![]() |
|
Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΙΚΙΩΝΗΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΜΥΛΩΝΑ
|
Ο Δημήτρης Πικιώνης, ο στοχαστής και φιλόσοφος που άνοιξε νέους δρόμους στην αισθητική της ελληνικής αρχιτεκτονικής, γεννήθηκε το 1887 στον Πειραιά. Ήταν γιος του Πέτρου και της Μαρίας, το γένος Συριώτη. Στο Πολυτεχνείο, όπου σπούδασε πολιτικός μηχανικός, γνωρίστηκε με τον Αναστάσιο Ορλάνδο, τον Τζιόρτζιο ντε Κίρικο, τον Περικλή Γιαννόπουλο, τον Δ. Καμπούρογλου και άλλες προσωπικότητες. Παράλληλα, άρχισε να ζωγραφίζει γυμνά και τοπία, με δάσκαλο τον Παρθένη.
Το 1908, διπλωματούχος πια, έφυγε για το Μόναχο, όπου σπούδασε ελεύθερο σχέδιο και γλυπτική. Κατόπιν πήγε στο Παρίσι, όπου παρακολούθησε μαθήματα αρχιτεκτονικής στην εκεί Σχολή Καλών Τεχνών. Το 1912-1913, έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους και αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του λοχαγού. Το 1921-1923, διατέλεσε επιμελητής του καθηγητή Ορλάνδου στο μάθημα της Μορφολογίας της Αρχιτεκτονικής.
Το «Τρίτο Μάτι»
Αφού έχτισε το πρώτο του σπίτι, την οικία Μωραΐτου στις Τζιτζιφιές, ο Πικιώνης νυμφεύθηκε την Αλεξάνδρα Αναστασίου, έχτισε το δεύτερο σπίτι του, την οικία Καραμάνου στο Ηράκλειο, και ονομάστηκε έκτακτος καθηγητής του Πολυτεχνείου στην έδρα της Διακοσμητικής, στην οποία μονιμοποιήθηκε το 1930. Στο αναμεταξύ, μελέτησε τη λαϊκή αρχιτεκτονική της Χίου και έχτισε την οικία Παπαϊωάννου, στην οδό Μαρκορά. Το 1933, ακολουθώντας πρότυπα του αρχαίου θεάτρου, έχτισε το θερινό Θέατρο Κοτοπούλη, στην οδό Χέυδεν. Το 1934, έκανε τα σχέδια για τον τάφο του ποιητή Λάμπρου Πορφύρα και ταυτόχρονα δούλεψε τα προσχέδια για το Δελφικό Κέντρο. Το 1935-37, ο Πικιώνης εξέδωσε το περιοδικό «Τρίτο Μάτι», μαζί με τον ζωγράφο Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Το 1943, εκλέχθηκε τακτικός καθηγητής στο Πολυτεχνείο.
Γύρω απ' την Ακρόπολη
Από την εποχή εκείνη, ο Πικιώνης προσπάθησε να συνδέσει το οικουμενικό πνεύμα με το πνεύμα της παράδοσης. Έκανε σχέδια για το δασικό χωριό στο Περτούλι, για πρότυπους ελληνικούς οικισμούς, σχεδίασε το ξενοδοχείο «Ξενία» των Δελφών και την έπαυλη Ποταμιάνου στη Φιλοθέη, διαμόρφωσε τον αρχαιολογικό χώρο γύρω απ’ την Ακρόπολη, τον λόφο του Φιλοπάππου και το τουριστικό περίπτερο Αγίου Δημητρίου Λουμπαρδιάρη. Το 1958, έπειτα από 35ετή θητεία, ο Πικιώνης αποσύρθηκε από το Πολυτεχνείο και εκλέχθηκε πρόεδρος της Κοσμητείας Εθνικού Τοπίου. Το 1961, τον εξέλεξαν ομόφωνα αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Μονάχου. Την ίδια εποχή σχεδίασε τον Παιδικό Κήπο της Φιλοθέης, το Ανώτερο Εκκλησιαστικό Φροντιστήριο Τήνου και άλλα κτίρια. Το 1966 έγινε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, στην τάξη Γραμμάτων και Τεχνών. Στις 28 Αυγούστου 1968 ο Πικιώνης πέθανε στην Αθήνα.
Λαϊκή τέχνη και αρχαιότητα
Αν και συνομήλικος του Γάλλου αρχιτέκτονα Λε Κορμπυζιέ, ο Πικιώνης ήταν αντίθετος προς το διεθνές κίνημα του μοντερνισμού, που τελικά αποδυναμώθηκε. Ο μοντερνισμός είχε μια διεθνιστική θέση, ενώ ο Πικιώνης, αν και πίστευε σ’ έναν «οικουμενισμό», συνέδεσε το έργο του με τον τόπο του. Όμως, η Ελλάδα δεν ήταν για τον Πικιώνη ένας «τόπος», αλλά μάλλον «τόποι», από τους οποίους αντλούσε την έμπνευσή του και την καλλιτεχνική δημιουργία του. Ο Βορράς ήταν διαφορετικός απ’ το Νότο, και η Στερεά από τα νησιά. Καθένας απ’ τους τόπους αυτούς είχε ιδιαίτερα αναπτυγμένους τρόπους δομής, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες του περιβάλλοντος και τα υλικά των κατασκευών. Το ενδιαφέρον του Πικιώνη για τη λαϊκή τέχνη ήταν αδιάπτωτο και χαρακτήρισε ένα σημαντικό μέρος της παραγωγής του. Σημαντικότατο ήταν και το ενδιαφέρον του για την αρχαία παράδοση, και ήταν ευτύχημα ότι ο Καραμανλής ανάθεσε το 1958 στον Πικιώνη τη διαμόρφωση του χώρου γύρω απ’ την Ακρόπολη. Οι γνώσεις του Πικιώνη, όχι μόνο στον τομέα της Τέχνης, αλλά και της φιλοσοφίας, ήταν απέραντες. Ξάφνιαζε τους πάντες όταν αποκάλυπτε κάποιες άγνωστες πλευρές της παιδείας του. Σε άρθρο του με τίτλο «Οι πολλαπλές γνώσεις του Πικιώνη», ο ζωγράφος Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, που τον είχε γνωρίσει από το 1928, έγραψε τα ακόλουθα:
« Ο Πικιώνης σου έκανε ερωτήσεις όπως ο Σωκράτης και έπαιρνε τις απαντήσεις σου και τις ανέλυε, τις τριχοτομούσε και αισθανόσουν ότι οι απαντήσεις σου δεν ήταν εκείνες που δα έπρεπε να είναι.
» Θυμάμαι ένα μάλλον κωμικό περιστατικό. Μια συνεδρίαση σε Υπουργείο, όπου μας είχαν καλέσει για να δώσουμε την έγκυρη γνώμη μας, που ήταν ίδια περίπου με του Πικιώνη. Οι κύριοι του Υπουργείου έφεραν μερικές αντιρρήσεις, έσπειραν μερικές αμφιβολίες και εξέφρασαν δισταγμούς.
» Ο Πικιώνης έλαβε τον λόγο και αφού άκουσε τις ίδιες αντιρρήσεις, αντί να σωπάσει όπως εγώ - ο οποίος ήμουν βέβαιος ότι κάδε συζήτηση ήταν μάταιη και ότι χάναμε τον καιρό μας - ανέλαβε, αντιθέτως, το άχαρο έργο να τους μεταπείσει. Τους έφερνε το ένα κατόπιν του άλλου επιχειρήματα απίθανα, δυσνόητα, αναφέροντας πρόσωπα, ονόματα καλλιτεχνών και πράγματα και έργα καμωμένα στην Ιταλία ή τη Γαλλία, που τους ήταν τελείως άγνωστα, και θεωρίες φιλοσοφικές και αισθητικές όπου είχαν αυτοί βαθιά μεσάνυχτα.
» Αλλά το περιεργότερο ήταν ότι τον άκουγαν μετά προσοχής και σχεδόν μετά δέους. Τους είχε μαγνητίσει με τη σιγαλή μουρμούρα της φωνής του που -σαν μαλακό τρυπάνι- έμοιαζε με τον ήχο του νερού που τρέχει, σαν ένα φιδίσιο ρυάκι, ρυάκι που στο τέλος το κατάπιε η άμμος της αθηναϊκής ερήμου.
» Μες στην έρημο αυτή εκείνων των χρόνων, ο Πικιώνης ήταν πραγματικά ένα αναχωρητής, ένας ταπεινός ασκητής (αν τον δει κανείς από τη χριστιανική πλευρά) ή ένας αρχαίος Έλληνας σοφός, του οποίου οι πνευματικές και ηθικές συλλήψεις αποκτούσαν την ακρίβεια γεωμετρικού κανόνος.
» Στο περιοδικό “Τρίτο Μάτι», όπου ο Πικιώνης έγραφε τα άρθρα του, φάνηκε το ανάστημα και το ανάπτυγμα των γνώσεων του, που αγκάλιαζαν αρχαία ελληνικά και λατινικά, μαθηματικά (που του επέτρεψαν να εμβαθύνει στις θεωρίες των αρμονικών χαράξεων), φιλοσοφικές γνώσεις από Λάιμπνιτς ως τις ασιατικές δοξασίες, τους νεοπλατωνικούς, και ακόμη την ελληνική και την ξένη ποίηση...».Γιάννης Λάμψας
from ανεμουριον https://ift.tt/2OImPHX
via IFTTT
