Την Πέμπτη, 16 Οκτωβρίου, ο τίτλος της «Καθημερινής» είναι χαρακτηριστικός: «Για φόνους δικάζεται από σήμερα η δικτατορία». Στην ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού, όπου έγινε και η δίκη των πρωταιτίων του πραξικοπήματος, οι ηγέτες και τα πρωτοπαλίκαρα της χούντας κάθονται και πάλι στο εδώλιο του κατηγορουμένου, αυτή τη φορά για τη σφαγή του Πολυτεχνείου. Το κύριο άρθρο της «Καθημερινής» την πρώτη μέρα μετά την έναρξη της δίκης αντανακλά την οργή της κοινής γνώμης. «Δίκη δολοφόνων» είναι ο τίτλος του και ανάλογο το περιεχόμενό του:
«Η δίκη των αρχιερέων του απριλιανού πραξικοπήματος, εκτελεστών και ηθικών υπευθύνων των δολοφονιών δεκάδων αθώων Ελλήνων και κυρίως νέων τον Νοέμβριο του 1973 - εκείνων που βαρύνονται για “τη σφαγή του Πολυτεχνείου” - είναι το λογικό παρακολούθημα της πρώτης δίκης των για τη βίαιη ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος
και την εγκαθίδρυση της ξενοκίνητης δικτατορίας... Η εξέγερση των φοιτητών τον Μόρτη και τον Απρίλη του 1973 στις πανεπιστημιακές τους Σχολές, όλων των φοιτητών ανεξάρτητα από πολιτική τοποθέτηση ή κοινωνική προέλευση, υπήρξε το προανάκρουσμα του “Πολυτεχνείου”. Της μεγαλειώδους εκείνης εκδηλώσεως που ξεκίνησε από το προαύλιο και τις αίθουσες του μεγάρου της οδού Πατησίων, ξεχύθηκε στους γύρω δρόμους, κινητοποίησε εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά, αγκάλιασε όλη την Αθήνα, έβαψε την άσφαλτο και τα πεζοδρόμιά της με αίμα, οδήγησε στην ανατροπή της πρώτης δικτατορίας, διεκήρυξε στα πέρατα της γης ότι ο νεοφασισμός στην Ελλάδα δεν πρόκειται για πολύ ακόμα να ρυπαίνη το άγιο χώμα της. Ηταν δυνατό να μη σκοτώσουν οι δικτάτορες για να διαφυλάξουν τα κλοπιμαία της 21ης Απριλίου; Ηταν δυνατό, στην κλιμάκωση του αγώνα για την ελευθερία, την ανεξαρτησία, τη δημοκρατία, να μην απαντήσουν με κλιμάκωση του εγκλήματος;
Γι’ αυτό δικάζονται τώρα!». Η συναισθηματική φόρτιση είναι μεγάλη. «Μαυροντυμένες φιγούρες, με συσπασμένες από την οδύνη φυσιογνωμίες, οι συγγενείς των νεκρών του Πολυτεχνείου, τόνιζαν με τους λυγμούς των τη μεγάλη συγκίνηση που επεκράτησε στην πρώτη ημέρα της μεγάλης Δίκης του Πολυτεχνείου» γράφει η λεζάντα σχετικής πρωτοσέλιδης φωτογραφίας της «Καθημερινής», σε ρεπορτάζ υπό τον τίτλο «Η σκιά των δολοφονημένων στην αίθουσα Κορυδαλλού».
«Τι νοιώθω; Φόβο, μεγάλο φόβο πως δεν θα γίνη τίποτα!», δηλώνει στην Ελένη Μπιστικά η τραγική Μαρία Κομνηνού, μητέρα του 17χρονου μαθητή Διομήδη Κομνηνού, που δολοφονήθηκε τη νύχτα της εξέγερσης. «Οχι! Θάνατο δεν θέλω! Με το να τους θανατώσουν δεν βγαίνει τίποτα. Η πραγματική τιμωρία είναι ισόβια, πραγματικά ισόβια. Για να νοιώσουν τι κάνανε. Στα παιδιά μας, σε όλους...» προσθέτει. Οι καταθέσεις των μαρτύρων είναι συγκλονιστικές κατά τη διάρκεια των 58 συνεδριάσεων του δικαστηρίου, που κρατούν συνολικά περισσότερες από 400 ώρες.
«Θελήσαμε να βγούμε από την πολυκατοικία που καλυπτόμασταν από τους πυροβολισμούς και να φύγουμε. Τότε μια σφαίρα βρήκε τον Σπαρτίδη στην πλάτη και βγήκε από την κοιλιά του. Ενώ ήταν ακόμη ζωντανός, μου είπε το όνομά του, σε ποια σχολή πήγαινε και τον αριθμό τηλεφώνου του σπιτιού του. Τον ανασήκωσα λίγο και τότε είδα να τρέχει πηκτό αίμα από την κοιλιά του» καταθέτει ο Θ. Παλιούρας.
«Με ειδοποίησαν στο γραφείο. Βρέθηκα στο ΚΑΤ. Οταν πήγα, βρήκα το παιδί μου νεκρό. Το είχαν στον νεκροθάλαμο με τον Κομνηνό», προσθέτει στην κατάθεσή του ο πατέρας του ΐ7χρονου μαθητή Αλέξανδρου Σπαρτίδη. Δολοφόνος ο αξιωματικός Ιω. Λυμπέρης, ο οποίος από το κτίριο του ΟΤΕ πυροβολούσε με λύσσα εναντίον όσων βρίσκονταν σε ακτίνα βολής, δολοφονώντας έναν ακόμη νέο, τον Μάρκο Καραμανή. Ο Ν. Χατζηστοφής, υπάλληλος του ΟΤΕ, καταθέτει: «Ο αξιωματικός έριξε δύο-τρεις φορές. Είδα τις σφαίρες να κτυπούν στον αντικρυνό τοίχο. Ηταν φανερό ότι στόχος του ήταν δύο παιδιά. Σε μια στιγμή ένα από αυτά, εκείνο με την κόκκινη μπλούζα (σ.σ. ο Καραμανής), σηκώνει λίγο το κεφάλι του. Εκείνη τη στιγμή ο αξιωματικός (σ.σ. ο Λυμπέρης) πυροβολεί και πάλι. Η σφαίρα βρήκε το στόχο της. Το παιδί με την κόκκινη μπλούζα δεν ξανασηκώθηκε».
Συγκλονιστική είναι η κατάθεση του Αντώνη Αγριτέλη: «Ημουν οδηγός του αντισυνταγματάρχη Ντερτιλή. Το μεσημέρι της Κυριακής 18 Νοεμβρίου τον μετέφερα με το τζιπ στο Πολυτεχνείο. Ο Ντερτιλής κατέβηκε και συζήτησε με κάποιον αξιωματικό της Αστυνομίας. Ξαφνικά, αντιλήφθηκα φασαρία και φωνές προς την πλευρά της διασταυρώσεως Πατησίων και Στουρνάρη. Είδα ότι αστυφύλακες έδερναν έναν νεαρό. Ο νεαρός τούς ξέφυγε. Τότε ο Ντερτιλής έβγαλε το περίστροφό του και πυροβόλησε. Ο νεαρός έμεινε επί τόπου (πρόκειται για τον 20χρονο Μιχάλη Μυρογιάννη). Μετά το φόνο ο Ντερτιλής, σαν να μη συνέβαινε τίποτε, μπήκε στο τζιπ και χτυπώντας με στην πλάτη μού είπε: “Με παραδέχεσαι, ρε; Σαράντα πέντε χρονών άνθρωπος και με τη μία τον πέτυχα στο κεφάλι!”...».
Η νοσοκόμος Γεωργία Σολωμονίδου, που υπηρετούσε στο Ρυθμιστικό, περιγράφει το ανατριχιαστικό κλίμα που επικρατούσε εκεί το βράδυ του Πολυτεχνείου του ’73, καθώς στελέχη της χούντας και αστυνομικοί χτυπούσαν πολλούς από τους τραυματίες που διακομίζονταν και προσθέτει ένα ακόμη φρικιαστικό γεγονός: «Ενα παιδί μεταφέρει στο νοσοκομείο κάποιον τραυματία και ξαφνικά οι αστυνομικοί αρχίζουν να το κυνηγούν. Στο τέλος πρόφθασε κάποιος και του έδωσε μια γροθιά στο στομάχι. Το παιδί έπεσε κάτω κι αμέσως ρίχτηκαν επάνω του και οι άλλοι αστυφύλακες και το κτυπούσαν. Μια συνάδελφός μου κι εγώ θελήσαμε να επέμβουμε για να το σώσουμε, αλλά οι αστυνομικοί μάς έδιωξαν. Υστερα από 10 λεπτά μάς άφησαν να το σηκώσουμε. Το παιδί δεν είχε πλέον σφυγμό. Οταν το πήγαμε στους γιατρούς, μας είπαν: «Αυτό είναι νεκρό!»
Ο τραγικός πατέρας Ay. Καρογεώργης καταθέτει για το δράμα του δικού του παιδιού: «Ο γιος μου, μαζί με τους φίλους του Χρ. Αντωνόπουλο και Χρ. Ταμπακόπουλο, βρέθηκαν στη νησίδα της Πατησίων μπροστά από το “Αελλώ”...
Από τα Πατήσια φάνηκαν τανκς... Ενα από αυτά έστρεψε την κάννη του εναντίον τους και θέρισε τον γιο μου. Τον χτύπησε κατάστηθα. Ηταν περίπου 10 το πρωί. Υστερα από μισή ώρα τον έφεραν στο ΚΑΤ. Ολοι οι γιατροί αγωνίστηκαν να τον συγκρατήσουν στη ζωή. Ομως ύστερα από 12 ημέρες, στις 30 Νοεμβρίου, ξεψύχησε...
Ο Καψάσκης στην έκθεσή του λέει ότι σκοτώθηκε “σαφώς από εξοστρακισθείσα σφαίρα”. Πρόκειται για ψεύδος. Οι ακτινογραφίες έδειξαν 7 πληγές. Εγώ, όταν χάιδευα το παιδί μου, ένοιωθα μια σφαίρα στην πλάτη του πριν του τη βγάλουν».
Η Θεοδώρα Φαμέλου περιγράφει τις στιγμές που έμαθε για τη δολοφονία του συζύγου της, στο Ρυθμιστικό, καθώς τον αναζητούσε απεγνωσμένα: «Εδειξα την ταυτότητα του άντρα μου που κρατούσα και ρώτησα αν γνωρίζουν τίποτα για την τύχη του. Εβγαλαν τρεις κόλλες αναφοράς με ονόματα νεκρών και τραυματιών. Δεν υπήρχε μέσα το όνομά του. Τη στιγμή εκείνη έφτασε ένα αυτοκίνητο και ένας μεσήλικας αστυνομικός φώναξε: “Κρίμα. Εχουμε μέσα ένα γεροδεμένο ψηλό παλικάρι και είναι σκοτωμένο”. Πλησίασα. Τους ρώτησα αν φορούσε βέρα. Μου έφεραν μια βέρα που είχε μέσα γραμμένο το όνομά μου. Κατάλαβα. Κατέρρευσα. Ηταν ο άντρας μου το νεκρό παλικάρι. Τον είχαν πυροβολήσει στον κρόταφο. Το κεφάλι του ήταν μελανιασμένο. Ενας αστυφύλακας μου είπε: “Κάνε το σταυρό σου, γιατί δεν τον πετάξαμε με τους άλλους στο λάκκο”...».
Μεσημέρι του Σαββάτου, 17 Νοεμβρίου 1973. Το μεγάλο μακελειό είχε τελειώσει από τα χαράματα. Ομως τα όργανα της χούντας συνεχίζουν να δολοφονούν οπουδήποτε βρεθούν. Στη συνοικία Ζωγράφου επικρατεί απόλυτη ησυχία. Η Μαρία Θεοδώρα παίρνει από το χέρι τον δχρονο γιο της και πηγαίνει σε σούπερ μάρκετ της οδού Ορεινής Ταξιαρχίας να ψωνίσει: «Είχα πάρει το παιδί μου μαζί, να πάμε στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς μας. Μόλις βγήκαμε από το κατάστημα, ακούστηκαν πέντε πυροβολισμοί και ξαφνικά ο Δημητράκης μου έπεσε κάτω. Μια σφαίρα τον είχε βρει στο μέτωπο. Οι άλλες σφαίρες πέρασαν πάνω από το κεφάλι του. Μας πυροβόλησαν τρεις στρατιώτες, οι οποίοι είχαν στήσει ένα πολυβόλο. Κρατούσαν και αυτόματα. Πιο κάτω ήταν και ένας αξιωματικός με το πιστόλι στο χέρι. Το παιδί μου πέθανε αμέσως».
Ο πατέρας του δχρονου θύματος της χούντας καταθέτει ότι, ενώ βρισκόταν στο σπίτι του, άκουσε πέντε πυροβολισμούς. Βγήκε στο μπαλκόνι να δει τι συμβαίνει, οπότε άκουσε ένα γείτονα να φωνάζει: «Μπείτε όλοι μέσα γιατί βαράνε στο ψαχνό και σκότωσαν ένα παιδάκι!». Ανησύχησε τρομερά. Βγήκε κι έμαθε ότι είχαν μεταφέρει το παιδί του στο Νοσοκομείο Παίδων. «Δεν με άφησαν να δω το παιδί μου. Μας είπαν ότι είχε κάταγμα και μας το παρέδωσαν τη Δευτέρα για ενταφιασμό... Ηταν δολοφονία εν ψυχρώ για να τρομοκρατήσουν τον κόσμο».
Οι συγκλονιστικές καταθέσεις με περιγραφές αυτού του είδους διαδέχονται η μία την άλλη επί δύο σχεδόν μήνες...
Στις 11 Δεκεμβρίου απολογούνται οι κορυφαίοι των δικτατόρων. Πρώτος ο Ιωαννίδης, ο οποίος θρασύτατος αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Αμέσως μετά την μεταπολίτευσιν του Ιουλίου 1974, ομάς δήθεν δημοσιογράφων έπλασαν τον μύθον του Πολυτεχνείου και εδημιούργησαν αυτόν τον θόρυβον. Ο μύθος επλάσθη από μεν τους κομμουνιστάς για να απαλύνουν την εντύπωσιν από τις δεκάδες χιλιάδες εγκλήματα που έκαναν το 1944 και στον συμμοριτοπόλεμο, και από τους πολιτικούς για να δρέψουν δάφνας αντιστασιακός που δεν τους ανήκουν... Οταν πήγα στον Τσεβά για να καταθέσω, βρέθηκα προ χιλιάδων αναρχικών που θέλησαν να λυντσάρουν εμένα και τους συνοδούς μου. Καθ’ όλην την διάρκειαν της τριώρου καταθέσεώς μου οι διαδηλωταί κάτω από το κτίριο κραύγαζαν: “Φασίστα δολοφόνε” και “Ο σκύλος της ΕΣΑ στο λαό”. Μετά τρίωρον κατάθεσιν εσύρθην άκων εις μία αίθουσα του δικαστηρίου, όπου ανέμενον οι Ελληνες και ξένοι δημοσιογράφοι. Ηθελαν να δουν το θηρίο. Μετ’ ολίγας ημέρας έμαθα ότι η φωτογραφία μου ανηρτήθη στον περίβολο του Πολυτεχνείου και εκρίθην από επιτροπήν, εν είδει λαοδικείου, ένοχος. Είχα και μια πρότασηεντολή από τον υφυπουργό Αμύνης Κατσαδήμα, εκ μέρους των Αβέρωφ και Καραμανλή, να φυγαδευθώ στο εξωτερικό... Ηρνήθην κατηγορηματικώς. Ηθελαν να μου επισυνάψουν και την μομφήν του φυγάδος».
Αναφερόμενος στα γεγονότα του Πολυτεχνείου υπογραμμίζει: «Ο Μίκης Θεοδωράκης έλεγε ότι οι διαδηλωταί του Πολυτεχνείου έπρεπε να αφοπλίσουν τις δυνάμεις της τάξεως και να οπλίσουν τον λαό. Αυτά έκαναν οι κομμουνισταί και κατά τον συμμοριτοπόλεμον». Αποκλείω την ανθρωποκτόνον πρόθεσιν των στρατιωτικών, οποτεδήποτε. Αν συνέβη κάτι κατά την επίμαχον περίοδον, συνέβη τυχαίως. Απορώ, μάλιστα, γιατί είναι τόσο λίγα τα θύματα, υπό τις συνθήκες που κρατούσαν τότε (!!!). Ατυχήματα συμβαίνουν και μέσα στα στρατόπεδα. Σε ατύχημα οφείλεται και ο θάνατος του μικρού στου Ζωγράφου. Εξάλλου τα όργανα των Σωμάτων Ασφαλείας ποτέ δεν βρέθηκαν σε χειρότερη θέση, υβριζόμενα και προπηλακιζόμενα, με κόπωση πολλών ημερών. Ετσι έχασαν κι αυτά σε μερικές περιπτώσεις τον έλεγχον των πράξεών των. Δεν υπάρχει καμιά χώρα, όπου το κράτος να κακομεταχειρίζεται τα όργανα της τάξεως, όπως στην Ελλάδα... Η δίκη είναι πολιτική, όσο και αν θέλουμε να
την κάνωμεν ποινικήν. Οι νικηταί ενάγουν τους νικημένους... Εκείνο που ξέρομε είναι ότι μέχρι στιγμής ωφελούνται οι κομμούνισταί».
Καταλήγοντας στην απολογία του ο κτηνώδης δικτάτορας δεν διστάζει να κατηγορήσει ως υπεύθυνους για τη σφαγή του Πολυτεχνείου τους... πολιτικούς ηγέτες όλου του φάσματος, που αντιτάσσονταν στη δικτατορία! Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Συμφέρον είχαν εκείνοι, οι οποίοι είναι σήμερα κερδισμένοι. Οι κερδισμένοι, που το έφτιαξαν, είναι και οι ηθικοί αυτουργοί. Οχι διότι εξεπλήρωσαν κάποιο σκοπό, αλλά διότι στις λεπτομέρειες είχαν πράγματι ανθρωποκτόνο πρόθεση. Εκείνοι που έστειλαν τα παιδιά αυτά να πάνε και να κτυπούν το υπουργείο Δημοσίας Τάξεως και να τους λένε ότι τα πυρά είναι άσφαιρα. Αυτοί είναι οι ηθικοί αυτουργοί!».
Την ίδια ημέρα απολογείται και ο Γ. Παπαδόπουλος. Αυτός, σε αντίθεση με τον Δ. Ιωαννίδη που ισχυρίζεται ότι δεν είχε καμιά απολύτως ανάμιξη στα γεγονότα, αναλαμβάνει όλες τις ευθύνες!
«Εγώ διέταξα την επέμβασιν διά την εκκένωσιν του Πολυτεχνείου... Με την βοήθειαν του Θεού, εξεκενώθη το Πολυτεχνείο χωρίς θύματα (!!!)... Εγώ αποφάσισα την κάθοδον των ενόπλων τμημάτων γιατί η αστυνομία δεν μπορούσε να κάνη πλέον τίποτε... Τα ένοπλα τμήματα ως μόνον μέσον επιβολής έχουν τα όπλα. Ούτε διά των υποκοπάνων ούτε διά των χειρών επεμβαίνουν. Σκοπός των είναι, επειδή ο όχλος κατά την στιγμήν που βρίσκεται εις χείρας του οχλοκράτου δεν χρησιμοποιεί από τας αισθήσεις του παρά μόνο την ακοήν και χειρίζεται μόνον την γλώσσαν του διά να επαναλαμβάνη τα συνθήματα, κατά τον νομοθέτην τα ένοπλα τμήματα παρεμβαίνουν διά των όπλων από αποστάσεως βάλλοντα στον αέρα, καλούντο διά του τηλεβόα και δίδοντας σαφώς την αντίληψιν στους διαδηλωτάς ότι, αν δεν υπακούσουν, θα κάμουν χρήσιν των όπλων. Επ’ ευκαιρία θέλω να προσθέσω ότι πρέπει να προσέξετε το λεχθέν υπό τινων μαρτύρων κατηγορίας, ότι τους ελέγετο, καθ’ ον χρόνον έκαναν τις διαδηλώσεις, ότι τα πυρά είναι άσφαιρα ή πλαστικά, ενώ ως γνωστόν τα πυρά που χρησιμοποιεί ο στρατός είναι πραγματικά. Αυτό είναι τακτική που αναγράφεται στα εγχειρίδια του αναρχισμού και χρησιμοποιείται από όλους τους οχλοκράτες». Δηλαδή, οι επικεφαλής της εξέγερσης, κατά τον δικτάτορα, έλεγαν ψέματα στους διαδηλωτές ότι τα πυρά δεν είναι πραγματικά, ώστε ο στρατός να σκοτώσει περισσότερους!!!
«Εγώ απεφασισα την κήρυξιν του στρατιωτικού νόμου», δηλώνει ο δικτάτορας και αφού προλαβαίνει να ισχυριστεί, με αφάνταστα προκλητικό τρόπο, ότι... «ουδέν περιστατικόν πράξεως βασανισμών ανεφέρθη (!!!)» καθ’ όλη τη διάρκεια της δικτατορίας, καταλήγει με διάφορες μελοδραματικές κορόνες: «Αποδώσατε αμόλυντους εις την κοινωνίαν τους συγκατηγορουμένους μου... Αποδώσατε εις εμέ ολόκληρον την ευθύνην. Ζητήσατε την κεφαλήν μου επί πίνακι... Στείλατέ με εις το απόσπασμα για να ηρεμήση ο τόπος και να προσφέρω μίαν υπηρεσίαν αποδεκτή από όλους. Καταδικάστε με εις θάνατον». Φυσικά, η φτηνή δημαγωγία του δικτάτορα γίνεται εκ του ασφαλούς. Εχει προηγηθεί η δίκη για το πραξικόπημα και η εις θάνατον ποινή του είχε ήδη μετατραπεί σε ισόβια, με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, οπότε γνωρίζει ότι δεν κινδυνεύει σε καμιά περίπτωση τώρα.
Πραγματικά, ακόμη και ο εισαγγελέας προτείνει την καταδίκη του όχι ως ηθικού αυτουργού της σφαγής, αφού αυτός έδωσε την εντολή, όπως ήταν το κατηγορητήριο, αλλά μόνο για συνέργεια σε ανθρωποκτονίες, η οποία μάλιστα ετελέσθη απλώς «διό της παραλείψεως ενεργειών».
Ετσι, όταν στις 30 Δεκεμβρίου εκδίδεται η απόφαση, ο «ήρωας» Παπαδόπουλος καταδικάζεται μόνο σε κάθειρξη 25 ετών, όπως και ο στρατηγός Δ. Ζαγοριανόκος, ο αντιστράτηγος Κ. Μαυροειδής, ο υποστράτηγος της Χωροφυλακής Π. Καραγιάννης και ο εκτελεστής - δολοφόνος Ε Λυμπέρης.
Επτά φορές σε ισόβια κάθειρξη ο Δ. Ιωαννίδης, τρεις φορές σε ισόβια ο αντιστράτηγος Στ. Βαρνάβας και μία φορά σε ισόβια ο ταξίαρχος Ντερτιλής. Οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι καταδικάζονται σε μικρότερες ποινές, ενώ 12 κρίνονται αθώοι.
«Οι κατηγορούμενοι έδειξαν τον πραγματικό εαυτό τους. Οι περισσότεροι άρχισαν να αλληλοσυγχαίρονται και να ανταλλάσσουν ασπασμούς. Ειδικό ο Ντερτιλής δεν μπορούσε να κρύψει τη χαρά του για τα ισόβια και πόζαρε χαμογελώντας πλατειά στους φωτογράφους... Ο Ματζώρος αγκαλιάζει τον Ιωαννίδη μετά την έκδοση της αποφάσεως», γράφει χαρακτηριστικά η «Καθημερινή» της επομένης.
Η αντιπολίτευση εξαπολύει μύδρους εναντίον της κυβέρνησης της Ν.Δ. για την ηπιότητα των ποινών, αλλά η ουσία είναι ότι ούτε ένας από τους πρωταιτίους δεν καταδικάζεται σε θάνατο για τις δεκάδες δολοφονίες διαδηλωτών κατά τη διάρκεια της σφαγής του Πολυτεχνείου...
from ανεμουριον https://ift.tt/38hA7Ei
via IFTTT


