Στα βήματα του Βυζαντίου

Του Άντριου Χόρτον

Αν συγκρίνουμε το καδράρισμα των πλάνων στο «Θίασο» με τα βυζαντινά ψηφιδωτά του Παλέρμο θα διαπιστώσουμε ότι η σύλληψη στον τρόπο απεικόνισης είναι η ίδια. Στη βυζαντινή τέχνη τα πρόσωπα απεικονίζονται σε στάσεις μετωπικές ή δύο διαστάσεων για να εκτονώνεται το στοιχείο της δράσης και η δραματικότητα των καταστάσεων. Ο Αγγελόπουλος παρουσιάζει τους θεατρίνους-ήρωές του με τον ίδιο σεβασμό στη διαύγεια και τη μετωπική απεικόνιση.


Αυτό που εντυπωσιάζει αμέσως σε μια ταινία του Αγγελόπουλου είναι η εικαστική σύνθεση και η διάρκεια των μεμονωμένων πλάνων του. Θα. μπορούσε να μιλήσει κανείς για διάφορες επιρροές στη δουλειά του, αλλά όπως παραδέχεται και ο ίδιος, χρησιμοποιεί ευρέως τη μακραίωνη παράδοση της βυζαντινής εικονογραφίας. «Ο Μέγας Αλέξανδρος» (1980) για παράδειγμα είναι μια εντελώς ελληνορθόδοξη, βυζαντινή ταινία, με ενσωματωμένα πολλά στοιχεία της Ορθόδοξης Λειτουργίας, μουσική, ιεροτελεστία και κάθαρση διό μέσου του αίματος.

Το πράγμα είναι ευεξήγητο. Η παράδοση της αρχαίας Ελλάδας είναι πολύ μακρινή για τους σημερινούς Ελληνες. Αντίθετα, η βυζαντινή παράδοση, μέσα από τα συνεκτικά στοιχεία της ελληνικής γλώσσας, της Ορθοδοξίας και της πυρηνικής οικογένειας, είναι ζωντανή ακόμη και σήμερα. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, που διήρκεσε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη αυτοκρατορία στην ιστορία, ήτανε ένα πολυεθνικό, πολυφυλετικό δίκτυο το οποίο κάλυπτε τα Βαλκάνια, την Τουρκία και μεγάλο μέρος της Μέσης Ανατολής. Οι κάτοικοί της ζούσαν σε οικισμούς ή χωριά και εθωρούντο «αγροτικοί πληθυσμοί».

Μια ηχώ αυτής της βυζαντινής πραγματικότητας ακούγεται και μέσα στο έργο του Αγγελόπουλου. Οι ήρωές του προέρχονται από μακρινά χωριά, από διαφορετικά σύνορα. Η σιωπή αντικαθιστά συνήθως το λόγο, όταν όμως οι άνθρωποι αυτοί μιλούν, μιλούν στην ελληνική γλώσσα. Οικογένειες, ίσως κατακερματισμένες και δυσλειτουργικές, από την «Αναπαράσταση» μέχρι το «Μετέωρο Βήμα του Πελαργού», βρίσκονται στον πυρήνα των αφηγήσεων του Αγγελόπουλου, όπως συνέβαινε και με τον κόσμο του μύθου και του θρύλου.

Οι ταινίες του Αγγελόπουλου δεν είναι ορθόδοξες ούτε θρησκευτικές με την τυπική έννοια του όρου. Η ορθόδοξη παράδοση στο έργο του γίνεται αισθητή μέσα από τις «μαγικές» στιγμές και τα «ανεξήγητα φαινόμενα» που ενσωματώνει. Οπως λέει ο Ρόμπερτ Κάπλαν, «ενώ οι δυτικές θρησκείες τοποθετούν την έμφαση στις ιδέες και τις πράξεις, οι ανατολικές θρησκείες τονίζουν την ομορφιά και τη μαγεία». Η φράση «ομορφιά» και «μαγεία» περιγράφει μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές στη δουλειά του Αγγελόπουλου και εάν δεν καταλάβει κανείς πόσο «ανατολική» κατά την ουσία της είναι αυτή η οπτική, δεν θα αντιληφθεί ποτέ σ’ όλη τους την έκταση τη σύλληψη και τη σύνθεση των ταινιών του.

Η Ανέτ Μίκελσον επισημαίνει πως ορισμένες ταινίες του σοβιετικού κινηματογράφου, ιδιαίτερα των πρώιμων χρόνων, επηρεάστηκαν από την Ορθόδοξη Ρωσική εικονογραφία. «Τα Τρία Τραγούδια για τον Λένιν» (1934), του Τζίγκα Βερτόφ, τα οποία έχουν θέμα τη λατρεία και το πένθος για το νεκρό Σωτήρα - στην περίπτωση αυτή με τον Λένιν στο ρόλο του επαναστάτη «σωτήρα», αντί για το Χριστό, έχουν επηρεασθεί από ρωσικές εικόνες που πραγματεύονται το ίδιο θέμα.

Η αντίστοιχη οφειλή του Αγγελόπουλου στη βυζαντινή ορθόδοξη παράδοση της εικονογραφίας δεν είναι αμέσως εμφανής. Οσοι όμως έχουν γνώση αυτής της παράδοσης, την βλέπουν να αναδύεται ήρεμα αλλά σταθερά μέσα από τις ταινίες του.

Καδράρισμα και βυζαντινή εικόνα

Αν συγκρίνουμε το καδράρισμα των πλάνων στο «Θίασο» με τα βυζαντινά ψηφιδωτά του Παλέρμο και του Χριστού Παντοκράτορα στη Μητρόπολη της Τσεφαλού, θα δούμε ότι η «σύλληψη στον τρόπο απεικόνισης» είναι η ίδια. Στη βυζαντινή τέχνη τα πρόσωπα απεικονίζονται σε στάσεις μετωπικές ή δυο διαστάσεων για να εκτονώνεται το στοιχείο της δράσης και η δραματικότητα των καταστάσεων. Όπως λέει ο Οτο Ντέμους, σημαντικός ιστορικός της βυζαντινής τέχνης, η τέχνη αυτή «αποτείνεται σε αυτόν που την θεάται, σαν να είναι αυτός όχι μια ξεχωριστή οντότητα, μια ψυχή που επιθυμεί τη σωτηρία της, αλλά σαν να είναι ένα μέλος της Εκκλησίας, με συγκεκριμένη θέση μέσα στην ιεραρχία της. Υπάρχει, υποστηρίζει ο Ντέμους, ένα είδος θεωρίας της βυζαντινής εικόνας, η οποία περιλαμβάνει τρία σημαντικά μέρη. Αν μια εικόνα ζωγραφιστεί με τον «κατάλληλο» τρόπο, ως η μαγική εικόνα του πρωτοτύπου, ταυτίζεται με αυτό. Αυτό είναι το πρώτο. Αφετέρου, ως απεικόνιση ενός ιερού προσώπου είναι αξία λατρείας και σεβασμού. Τέλος, κάθε εικόνα, έχει τη θέση της μέσα σε μια ιεραρχία που υπάρχει εξακολουθητικά».
Ο αυτοκράτωρ Ιουστινιανός και η συνοδεία του. Ψηφιδωτό. 547, Ραβένα, Αγιος Βιτάλιος (φωτ.: Εκδοτική Αθηνών). Ο ορθός τρόπος απεικόνισης ενός ιερού προσώπου είναι μετωπικά, γιατί με αυτό τον τρόπο αναγνωρίζουμε με σαφήνεια το εικονιζόμενο πρόσωπο και ταυτιζόμαστε με αυτό.
Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, ο ορθός τρόπος απεικόνισης ενός ιερού προσώπου είναι μετωπικά, γιατί με τον τρόπο αυτό αναγνωρίζουμε με σαφήνεια το εικονιζόμενο πρόσωπο και ταυτιζόμαστε με αυτό. Ο Αγγελόπουλος παρουσιάζει τους θεατρίνους-ήρωές του στο «Θίασο» με τον ίδιο σεβασμό στη διαύγεια και την μετωπική απεικόνιση.

Η βυζαντινή τέχνη δεν δίνει μεγάλη έμφαση στο φόντο, ούτως ώστε η βαρύτητα να μετατίθεται στα εικονιζόμενα πρόσωπα αλλά και να τα απομακρύνει από την «κοσμικότητα». Οι χαρακτήρες-ήρωες του Αγγελόπουλου δεν είναι θρησκευτικοί. Πρόκειται για απλούς άνδρες και γυναίκες, αν και τα ονόματά τους έχουν μυθικές και παλιές αριστοκρατικές παρηχήσεις. Αλλά, ακολουθώντας τη βυζαντινή σύλληψη, είναι απομονωμένοι μέσα στο χώρο έτσι ώστε να διαγράφονται σαφώς και ως «ομάδα» και ως μέλη της ομάδας. Τα απαλά, ήμερα γαλάζια και γκρίζα του ουρανού σε αυτά τα πλάνα αποδίδουν τα περιγράμματα των προσώπων στο πρώτο πλάνο με ακόμη μεγαλύτερη σαφήνεια.

Οι ήρωες του Αγγελόπουλου αδιαφορούν για το στοιχείο της δράσης (ειρωνεία εφόσον πρόκειται για ηθοποιούς) όπως γίνεται και στη βυζαντινή τέχνη. Η αποστασιοποίησή τους από τον κόσμο της δράσης μας καλεί να τους προσεγγίσουμε σ' ένα επίπεδο βαθύτερου στοχασμού, πέρα από τον κόσμο του πάθους, του δράματος και του ανταγωνισμού.

Υπέρβαση

Το περιβάλλον μέσα στο οποίο κινούνται αυτές οι ανθρώπινες φιγούρες είναι αρκετά βίαιο.

Αλλά ο Αγγελόπουλος δίνει τη δυνατότητα σε όσους θεώνται την τέχνη του να παίρνουν κάποια απόσταση από τα γεγονότα της καθημερινής ζωής. Την ίδια δυνατότητα προσφέρει και η ελληνική εκκλησία στους πιστούς της διά μέσου της εικονογραφίας. Με την έννοια αυτή η ελληνική κινηματογραφική ταινία «Ο Θίασος» όπως και η ελληνική εκκλησία, δεν εισηγούνται μια «παραίτηση» από τη ζωή αλλά μια «υπέρβασή» της. Με άλλα λόγια δίνουν στο άτομο την ευκαιρία να δει τη ζωή, τη δική του και των άλλων, με άλλη προοπτική.

Ο παραλληλισμός ανάμεσα σε μια κινηματογραφική ταινία και ένα ψηφιδωτό είναι εμφανής, αξίζει όμως να τον υπογραμμίσει κανείς. Μια ταινία είναι το άθροισμα των μεμονωμένων πλάνων της, όπως το μωσαϊκό είναι το άθροισμα των ψηφίδων του.

Είναι επίσης σημαντικό να δούμε τη «διάρκεια» μέσα στο πλαίσιο της βυζαντινής εικονογραφικής παράδοσης. Ιδωμένα μέσα από τη βυζαντινή οπτική τα εξαιρετικά -μέχρι και δέκα λεπτών διάρκειας- μακρόσυρτα πλάνα του Αγγελόπουλου, παραπέμπουν στην «αδιάλειπτη» σχέση της βυζαντινής τέχνης με το «θεατή» της. Μπορεί κανείς να σταθεί απέναντι σε μια εικόνα ή ένα πλάνο όση ώρα επιθυμεί. Κατά κάποιο τρόπο ο θεατής ρυθμίζει αυτός ο ίδιος αυτό που βιώνει. Ενώ μέσα σε μια αίθουσα κινηματογράφου ο θεατής είναι παγιδευμένος μέσα στη συνεχή ροή των εικόνων, η έλλειψη του κλασικού τύπου μοντάζ και της παραδοσιακής αφηγηματικής ενέλιξης, κάνει τα έργα του Αγγελόπουλου μοναδικά ως προς το ότι οι «θεατές» μπορούν να περιδιαβάζουν μέσα στο πλαίσιο της ίδιας σκηνής όπως επιθυμούν. Αυτή η απουσία δράσης στην αφήγηση, έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας πιο προσωπικής και εσωτερικής σχέσης θεατή και κινηματογραφικής ταινίας.

Ιεροτελεστία του θανάτου

Παρά τις τόσες ομοιότητες ο σκεπτικιστής ταινιόφιλος μπορεί να θεωρήσει την ερμηνεία αυτή πολύ ευφάνταστη ή συμπτωματική. Θα ήθελα, όμως, να προσθέσω άλλο ένα στοιχείο το οποίο νομίζω ότι συνδέει τον Αγγελόπουλο με τη βυζαντινή παράδοση της εικονογραφίας. Στο «Θίασο», αλλά ακόμη πιο έντονα στους «Κυνηγούς», ο θάνατος και η ιεροτελεστία για την υπέρβασή του είναι μια ηχώ της ορθόδοξης τέχνης και ιεροτελεστίας.

Στην ορθόδοξη παράδοση η Ανάσταση έπαιξε πάντα μεγαλύτερο ρόλο από τη Γέννηση. Για τους Βυζαντινούς, η νίκη του Χριστού πάνω στο θάνατο ήτανε το πιο αξιομνημόνευτο γεγονός. Γι' αυτό και το Πάσχα υπήρξε πάντα σημαντικότερη γιορτή από τα Χριστούγεννα. Οι ιεροτελεστίες που σχετίζονται με τον θάνατο είναι πολύμορφες και πολυσήμαντες. Το «Χριστός Ανέστη» είναι η από καταβολής αιώνων κραυγή αγαλλιάσεως του εκκλησιάσματος στο αποκορύφωμα της λειτουργίας του Μεγάλου Σαββάτου στις δώδεκα το βράδυ κάθε χρόνο.

ΘΟΔΩΡΟΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ
7 ΗΜΕΡΕΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ 2012


from ανεμουριον https://ift.tt/2V4Broe
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη