του Γιώργου Α. Γιαννακόπουλου
Η έκταση της ανθρώπινης τραγωδίας, η οδύνη της εθνικής ήττας, αλλά και ο βαθύς αντίκτυπος που είχαν στην κοινή συνείδηση τα δραματικά γεγονότα του 1922, αποτυπώνονται στον ιδιαίτερα φορτισμένο όρο με τον οποίο καταγράφηκαν στην ιστορική μνήμη: Μικρασιατική Καταστροφή. Κι όμως ο δρόμος προς την καταστροφή είχε ως αφετηρία τον περιφανή θρίαμβο του ελληνικού αλυτρωτισμού. Η υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, τον Αύγουστο του 1920, φαινόταν να δικαιώνει το όραμα της Μεγάλης Ιδέας και να κάνει πραγματικότητα την «Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Πράγματι, η Ελλάδα προσαρτούσε την ανατολική Θράκη (σχεδόν ως την Τσατά και τα νησιά του Αιγαίου, ενώ της αναγνωρίζονταν κυριαρχικά δικαιώματα στην περιοχή της Σμύρνης. Ο ελληνικός στρατός, πάντως, είχε αποβιβαστεί στη Σμύρνη πριν από την υπογραφή της συνθήκης, έχοντας εξασφαλίσει σχετική συμμαχική εντολή, χάρη στην τόλμη και τους επιδέξιους πολιτικούς χειρισμούς του Ελευθερίου Βενιζέλου.Ήταν πρωί της 2ας Μαΐου 1919 όταν το ελληνικά εκστρατευτικό σώμα αποβιβαζόταν στην ιωνική πρωτεύουσα υπό τις ενθουσιώδεις εκδηλώσεις εκδηλώσεις του ελληνικού στοιχείου, αλλά και την ένοπλη αντίδραση της τουρκικής φρουράς.Σε λίγες ώρες εγκαταστάθηκε στην πόλη και η ελληνική πολιτική διοίκηση υπό τον ύπατο αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη, πρόσωπα το οποίο διαδραμάτισε σημαντικό αλλά αμφιλεγόμενο ρόλο στις εξελίξεις της μικρασιατικής Επιχείρησης.
Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ
Η αντίδραση των Τούρκων κατά την άφιξη του ελληνικού στρατού αποτέλεσε την πρώτη εκδήλωση ενός εθνικού κινήματος, που σταδιακά λάμβανε όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις.
Ηγέτης της τουρκικής εξέγερσης, η οποία αντιτασσόταν σε οποιοδήποτε διαμελισμό της χώρας, ήταν ο ανώτατος αξιωματικός του στρατού Μουσταφά Κεμάλ, ο οποίας, παρακάμπτοντας την κυβέρνηση του σουλτάνου, ανέλαβε τις τύχες του τουρκικού έθνους.
Ως εντολοδόχος των συμμάχων, ο ελληνικός στρατός βρισκόταν υπό τον απόλυτο έλεγχο τον συμμαχικού στρατηγείου και για ένα ολόκληρο χρόνο έμεινε καθηλωμένος στη γραμμή που αργότερα θα γινόταν γραμμή της Συνθήκης των Σεβρών, Η παρουσία του ελληνικού στρατού, που αναπτυσσόταν για να καταλάβει τις αυστηρό καθορισμένες από τους συμμάχους θέσεις, ήταν η αφορμή για επιθέσεις άτακτων και τακτικών τουρκικών στρατευμάτων, τα οποία είχαν ως ορμητήριο την ιταλική ζώνη κατοχής. Ο ελληνισμός της Περγάμου, του Αϊβαλιού, του Αϊδινίου υπέστη τις άγριες επιδρομές των Τσετών. Αλλά και στον Πόντο, όπου δεν υπήρχε ελληνική στρατιωτική παρουσία, οι συμμορίες του Τοπάλ Οσμάν και η χωροφυλακή προέβαιναν σε βιαιοπραγίες κατά του ελληνικού πληθυσμού.
Ενώ ο ρόλος του ελληνικού στρατού υπονομευόταν και ο άμαχος ελληνικός πληθυσμός έμενε απροστάτευτος, το εθνικό κίνημα των Τούρκων δυνάμωνε. Οι επιθετικές ενέργειες των κεμαλικών δυνάμεων, με στόχο την κατάληψη των Στενών, θορύβησαν τους συμμάχους, που έδωσαν ελευθερία στον ελληνικό στρατό να κινηθεί εναντίον τους. Η επιτυχία των επιχειρήσεων αυτών επέτρεψε στις δυνάμεις της Αντάντ να επιβάλουν στη σουλτανική κυβέρνηση τη Συνθήκη των Σεβρών. Η συνθήκη διέλυε την αυτοκρατορία και δημιουργούσε μια μεγάλη Ελλάδα.
Είχε ωστόσο είχε δύο εγγενείς αδυναμίες: δεν λάμβανε υπόψη το εθνικό κίνημα του Κεμάλ και δεν είχε την υποστήριξη όλων των συμμάχων, αφού Γάλλοι και Ιταλοί θεωρούσαν τη συνθήκη επιτυχία της αγγλικής πολιτικής.
ΒΑΘΥΣ ΔΙΧΑΣΜΟΣ
Την κατάσταση επιδείνωσαν οι εσωτερικές εξελίξεις, που κατέδειξαν τον βαθύ εθνικό διχασμό. Μόλις την επομένη της υπογραφής της συνθήκης ο Ελευθέριος Βενιζέλος δέχθηκε αποτυχημένη δολοφονική επίθεση και αργότερα αποδοκιμάστηκε. στις εκλογές του Νοεμβρίου 1920. Η ήττα του κόμματος των Φιλελευθέρων και η επαναφορά στο θρόνο του γερμανόφιλου βασιλιά Κωνσταντίνου έδωσε το πρόσχημα στους συμμάχους να εγκαταλείψουν την Ελλάδα. Οι μετανοεμβριανές κυβερνήσεις, παρά τις περί του αντίθετου προεκλογικές διακηρύξεις τους, συνέχισαν τον πόλεμο για να επιβάλουν τη συνθήκη των Σεβρών, εξυπηρετώντας ουσιαστικά τα σχέδια των Άγγλων, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις για να εκβιάσουν τον Κεμάλ στο ζήτημα των πετρελαίων του Κιρκούκ και της Μοσούλης.
Οι κυβερνήσεις των ξένων δυνάμεων, που είχαν αποδυθεί σε σκληρό μεταξύ τους ανταγωνισμό, αρνήθηκαν κάθε οικονομική ή στρατιωτική βοήθεια και, διαβλέποντας τις τεράστιες δυσκολίες του ελληνικού εγχειρήματος, προτίμησαν να αρχίσουν διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση της Άγκυρας ώστε να διασφαλίσουν τα συμφέροντα τους στην περιοχή. Από τον Απρίλη του 1921 ο ελληνικός στρατός εξαπέλυσε μεγάλη επίθεση και. παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες, προήλασε, φθάνοντας στον ποταμό Σαγγάριο, λίγο έξω από την Άγκυρα. Εκεί όμως σταμάτησε και αναδιπλώθηκε στις βάσεις του, στο Εσκί Σεχίρ και το Αφιόν Καραχισάρ. Ακολούθησε ένας χρόνος απραξίας, που έδωσε την ευκαιρία στον Κεμάλ να ανασυνταχθεί και να αναπτύξει, εκμεταλλευόμενος και τις ενδοσυμμαχικές αντιθέσεις, ευρύτερες διπλωματικές σχέσεις. Έτσι, τον Οκτώβριο του 1921, υπέγραψε επίσημη συμφωνία με τη Γαλλία, η οποία του παρέδωσε την Κιλικία και άφθονο πολεμικό υλικό. Οι συζητήσεις για την αποχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Μικρά Ασία και την επίλυση του προβλήματος με διαπραγματεύσεις δεν θα καρποφορήσουν. Η ελληνική κυβέρνηση παρ' ότι είχε πεισθεί για την ανάγκη απεμπλοκής από το αδιέξοδο στο οποίο είχε περιέλθει η μικρασιατική επιχείρηση, παρέμενε αναποφάσιστη να κόψει τον γόρδιο δεσμό.
Τελικά, τον Αύγουστο του 1922, ο εξαντλημένος ελληνικός στρατός δεν θα αντέξει την τουρκική επίθεση και θα ηττηθεί στον Αφιόν Καραχισάρ. Στο τέλος του μήνα τα τουρκικά στρατεύματα μπήκαν στη Σμύρνη και επιδόθηκαν σε φοβερές λεηλασίες και. βιαιοπραγίες κατά του χριστιανικού πληθυσμού. Επιστέγασμα της αποτρόπαιης ατμόσφαιρας που επικράτησε, αποτελείτε ο μαρτυρικός θάνατος του μητροπολίτη Χρυσοστόμου από τον εξαγριωμένο τουρκικό όχλο.
Η ΣΜΥΡΝΗ ΣΤΙΣ ΦΛΟΓΕΣ
Τελικά, τον Αύγουστο του 1922, ο εξαντλημένος ελληνικός στρατός δεν θα αντέξει την τουρκική επίθεση και θα ηττηθεί στον Αφιόν Καραχισάρ. Στο τέλος του μήνα τα τουρκικά στρατεύματα μπήκαν στη Σμύρνη και επιδόθηκαν σε φοβερές λεηλασίες και. βιαιοπραγίες κατά του χριστιανικού πληθυσμού. Επιστέγασμα της αποτρόπαιης ατμόσφαιρας που επικράτησε, αποτελείτε ο μαρτυρικός θάνατος του μητροπολίτη Χρυσοστόμου από τον εξαγριωμένο τουρκικό όχλο.
Η ιωνική πρωτεύουσα παραδόθηκε στις φλόγες, που μαζί με την όμορφη πόλη αποτέφρωσαν και τα όνειρα του ελληνισμού στη μικρασιατική γη. Η διαδικασία αποχωρισμού των ελληνικών πληθυσμών από τη Μικρά Ασία καθορίστηκε από τις διαφορετικές συνθήκες της ιστορικής τους ύπαρξης. Στα δυτικά παράλια, περιοχή με συμπαγές και ακμάζον ελληνικό στοιχείο, ο αιματηρός διωγμός εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων κορυφώθηκε με το μαρτύριο της Σμύρνης, το οποίο ταυτίστηκε με τις πιο οδυνηρές στιγμές του ελληνισμού στον αιώνα μας. Αντίθετα, στην Ανατολική Θράκη η παρουσία ελληνικών στρατευμάτων επέτρεψε την, κάτω από ειρηνικές συνθήκες, εκκένωση της περιοχής. Οι Έλληνες Θράκες με κάθε μέσο, ακόμη και με τα πόδια, ακολούθησαν την υποχώρηση του στρατού ως τον ποταμό Έβρο. παίρνοντας το δρόμο της προσφυγιάς.
Η σύμβαση περί υποχρεωτικής ανταλλαγής ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών (30-1-1923). η οποία υπογράφηκε στη Λωζάννη, σφράγισε το τέλος της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας. Έτσι. σύμφωνα με τα συνομολογηθέντα, οι Ορθόδοξοι, τουρκόφωνοι. στην πλειονότητα τους, κάτοικοι της Κεντρικής και Νότιας Μικρός Ασίας αναχώρησαν οργανωμένα κάτω από την εποπτεία της Διεθνούς Μεικτής Επιτροπής από τον Οκτώβριο του 1923 έως το 1925, Αυτοί είχαν την ευκαιρία να συναποκομίσουν την κινητή περιουσία τους και να διασώσουν κοινοτικά αρχεία και βιβλία, ιερά λείψανα και εικόνες, ενθύμια πολύτιμα της αγαπημένης πατρίδας. Στις περιοχές του Πόντου η έξοδος πήρε διαφορετική μορφή. Αν και οι παραλιακές περιοχές εκκενώθηκαν σύμφωνα με τους όρους της Ανταλλαγής, στις ορεινές περιοχές δημιουργήθηκε ανταρτικό κίνημα ως απέλπιδα προσπάθεια αντίστασης στη μοίρα του ξεριζωμό Αρκετές κοινότητες με την καθοδήγηση των ένοπλων σωμάτων έφυγαν προς τον Καύκασο, ελπίζοντας στη σύντομη επιστροφή τους. Η σύμβαση τη; Ανταλλαγής από τη διεθνή πρωτοτυπία, καθώς όλες οι ως τότε αμοιβαίες μετακινήσεις πληθυσμών είχαν γίνει σε εθελοντική βάση. Ουσιαστικά όμως δεν αφορούσε παρά μόνο 355.000 Μουσουλμάνους της Ελλάδος και 190.000 Ορθόδοξους της Κεντρική; Μικράς Ασίας και του Πόντου, αφού ο κυρίως όγκος των προσφύγων (1.000.000 άνθρωποι) είχε ήδη φθάσει στην Ελλάδα κάτω από δραματικές συνθήκες και η επιστροφή τους ήταν ουσιαστικά ανέφικτη. Ωστόσο, η συνθήκη κάλυψε με τη νομική της ισχύ όλους τους πληθυσμούς που μετακινήθηκαν, νομιμοποιώντας έτσι τα τετελεσμένα. Παρ' ότι επικρίθηκε ως προσβάλλουσα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, επέτυχε πάνω απ' όλα την επιβίωση (βιολογική και πολιτιστική) ελληνικών πληθυσμών που απειλούνταν με πλήρη εξόντωση]. Ο χρόνος που πέρασε από τότε απέδειξε την ορθότητα και της επιλογής εκείνης. Οι εξαιρέσεις από την λογική της ανταλλαγής οδήγησαν στην αμετάκλητη διατάραξη της ισορροπίας σε βάρος της Ελλάδας. Έτσι, οι άλλοτε ακμαίες ελληνικές κοινότητες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου οδηγήθηκαν σε δραματική συρρίκνωση, σε αντίθεση με την αύξηση του πληθυσμού των μουσουλμάνων που παρέμειναν στη Δυτική Θράκη.
Η ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ
Η σύμβαση περί υποχρεωτικής ανταλλαγής ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών (30-1-1923). η οποία υπογράφηκε στη Λωζάννη, σφράγισε το τέλος της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας. Έτσι. σύμφωνα με τα συνομολογηθέντα, οι Ορθόδοξοι, τουρκόφωνοι. στην πλειονότητα τους, κάτοικοι της Κεντρικής και Νότιας Μικρός Ασίας αναχώρησαν οργανωμένα κάτω από την εποπτεία της Διεθνούς Μεικτής Επιτροπής από τον Οκτώβριο του 1923 έως το 1925, Αυτοί είχαν την ευκαιρία να συναποκομίσουν την κινητή περιουσία τους και να διασώσουν κοινοτικά αρχεία και βιβλία, ιερά λείψανα και εικόνες, ενθύμια πολύτιμα της αγαπημένης πατρίδας. Στις περιοχές του Πόντου η έξοδος πήρε διαφορετική μορφή. Αν και οι παραλιακές περιοχές εκκενώθηκαν σύμφωνα με τους όρους της Ανταλλαγής, στις ορεινές περιοχές δημιουργήθηκε ανταρτικό κίνημα ως απέλπιδα προσπάθεια αντίστασης στη μοίρα του ξεριζωμό Αρκετές κοινότητες με την καθοδήγηση των ένοπλων σωμάτων έφυγαν προς τον Καύκασο, ελπίζοντας στη σύντομη επιστροφή τους. Η σύμβαση τη; Ανταλλαγής από τη διεθνή πρωτοτυπία, καθώς όλες οι ως τότε αμοιβαίες μετακινήσεις πληθυσμών είχαν γίνει σε εθελοντική βάση. Ουσιαστικά όμως δεν αφορούσε παρά μόνο 355.000 Μουσουλμάνους της Ελλάδος και 190.000 Ορθόδοξους της Κεντρική; Μικράς Ασίας και του Πόντου, αφού ο κυρίως όγκος των προσφύγων (1.000.000 άνθρωποι) είχε ήδη φθάσει στην Ελλάδα κάτω από δραματικές συνθήκες και η επιστροφή τους ήταν ουσιαστικά ανέφικτη. Ωστόσο, η συνθήκη κάλυψε με τη νομική της ισχύ όλους τους πληθυσμούς που μετακινήθηκαν, νομιμοποιώντας έτσι τα τετελεσμένα. Παρ' ότι επικρίθηκε ως προσβάλλουσα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, επέτυχε πάνω απ' όλα την επιβίωση (βιολογική και πολιτιστική) ελληνικών πληθυσμών που απειλούνταν με πλήρη εξόντωση]. Ο χρόνος που πέρασε από τότε απέδειξε την ορθότητα και της επιλογής εκείνης. Οι εξαιρέσεις από την λογική της ανταλλαγής οδήγησαν στην αμετάκλητη διατάραξη της ισορροπίας σε βάρος της Ελλάδας. Έτσι, οι άλλοτε ακμαίες ελληνικές κοινότητες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου οδηγήθηκαν σε δραματική συρρίκνωση, σε αντίθεση με την αύξηση του πληθυσμού των μουσουλμάνων που παρέμειναν στη Δυτική Θράκη.
Η Μικρασιατική Καταστροφή αποτέλεσε την πιο βαθιά τομή της νεοελληνικής ιστορίας και, επηρέασε αποφασιστικά την πορεία του σύγχρονου ελληνισμού. Μια ολόκληρη περίοδος, που καθορίστηκε από την κυριαρχία της Μεγάλης Ιδέας, τερματίστηκε με τον πιο τραγικό τρόπο και η επιδιωκόμενη εθνική ολοκλήρωση πραγματώθηκε αντίστροφα, με την αναδίπλωση του ελληνισμού εντός των ελλαδικών συνόρων. Νέες συνθήκες δημιουργήθηκαν στη χώρα, η οποία εξήλθε από μια δεκαετία αναμετρήσεων έχοντας υπερδιπλασιάσει τα εδάφη και τον πληθυσμό της, που διογκώθηκε απότομα με την προσφυγική πλημμυρίδα. Η καταστροφή σήμανε το οδυνηρό τέλος της μακραίωνης ελληνικής παρουσίας στη μικρασιατική γη και ταυτόχρονα αποτέλεσε τον καταλύτη δημιουργίας του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΝ 20Ο ΑΙΩΝΑ 1920-1930
7 ΗΜΕΡΕΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ 1999
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ 1999
from ανεμουριον https://ift.tt/354S0De
via IFTTT









