Κωνσταντίνος Ζ Πορφυρογέννητος (912-959)

Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου Α' μόνος εκπρόσωπος της Μακεδονικής Δυναστείας απέμενε πλέον ο επτάχρονος Κωνσταντίνος Ζ' ο Πορφυρογέννητος (905, Κωνσταντινούπολη - 959, Κωνσταντινούπολη), ο οποίος επιτροπευόταν από επταμελή αντιβασιλεία, που την όρισε ο Αλέξανδρος λίγο πριν από το θάνατο του. Οι σχέσεις των μελών της επταμελούς αντιβασιλείας δεν ήταν αρμονικές. Από την πρώτη στιγμή ξέσπασε μεταξύ τους αγώνας επικρατήσεως. Ο πρόεδρος της, Πατριάρχης Νικόλαος ο Μυστικός και δύο άλλα μέλη της, ο μάγιστρος Στέφανος και ο επίσης μάγιστρος Ιωάννης Ελλάδας, κατόρθωσαν να υπερισχύσουν απέναντι στους άλλους τέσσερις συναδέλφους τους. Από τους παραπάνω τρεις «επιτρόπους» πιο δυναμικός αναδείχθηκε και λόγω αξιώματος και λόγω πολιτικής πείρας, ο Πατριάρχης Νικόλαος, στον οποίο περιήλθε ολόκληρη η κυβερνητική εξουσία. Η κατάσταση ήταν περίπλοκη και δυσεπίλυτη. Ο Πατριάρχης αντιβασιλέας είχε να αντιμετωπίσει σοβαρή αντιπολίτευση, που την αποτελούσαν η χήρα του Λέοντος ΣΤ' Ζωή (η οποία επανήλθε εν τω μεταξύ στην Κωνσταντινούπολη) και ένα μέρος του κλήρου, το οποίο παρέμενε πιστό στον Πατριάρχη Ευθύμιο, που είχε καθαιρεθεί και εξοριστεί. Επιπλέον βρισκόταν (ο Πατριάρχης Νικόλαος) στη δύσκολη θέση να είναι επίτροπος ενός παιδιού του οποίου «ούτε την καταγωγή μπορούσε να θεωρήσει νόμιμη ούτε και τη στέψη κανονική» (Ostrogorsky, τόμος δεύτερος, σελ. 138). Τη δύσκολη αυτή κατάσταση, στην οποία βρισκόταν η Αυτοκρατορία από δυναστικής πλευράς, ήρθε να επιτείνει η απόπειρα του δομέστικου των Σχολών Κωνσταντίνου Δούκα, να καταλάβει πραξικοπηματικά το θρόνο. Αλλά το πραξικόπημα αυτό απέτυχε και ο επίδοξος σφετεριστής σκοτώθηκε στη συμπλοκή που έγινε μπροστά από τα ανάκτορα (Ιούνιος του 913). Τις ενδοβυζαντινές αυτές αντιθέσεις εκμεταλλεύθηκε τότε ο ικανότατος ηγεμόνας των Βουλγάρων Συμεών, τον οποίο είχε προκαλέσει πριν από λίγους μήνες ο Αλέξανδρος. Έτσι, λοιπόν, τον Αύγουστο του 913 οι Βούλγαροι εισέβαλαν στα βυζαντινά εδάφη και έφτασαν προ των τειχών της Κωνσταντινουπόλεως. Η θέα όμως των φοβερών και ακαταμάχητων τειχών της Βασιλεύουσας έπεισε τον Συμεών ότι ήταν αδύνατο να την καταλάβει. Γι' αυτό προτίμησε να διαπραγματευθεί με τους Βυζαντινούς. Πράγματι έγιναν σχετικές συζητήσεις ανάμεσα στα μέλη της αντιβασιλείας και στον απεσταλμένο του Συμεών μάγιστρο Θεόδωρο. Οι συζητήσεις κατέληξαν σε μια προκαταρκτική συμφωνία, την οποία ακολούθησαν φιλικές συνεστιάσεις και τέλος συνάντηση του Πατριάρχη Νικολάου και του νεαρού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ' με τον Συμεών μπροστά από τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως. Κατά τη διάρκεια αυτής της συνάντησης ο Πατριάρχης ευλόγησε τον Συμεών τοποθετώντας επί της κεφαλής του το επιρριπτάριόν του και όχι αναγορεύοντας αυτόν αυτοκράτορα, όπως υποστήριξε ο G. Ostrogorsky και άλλοι νεότεροι ιστορικοί. Στη συνέχεια αφού παρασχέθηκε γεύμα στον Συμεών και στους γιους του στο Παλάτι των Βλαχερνών και αφού τους δόθηκαν και πολλά δώρα, αναχώρησαν για την πατρίδα τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, όπως λένε οι πηγές, τα απόρθητα τείχη ανάγκασαν τον φιλόδοξο Συμεών να σκεφτεί ωριμότερα και να αποχωρήσει με εύσχημο τρόπο.

ΕΠΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
ΝΕΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Όπως και αν είχαν τα πράγματα, δηλαδή είτε δεν έγινε στέψη του Συμεών, όπως φαίνεται από τις πηγές, είτε έγινε, όπως υποστηρίζεται από νεότερους ερευνητές, ο Συμεών δεν ήταν από τους ανθρώπους που παραιτούνται εύκολα από τις φιλοδοξίες τους. Πράγματι το επόμενο έτος (914) ξανάρχισε τις επιδρομές του στην περιοχή της Θράκης. Εν τω μεταξύ το Φεβρουάριο του ίδιου χρόνου εξερράγη στην Κωνσταντινούπολη ανακτορική επανάσταση υπό την ηγεσία της αυτοκράτειρας Ζωής, μητέρας του Κωνσταντίνου Ζ', την οποία είχε εκδιώξει από την εξουσία και είχε κλείσει σε μοναστήρι ο Αλέξανδρος συνεπικουρούμενος από τον Πατριάρχη Νικόλαο. Η Ζωή, λοιπόν, με τη βοήθεια του παρακοιμώμενου Κωνσταντίνου και άλλων έμπιστων της και με τη συνεργασία του ενός μόνο από τους επιτρόπους, του Ιωάννη Ελλαδά (τον οποίο είχε κατορθώσει να προσεταιριστεί) ανέλαβε την αντιβασιλεία αφού απεμάκρυνε από αυτήν το Νικόλαο το Μυστικό και τους άλλους συμβούλους του Αλέξανδρου. Η βασιλομήτωρ επιχείρησε μάλιστα να απομακρύνει το Νικόλαο ακόμη και από τον πατριαρχικό θρόνο, αλλά επειδή προσέκρουσε στην ισχυρή αντίθεση των οπαδών του αρκέστηκε τελικά να αποσπάσει από τον Πατριάρχη την υπόσχεση ότι θα περιοριζόταν στα εκκλησιαστικά του καθήκοντα. Με αυτό τον τρόπο επανήλθε στην εξουσία η νόμιμη δυναστεία. Αλλά όπως θα δούμε, δεν επρόκειτο να διαρκέσει πολύ η δεύτερη επιτροπεία της Ζωής. Από την άλλη πλευρά ο Συμεών συνέχιζε τις επιδρομές του στην πολύπαθη γη της Θράκης. Το Σεπτέμβριο του 914 έφτασε στην Αδριανούπολη, την οποία μετά από σύντομη πολιορκία κατέλαβε και στη συνέχεια κατέστρεψε και ερήμωσε ολόκληρη τη Θράκη. Και ναι μεν οι Έλληνες αμέσως ανακατέλαβαν την πόλη, αλλά ο Συμεών τα επόμενα χρόνια λεηλάτησε τις περιοχές γύρω από τη Θεσσαλονίκη και το Δυρράχιο. Οι πολιτικές συνθήκες στις οποίες βρισκόταν τότε το Βυζάντιο απέκλειαν κάθε σοβαρή αντιμετώπιση του βουλγαρικού κινδύνου. Μάταια ο Πατριάρχης Νικόλαος προσπαθούσε να πείσει τον φιλόδοξο Συμεών να παραιτηθεί από το μεγάλο του σχέδιο, που ήταν το ίδιο το αυτοκρατορικό στέμμα. Ο Βούλγαρος ηγεμόνας είχε ζήσει αρκετό καιρό στο Βυζάντιο και «είχε εμποτιστεί από το μεγαλείο του αυτοκρατορικού αξιώματος». Συγχρόνως η αυτοκρατορική κυβέρνηση, επικεφαλής της οποίας ήταν τώρα η Ζωή, επεδίωξε να πετύχει τη συμμαχία και βοήθεια του τουρκικού λαού των Πατσινακών ή Πατζινακών, οι οποίοι κατοικούσαν κοντά στον Δνείστερο ποταμό. Η Ζωή ανέθεσε την αρχιστρατηγία στον δομέστικο των Σχολαρίων, Λέοντα Φωκά, που είχε βοηθό και συμπαραστάτη του τον αδελφό του Βάρδα, πατέρα του μετέπειτα μεγάλου στρατηγού και αυτοκράτορα Νικηφόρου Β' Φωκά, και άλλους εκπροσώπους της αριστοκρατίας του Βυζαντίου. Η ηγεσία, λοιπόν, του στρατού περιέρχεται στα χέρια των αριστοκρατών, όπως συνεβούλευαν τα Τακτικά του Λέοντος ΣΤ'. Την ηγεσία όμως του στόλου είχε αναλάβει ο δρουγγάριος του αυτοκρατορικού Ναυτικού Ρωμανός Λεκαπηνός ή Λακαπηνός, ο οποίος με τις εξαιρετικές του ικανότητες επρόκειτο να υπερτερήσει απέναντι στους αριστοκράτες ανταγωνιστές του. Ο Ρωμανός Λεκαπηνός καταγόταν από την Λεκάπη ή Λακάπη που βρισκόταν ανάμεσα στη Μελιτηνή και τα Σαμόσατα (κοντά στον Ευφράτη). Ήταν γιος ενός Αρμένιου χωρικού. Ύστερα από εντατικές προετοιμασίες ο βυζαντινός στρατός εισέβαλε στη Βουλγαρία κατά μήκος των νοτίων βουλγαρικών ακτών του Ευξείνου Πόντου (917). Παράλληλα με την προέλαση του στρατού ο στόλος, επικεφαλής του οποίου ήταν ο Ρωμανός Λεκαπηνός, έπλευσε στο Δούναβη απ' όπου σύμφωνα με το σχέδιο επιχειρήσεων θα διεβίβαζε τους συμμάχους Πατσινάκες στο βουλγαρικό έδαφος, ώστε να γίνει συνδυασμένη επίθεση και από τα νότια (από το βυζαντινό στρατό) και από τα βόρεια (από το βυζαντινό στόλο και τους συμμάχους Πατσινάκες). Τελικά όμως το σχέδιο επιχειρήσεων εκτελέστηκε ελλιπώς γιατί οι Βυζαντινοί στρατηγοί διαφώνησαν μεταξύ τους, γεγονός το οποίο ανησύχησε τους Πατσινάκες, που τελικά αρνήθηκαν να εισβάλουν στη Βουλγαρία. Έτσι το βάρος της εκστρατείας έπεφτε στο στρατό ξηράς. Στις 20 Αυγούστου του 917 στη θέση Αχελώ κοντά στην Αγχίαλο τα βυζαντινά στρατεύματα, ενώ στην αρχή νικούσαν τους Βουλγάρους, στη συνέχεια ηττήθηκαν κατά κράτος. Η ανώτερη στρατηγική του Συμεών είχε θριαμβεύσει. Μετά από τη μάχη της Αγχιάλου οι Βούλγαροι προχώρησαν μέχρι τους Κατασύρτες (κοντά στην Κωνσταντινούπολη) όπου νίκησαν άλλη βυζαντινή στρατιά. Αλλά για άλλη μια φορά ο Συμεών δεν τόλμησε να επιτεθεί κατά της Κωνσταντινουπόλεως. Το επόμενο έτος (918) διέσχισε τη Βόρεια Ελλάδα και προήλασε μέχρι την Κόρινθο σπέρνοντας το φόβο και τον τρόμο στους αγροτικούς πληθυσμούς, οι οποίοι ζητούσαν άσυλο στα νησιά, στα βουνά και τις οχυρές πόλεις. Η Αυτοκρατορία βρέθηκε τότε σε απελπιστική κατάσταση. Η αυτοκράτειρα Ζωή δεν είχε τις ικανότητες για να την αντιμετωπίσει. Στις κρίσιμες αυτές στιγμές χρειαζόταν κάποιος ικανός στρατιωτικός. Ο μόνος που φαινόταν κατάλληλος ήταν ο ναύαρχος του αυτοκρατορικού στόλου, Ρωμανός Λεκαπηνός, ο οποίος διέθετε όχι μόνο στρατιωτικές, αλλά και πολιτικές ικανότητες. Κατόρθωσε παραγκωνίζοντας τον ανταγωνιστή του, Λέοντα Φωκά (που τον ευνοούσε η Ζωή) να προωθηθεί στην αντιβασιλεία βοηθούμενος και από τον Πατριάρχη Νικόλαο Μυστικό (Μάρτιος του 919). Με μεγάλη επιδεξιότητα απομάκρυνε σιγά σιγά τη Ζωή από την εξουσία και τους συμβούλους της από τις καίριες θέσεις και στερέωσε προοδευτικά την εξουσία του. Ο νεαρός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ', ο οποίος κατ' όνομα μόνο ήταν αυτοκράτορας, παντρεύτηκε τον Μάιο του 919 την Ελένη, κόρη του Ρωμανού, ο οποίος τότε έλαβε τον τίτλο του «βασιλεοπάτορα». Στη συνέχεια τα πράγματα εξελίχτηκαν ραγδαίως. Στις 24 Σεπτεμβρίου του 920 ο Κωνσταντίνος Ζ' αναγόρευσε τον πεθερό του καίσαρα και στις 17 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου τον έστεψε συναυτοκράτορα. Με αυτό τον τρόπο ο Ρωμανός Λεκαπηνός, ο γιος ενός Αρμένιου χωρικού έγινε αυτοκράτορας και στην πραγματικότητα μόνος κυβερνήτης της Αυτοκρατορίας από το 920 μέχρι το 944. Ο Ρωμανός αντιμετώπισε, όπως θα δούμε στα επόμενα, τον βουλγαρικό κίνδυνο και αποκατέστησε ειρηνικές σχέσεις μεταξύ Βυζαντινών και Βουλγάρων μετά το θάνατο του Συμεών (927).

Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ζ' ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ
ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ

Από το 920 μέχρι το 944 κυβέρνησε το Βυζαντινό Κράτος ο Ρωμανός Α' Λεκαπηνός, παραμερίζοντας το νόμιμο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ' από την εξουσία, όχι όμως και από το θρόνο. Ο Ρωμανός σεβάστηκε τη νόμιμη Δυναστεία, αλλά ίδρυσε παράλληλα με αυτήν και τη Δυναστεία των Λεκαπηνών, αναγορεύοντας σε συναυτοκράτορες τους τρεις γιους του, Χριστόφορο, Κωνσταντίνο και Στέφανο. Στις 16 Δεκεμβρίου του 944 οι δύο τελευταίοι ενήργησαν πραξικόπημα εναντίον του πατέρα τους, τον οποίο συνέλαβαν και εξόρισαν στο νησί Πρώτη στην Προποντίδα. Σκοπός τους ήταν να παραμερίσουν το νόμιμο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ'. Δεν είχαν όμως σταθμίσει σωστά τα πράγματα. Ο βυζαντινός λαός δεν τους υποστήριξε καθόλου γιατί έτρεφε αισθήματα νομιμότητας για τη Μακεδόνικη Δυναστεία. Και όχι μόνο δεν τους υποστήριξε αλλά εξεγέρθηκε εναντίον τους. Και επειδή ακριβώς δεν είχαν καμιά λαϊκή βάση, δεν τολμούσαν να κινηθούν κατά του Κωνσταντίνου. Αντίθετα, μάλιστα, δήλωσαν υποκριτικά ότι ενήργησαν για την αποκατάσταση της δυναστικής νομιμότητας. Απομονωμένοι και αδύναμοι οι δύο γιοι του Ρωμανού συνελήφθησαν μετά από διαταγή του Κωνσταντίνου Ζ' και εξορίστηκαν (27 Ιανουαρίου 945), ο μεν Στέφανος στην Προκόννησο και τελικά στη Μυτιλήνη, ο δε Κωνσταντίνος στην Τένεδο και τελικά στη Σαμοθράκη, όπως διηγείται ο Ιωάννης Σκυλίτζης. Με αυτό τον τρόπο έμεινε μονοκράτορας ο Κωνσταντίνος Ζ' ο Πορφυρογέννητος, ο νόμιμος και φυσικός κάτοχος του θρόνου, ο οποίος μάλιστα για να στερεώσει τη Δυναστεία του έστεψε συναυτοκράτορα το Πάσχα του 946 τον γιο του, Ρωμανό. Ο Κωνσταντίνος Ζ' υπήρξε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο άνθρωπος των γραμμάτων, λόγιος, συγγραφέας, με ιδιαίτερα ενδιαφέροντα για την ιστορία, τη φιλολογία, την τέχνη, τις νομικές επιστήμες. Όχι μόνο υποστήριξε τις τέχνες, αλλά και ο ίδιος ασχολήθηκε με την ποίηση, τη ζωγραφική, τη γλυπτική, την αρχιτεκτονική, τη μουσική, αλλά και με τις εφαρμοσμένες τέχνες, όπως η ναυπηγική πολεμικών σκαφών, η τορνευτική και η χρυσοχοΐα. Επειδή ήταν εξαιρετικά μελετηρός και επειδή του άρεσε πολύ να συναναστρέφεται λόγιους καλλιτέχνες και επιστήμονες, «έγινε εγκυκλοπαιδικότατος». Ο Κεδρηνός μας πληροφορεί ότι ο ακαταπόνητος εστεμμένος συγγραφέας και λόγιος καταγινόταν ακόμη και με την αριθμητική, τη γεωμετρία και την αστρονομία. Ως πολιτικός υπήρξε μετριότατος. Ακολούθησε την πολιτική του Ρωμανού Α' και επηρεαζόταν πολύ από τη σύζυγο του Ελένη Λεκαπηνή. Είχε όμως το χάρισμα να εκλέγει ικανούς συνεργάτες στους τομείς όπου αντιλαμβανόταν ότι δεν ήταν κατάλληλος. Το γεγονός αυτό δείχνει άνθρωπο σώφρονα και προικισμένο με ζωηρό το αίσθημα της αυτογνωσίας και της αίσθησης των πραγμάτων. Θα είμαστε ιστορικά άδικοι αν κρίναμε τον Κωνσταντίνο Ζ' μόνο ως πολιτικό και όχι και ως άνθρωπο των γραμμάτων. Ο εθνικός ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει ότι ο Κωνσταντίνος Ζ' παρουσίαζε κάποιες ομοιότητες με τον παππού του Βασίλειο Α' και κάποιες άλλες με τον πατέρα του, Λέοντα ΣΤ'. Γράφει με τρόπο επιγραμματικό: «Δεν ζούσε τον ίδιο τρόπο ζωής όπως ο πατέρας του, αλλά ήταν σώφρων, όπως ο παππούς του, δεν ήταν αμαθής όπως ήταν ο παππούς του- αλλά λόγιος όπως ο πατέρας του. Δεν ήταν άπρακτος όπως ο πατέρας του, αλλά, μολονότι δεν είχε την πολιτική δραστηριότητα του παππού του, δεν εστερείτο πρακτικού πνεύματος».

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΥΓΓΡΟΥΣ

Είδαμε στα προηγούμενα ότι οι Ούγγροι υπό την πίεση των Πατσινακών προχώρησαν δυτικότερα και έφτασαν στην αρχαία Παννονία. Από εκεί επιχειρούσαν επιδρομές νότια από το Δούναβη, στη σημερινή Σερβία και Βουλγαρία και έφταναν μέχρι τις βυζαντινές επαρχίες. Το 934 επιχείρησαν ληστρική επιδρομή μέχρι τη Θράκη. Αργότερα (943) επιχείρησαν νέα επιδρομή, την οποία κατόρθωσε να σταματήσει ο πατρίκιος Θεοφάνης με αρκετά χρήματα. Το Βυζαντινό Κράτος μετέδωσε στους Ούγγρους τα πρώτα σπέρματα του Χριστιανισμού. Κατά το έτος 948 περίπου οι Βυζαντινοί σημείωσαν μια σπουδαία διπλωματική επιτυχία. Δύο Ούγγροι αρχηγοί, ο Bulcsu (Βουλτζού) και ο Gyula (Γυλάς) ήρθαν στην Κωνσταντινούπολη και ασπάστηκαν το Χριστιανισμό. Κάποιος μοναχός ονόματι Ιερόθεος χειροτονήθηκε «επίσκοπος Τουρκίας» δηλαδή Ουγγαρίας. Με τον τρόπο αυτό άρχισε η προσέλευση των Ούγγρων στο Χριστιανισμό, ο οποίος ρίζωσε κυρίως στις ανατολικές επαρχίες της Ουγγαρίας, όπου ο Gyula (Γυλάς) ασκούσε την εξουσία. Ο Ιερόθεος ίδρυσε εκεί ορθόδοξα μοναστήρια, τα οποία άκμασαν κατά την εποχή του Στεφάνου Α' (1001-1038). Η θέση όμως της Ουγγαρίας στην Κεντρική Ευρώπη συνετέλεσε να δεχθεί τελικά η χώρα αυτή το Χριστιανισμό από την παπική Εκκλησία. Τούτο συνέβη επί Στεφάνου Α' ο οποίος κατά το έτος 1001 πήρε από τον Πάπα Σίλβεστρο Β' τον τίτλο και τα σύμβολα της βασιλείας και προσάρτησε την Εκκλησία της Ουγγαρίας στη Ρώμη. Όμως, είναι αληθές ότι τα πρώτα σπέρματα του Χριστιανισμού τα οφείλουν οι Ούγγροι στο Βυζάντιο και γι' αυτό πολύ σωστά ορισμένοι νεότεροι ερευνητές ομιλούν λίαν επιτυχώς για «βυζαντινές ρίζες του ουγγρικού Χριστιανισμού». Όσοι επίσημοι Ούγγροι γίνονταν Χριστιανοί, έτρεφαν φιλικά αισθήματα προς το Βυζάντιο. Όμως, παρά την προσέγγιση των Ούγγρων με το Βυζάντιο δεν έπαυαν να ενοχλούν με τις επιδρομές τους τις βαλκανικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας. Το 959 εισέβαλαν και πάλι στη Θράκη, όπου τους νίκησε ο στρατηγός Πόθος Αργυρός και τους ανάγκασε να επιστρέψουν στη χώρα τους. Αργότερα (961) επιχείρησαν και άλλη εκστρατεία την οποία απέκρουσε ο στρατηγός του θέματος Μακεδονίας, Μαριανός Αργυρός.

Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ζ' ΩΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΚΑΙ ΛΟΓΙΟΣ
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ

Τα συγγράμματα του Κωνσταντίνου Ζ' αποτελούν σημαντική πηγή πληροφοριών για την εποχή του, μοναδική θα έλεγα. Μας παρέχουν λεπτομέρειες για τον δημόσιο και ιδιωτικό βίο των Βυζαντινών. Είναι τα εξής: 
Μια πραγματεία «Περί θεμάτων» (De Thematibus) όπου συγκέντρωσε αρχαιολογικές πληροφορίες και μαρτυρίες για τις επαρχίες της Αυτοκρατορίας. Παρά τον αντιφατικό σε πολλά σημεία χαρακτήρα του, το έργο αυτό είναι πλούσιο σε στοιχεία που αφορούν τα διοικητικά και στρατιωτικά πράγματα του Κράτους. 
Το σύγγραμμα «Εκθεσις περί της βασιλείου τάξεως», αποτελεί τη μεγαλύτερη συμβολή του συγγραφέα αυτοκράτορα στην ελληνική, μεσαιωνική ιστοριογραφία. Εκεί παρελαύνει τρόπον τινά ολόκληρος ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των Βυζαντινών προγόνων μας. Στο έργο αυτό περιέγραψε τις τελετές των ανακτόρων όπως γίνονταν, τότε ή παλαιότερα. Επίσης περιγράφει θρησκευτικές και κοσμικές τελετές, αγώνες του ιπποδρόμου, αξιώματα, ενδυμασίες, αμοιβές αρχόντων, μισθολογικές καταστάσεις, διοικητικές, πολεμικές και άλλες πληροφορίες. Σκοπός του εστεμμένου ιστορικού είναι να τονίσει τη σημασία της παραδόσεως και κυρίως να δώσει πρότυπα για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να διεξάγονται οι τελετές και να τηρείται η «τάξις» σε όλες τις εκδηλώσεις του δημόσιου βίου. 
Αλλο έργο του Κωνσταντίνου Ζ' είναι το «Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν» (De administrando imperio). Το έργο αυτό περιέχει πληροφορίες για τους βάρβαρους γείτονες της Αυτοκρατορίας, Βουλγάρους, Ρώσους, Πατσινάκες, Ούγγρους, Σλάβους κ.λπ. Πρόκειται για ένα σπουδαιότατο εγχειρίδιο εξωτερικής πολιτικής, στην εισαγωγή του οποίου ο συγγραφέας αυτοκράτορας εξηγεί στο γιο του τη σημασία των πληροφοριών που του παρέχονται και του δίνει συμβουλές με συγκεκριμένα παραδείγματα για το πώς θα εφαρμόσει στο μέλλον τα διδάγματα του παρελθόντος. Το έργο αυτό αποτελεί σημαντική ιστορική πηγή. 
Ένα άλλο σύγγραμμα του Κωνσταντίνου Ζ' είναι μια ιστορία του παππού του Βασιλείου Α', η οποία κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Ιστορική διήγησις, του βίου και των πράξεων Βασιλείου του αοιδήμου βασιλέως». Η ιστορία αυτή αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα έργα του 10ου αιώνα. 
Άλλο έργο του Κωνσταντίνου Ζ' είναι: «Διήγησις τής προς Αβγαρον, αποσταλείσης αχειροποίητου θείας εικόνος Χριστού του Θεού ημών». 
Άλλο έργο: «Λόγος πανηγυρικός επί τη μετακομιδή του αγίου λειψάνου του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου».
Εξαιρετικά σημαντική υπήρξε η εκπαιδευτική και πολιτιστική δραστηριότητα του Κωνσταντίνου Ζ'. Η αγάπη του για τα γράμματα τον παρακίνησε στην αναδιοργάνωση του Πανεπιστημίου της Μαγναύρας, το οποίο είχε πριν από έναν αιώνα αναμορφώσει ο περίφημος καίσαρας Βάρδας, θείος του Μιχαήλ Γ' και αδελφός της αυτοκράτειρας Θεοδώρας. Διόρισε διαπρεπείς καθηγητές, όπως ο πατρίκιος Νικηφόρος στα Μαθηματικά, ο πρωτοσπαθάριος Κωνσταντίνος στη Φιλοσοφία, ο Γρηγόριος στην Αστρονομία, ο Αλέξανδρος, επίσκοπος Νικαίας, στη Ρητορική κ.λπ. Η αμοιβή των καθηγητών αυτών υπήρξε πλουσιοπάροχη. Αλλά και τους φοιτητές τους βοηθούσε πολύ, ιδιαίτερα μάλιστα αυτούς που διακρίνονταν για την επιμέλεια τους. Τους ονόμαζε «ομοδίαιτους και ομοτράπεζους», τους καλούσε σε γεύματα στα ανάκτορα, όπου συζητούσε μαζί τους φιλολογικά και επιστημονικά θέματα. Θάνατος του Κωνσταντίνου Ζ' Στις 9 Νοεμβρίου του 959 πέθανε ο Κωνσταντίνος Ζ' σε ηλικία 54 χρόνων, μετά από βασιλεία 48 χρόνων, αφού εξάσκησε πραγματική εξουσία μόνο τα δεκατέσσερα τελευταία χρόνια. Μια ανεπιβεβαίωτη μαρτυρία μας πληροφορεί ότι ο Κωνσταντίνος Ζ' δηλητηριάστηκε από τον ίδιο το γιο του Ρωμανό με την παρακίνηση της συζύγου του Θεοφανούς, μιας γυναίκας φιλόδοξης και αδίστακτης, η οποία είχε και άλλοτε αποπειραθεί να δολοφονήσει τον πεθερό της σε συνεργασία με το σύζυγο της Ρωμανό.

ΗΛΙΑΣ ΛΑΣΚΑΡΗΣ
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΕΣ


from ανεμουριον https://ift.tt/2Zi1nyx
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη