόταν το παιχνίδι. Η Έλενα Μακ αφέθηκε ελεύθερη διότι δεν βρέθηκαν στοιχεία να την ενοχοποιούν.
Και μια περίεργη λεπτομέρεια: Ο Σεραφείμ Φυντανίδης στα απομνημονεύματα του, έγραψε ότι ο Μάνος Χατζηδάκης διατεινόταν πως η κόρη της Έλενας Μακ, που ονομαζόταν Λίλη Μακ και ήταν ηθοποιός, εμφανιζόταν δημοσίως μετακατοχικά για ένα διάστημα, μ’ έναν νεαρό άγνωστο ακόμα πολιτικό, ονόματι Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο ίδιος ο Καραμανλής όμως, ερωτηθείς μια φορά απάντησε βαθιά ενοχλημένος στον φίλο του τον Μάνο: ‘’Ποια ήταν αυτή;’’