Η πρωτοπόρα ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΚΗΝΗ

Του Γιώργου Χατζηδάκη
Σκηνή από τον «Ερωτόκριτο» του Βιτσέντζου Κορνάρου, όπου η Κοτοπούλη είχε τον ρόλο της Αρετούσας. Το νατουραλιστικό σκηνικό ήταν του ζωγράφου Περικλή Βυζάντιου. Ας μην ξεχνάμε ότι η Κοτοπούλη είχε εισάγει τον θεσμό του σκηνογράφου-ενδυματολόγου στο ελληνικό θέατρο. Η παράσταση δόθηκε από την «Ελευθέρα Σκηνή» το 1925 (φωτ: Θεατρικό Μουσείο).
Τα όσα σημειώνονται στο θέατρο κατά τη δεύτερη εικοσαετία του 20ού αιώνα, μπορούν να παρομοιαστούν με ένα ισχυρό κύμα που σηκώνεται πάνω από μια θάλασσα ελαφρά κυματώδη, μέχρι που σπάει ορμητικά πάνω στα οχυρά του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Τα σημαντικά θεατρικά γεγονότα που συμβαίνουν εκείνη την εποχή και μέχρι το 1940 είναι: Η παράσταση του «Οιδίποδα» το 1919, στα «Ολύμπια», με τον θίασο που συγκρότησε η Εταιρεία Θεατρικών Συγγραφέων με σκηνοθέτη τον Φώτο Πολίτη· η Επαγγελματική Σχολή θεάτρου, η οποία, λίγο αργότερα, δημιούργησε και θίασο - το Θέατρο Τέχνης του Μελά που ιδρύθηκε το 1925 - η «Εκάβη» της Μαρίκας Κοτοπούλη στο Στάδιο, το 1927. Την ίδια χρονιά, γίνονται οι «Δελφικές Εορτές», από το ζεύγος Σικελιανού, στους Δελφούς. Δύο χρόνια αργότερα, το 1929, ιδρύεται η «Ελευθέρα Σκηνή» στην Αθήνα, από την τριάδα Μελάς, Κοτοπούλη, Μήτσος Μυράτ. Ακόμη, η ίδια περίοδος σφραγίζεται από: την ίδρυση (1930) και τη λειτουργία (1932) του Εθνικού Θεάτρου, την κοσμογονική παρουσία του Φώτου Πολίτη για δύο χρόνια και τη διαδοχή του από τον Δημήτρη Ροντήρη στη σκηνή του πάλαι ποτέ Βασιλικού, την ανάδειξη του θεάτρου της Κοτοπούλη σε ημικρατικό οργανισμό και την εμφάνιση του Κάρολου Κουν, που μαζί με τους δύο προαναφερθέντες μεταβάλλουν την αντίληψη και εν μέρει την έννοια και την ουσία του θεάτρου. Με λίγα λόγια, μια εικοσαετία σπουδαία, σημαντική και ριζοσπαστική.
Σκηνή από το «Σιμούν» του Ανρί Λενορμάν, που ανέβηκε το 1929 από την «Ελευθέρα Σκηνή». Ήταν το δεύτερο έργο που ανέβαζε με αυτόν τον θίασο και αποφάσισε να καλέσει τον συγγραφέα Ανρί Λενορμάν, αναλαμβάνοντας όλα τα έξοδα του (φωτ: Θεατρικό Μουσείο)
Ο Μελάς, ο Πολίτης, η Κοτοπούλη, ο Ροντήρης και επ' εσχάτου ο Κουν, είναι οι πέντε που ξεσήκωσαν και περιδίνησαν με το πάθος και τις ανησυχίες τους τα ισχυρά ρεύματα αυτής της ιδιαίτερης περιόδου για τον θεατρικό μας πολιτισμό. Η «Ελευθέρα Σκηνή» δημιούργημα του Μελά και της Μαρίκας (στον Μήτσο Μυράτ αναλογεί ένα πολύ μικρό μερίδιο) είναι κάπως ανάμεσα στα προηγούμενα και στα επόμενα. Ο Μελάς, σαν ανταποκριτής του «ΕΘΝΟΥΣ», είναι εγκατεστημένος στο Παρίσι από τις αρχές του 1928, όπου οι δημοσιογραφικές του υποχρεώσεις τον κρατούν βουτηγμένο στο θεατρικό καμίνι της γαλλικής πρωτεύουσας. Πραγματικά, τότε εκεί όλα είναι εν βρασμώ. Κουβαλάει, βέβαια, ο Μελάς το ξάναμμα από τις θεατρικές του απόπειρες και από τις ζυμώσεις της αθηναϊκής καμίνου, μεταφέρει επίσης και ανησυχίες ανανεωτικές, έτσι οι σφοδρές εντυπώσεις από όσα βλέπει και ακούει τον επηρεάζουν βαθιά. Το 1928 η Κοτοπούλη πάει στο Παρίσι. Ο Μελάς αποφασίζει να τολμήσει μια συνάντηση. Είναι τόση η φλόγα που τον συνέχει, που ξεπερνάει την παγερότητα που τον χωρίζει από την πρωταγωνίστρια. Εκείνη δεν είχε ανταποκριθεί στην πρόταση γάμου που ο Μελάς της είχε κάνει. Ο ίδιος, άλλωστε, στο βιβλίο του «Πενήντα Χρόνια Θέατρο», ομολογεί την ευθύνη του για τον κλονισμό των σχέσεων του με τη Μαρίκα.

Η ανάγκη του σκηνοθέτη

Η ψυχρότητα τους διήρκεσε αρκετά χρόνια. Αργότερα, οι διαφορές μπήκαν στην άκρη. Ξεχάστηκαν οι λόγοι που τους χώριζαν. Η Μαρίκα συμμερίστηκε το όραμα του Μελά. Είχε συνειδητοποιήσει και η ίδια την ανάγκη μιας μεταβολής στα ελληνικά θεατρικά πράγματα. Συχνά σε συνεντεύξεις της ανακαλύπτουμε τη διάθεση της για κάτι καλύτερο και υψηλότερο. Μετά την «Εκάβη», που παίζει στο Στάδιο το 1927 καταλαβαίνει πως για να ξεκολλήσει το θέατρο από το τέλμα των ελαφρών έργων και των τυπικών ερμηνειών και παραστάσεων χρειάζεται ο οίστρος του «ρεζισέρ», η πνοή του σκηνοθέτη. Είναι αναγκαία μια «σύλληψη», μια πνευματική εμψύχωση. Πρέπει το ταλέντο να καθοδηγηθεί. Για τους μεγάλοι ρόλους των μεγάλων έργων, για τις μεγάλες παραστάσεις είναι απαραίτητος ένας μαέστρος. Μόνη της η Μαρίκα δεν θα μπορούσε ίσως να μπει «μέσα στο συρόμενο κουφάρι της χαροκαμένης μάνας που μόνη η εμφάνισις της ήταν ένας σπαραγμός ανιστόρητος», όπως έγραψε για την ερμηνεία της «Εκάβης» ο Κώστας Οικονομίδης στο «EΘΝΟΣ». Προσδοκούσε ασφαλώς η Μαρίκα να ξανασυνεργαστεί με τον Φώτο Πολίτη. Το αποκαλύπτει η ίδια στη συνέντευξη που αναγγέλλει τη συνεργασία της με τον Μελά. «Πρωΐα» 19.9.1928. «Ο κ. Πολίτης πέρυσι ήταν σκηνοθέτης της "Εκάβης" και θα ήθελα να συνεργασθώ πάλι μαζί του· μα, είναι νωρίς ακόμη, για τέτοια». Τώρα έχει έρθει η ώρα του Μελά. Το σχέδιο με τον Πολίτη μπορεί να περιμένει.

Την έφεση της Κοτοπούλη για αναβάθμιση των καλλιτεχνικών της επιτευγμάτων, τη θέρμανε η θεατρική ζωή του Παρισιού. Στη συνέντευξη της στην «Πρωΐα» μιλάει με θαυμασμό για τη ζωηρότητα της θεατρικής κίνησης στη γαλλική πρωτεύουσα. Και οραματίζεται μια αναγέννηση και στην Αθήνα. Η πρόταση του Μελά τη βρίσκει με ώριμη και κατασταλαγμένη πρόθεση. Μπρος σε μια δημιουργική κίνηση, σε μια ανανεωτική προσπάθεια, τα προσωπικά που τη χωρίζουν από τον συγγραφέα παραμερίζονται. «Με τον κ. Μελά είμεθα σε διάσταση από 15 χρόνια και δεν είχε κανένα λόγο να με συμπαθεί, όπως και γω είχα έχθρα μαζί του... Τώρα όμως θα κοιτάξουμε να δουλέψουμε». Ας φθάσουμε όμως στην ουσία. Τί σχέδια έκαναν με τον «άσπονδο φίλο» της στο Παρίσι. «Με τον κ. Μελά μιλήσαμε στο Παρίσι για μια συνεργασία. Φυσικά, η συνομιλία μας είχε γενικώτερο χαρακτήρα, πρόκειται δε, όπως και ο ίδιος είπε, να κανονισθούν ουσιωδέστατες λεπτομέρειες. Δεν φαντάσθηκα ποτέ ότι ο κ. Μελάς θα προσελαμβάνετο εις τον θίασόν μου ως ένας απλούς ρεζισέρ. 0 κ. Μελάς στο Παρίσι, μεταξύ του κόσμου των γραμμάτων κατέλαβεν εξαιρετική θέσιν, εμελέτησε το θέατρο, είδε τα μέσα με τα οποία αυτό λειτουργεί και έτσι αποτελεί τόσο αυτός όσο και ο κ. Πολίτης στοιχεία που μπορούν να προσφέρουν πολλά πράγματα στο θέατρο». Είναι σαφέστατη η επιθυμία της Μαρίκας για μια στροφή στην Τέχνη της, μια στροφή που δεν θα είναι μόνο δική της αλλά και ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού θεάτρου. Έχει αντιληφθεί την κίνηση που έχει αρχίσει να σημειώνεται και θέλει να οδηγήσει τα πράγματα και όχι να τα ακολουθήσει.

Η ίδρυση ενός νέου θεάτρου

Ο Μελάς στο Παρίσι βρίσκεται στον κοχλασμό μιας κοσμογονίας. Τον συνεπαίρνουν αλλεπάλληλα ρεύματα που διασταυρώνονται εκεί, απ' όλα τα σημεία της υφηλίου. Σκηνοθέτες που έρχονται από την Κίνα, δραματουργοί που προτείνουν νέες φόρμες, προτάσεις καινούργιες και ανατρεπτικές πάνω στα προβλήματα της σκηνοθεσίας, θεωρίες, τολμηρές εμπνεύσει και προβληματισμοί. Η πληθωρική «βιομηχανία» του μπουλβάρ δέχεται ισχυρούς κλονισμούς. Οι ανταποκρίσεις του Μελά στο «EΘΝΟΣ» αποτελούν πολύτιμα ντοκουμέντα. Με τις προθέσεις του Θεάτρου Τέχνης (που αποπειράθηκε το 1925) νωρίς ακόμα, μέσα στο παρισινό καμίνι συλλαμβάνει την ιδέα μιας δεύτερης ανανεωτικής κίνησης στην Αθήνα. Με έναν τέτοιο θίασο θα έχει την ευκαιρία να δοκιμάσει όσα είδε κι όσα σκέφτεται. Του χρειάζεται όμως ένας γερός και ψηλός ιστός. Ένας άξονας, συνεργάτη, πρωταγωνίστρια, που να εμφορείται από πνεύμα ανάλογο, να έχει κύρος και εύρος καλλιτεχνικό. Η Κοτοπούλη. Ιδού τι γράφει ο Μελάς στο βιβλίο του: «Οι συνεννοήσεις μας με την Μαρίκα, για την ίδρυση ενός καινούργιου θεάτρου που είχαμε βάλει τις βάσεις στο Παρίσι, έγιναν τώρα που γύρισα στην Αθήνα στενώτερες. Ο Δημήτρης Μυράτ (πατέρας) γεμάτος ενθουσιασμό πρόσθεσε τον εαυτό του, τρίτο συνέταιρο στην πνευματική μας επιχείρηση. Πουθενά δεν σκόνταφταν οι διαπραγματεύσεις. Η σύμπτωση των γνωμών μας ήταν τέτοια που δεν χρειάσθηκε να καταρτίσουμε ούτε καταστατικό του νέου θεάτρου, ούτε κανονισμό εσωτερικής λειτουργίας. Η συμφωνία ήταν απόλυτη στη βασική αρχή, ότι καλλιτεχνικό θέατρο δεν θα μπορούσε να εννοηθεί χωρίς μπαγκέτα - χωρίς εσωτερική και εξωτερική σκηνοθεσία, που να δίνει την ψυχή και την ειδική ατμόσφαιρα του κάθε έργου (...). Ο ενθουσιασμός για την εξόρμηση αυτή στάθηκε αληθινά πολύ μεγάλος. Και από το μέρος της Μαρίκας και του Μυράτ και από το μέρος όλου του θιάσου. Έβαλαν την υπογραφή τους κάτω από ένα μανιφέστο που αποτελούσε κήρυγμα έμμεσο κατά του εμπορικού θεάτρου.

Η ίδρυση της «Ελευθέρας Σκηνής» αποτέλεσε ένα γεγονός για τη θεατρική ζωή της Αθήνας και προκάλεσε ισχυρές εντυπώσει απ' όταν κυκλοφόρησε η φήμη για την επικείμενη σύμπραξη της Κοτοπούλη.

Ωστόσο, το αίτημα που φαίνεται να κυριαρχεί στη γενική προβληματική γύρω από το θέατρο, είναι η ανάγκη του σκηνοθέτη. Την αναγκαιότητα αυτή ομολογεί η Κοτοπούλη. Την αναγνωρίζει και η Κυβέλη. Για να αναδειχθούν οι πνευματικές αρετές του έργου, να ενισχυθεί η αισθητική αξία της παράσταση και για να φωτιστούν πτυχές των ρόλων χρειάζεται ένας ειδικός. Δεν αρκούν πια οι τυπικές υποδείξεις των θιασαρχών και πρωταγωνιστών. Η πραγματικότητα αυτή, σαν αποκάλυψη που απέκτησε πολλούς πιστούς, εκφράζεται από πολλές πλευρές. Ο Πέλος Κατσέλης γράφει στο περιοδικό «Ελληνικά Γράμματα» (9 Φεβρουαρίου 1929) δύο μήνες πριν από τη δημοσίευση του μανιφέστου της «Ε.Σ.» μια κριτική για τον «Ίσκιο του κακού» του Λενορμάν που παρουσιάζει η Κοτοπούλη στο θέατρο της. Καταλήγει «Το έργο ανεβάσθηκε οπωσδήποτε καλά στη σκηνή της Μαρίκας Κοτοπούλη (...) Έλειπε όμως η ψυχή του σκηνοθέτη που θα έδινε πνευματικότητα και ύπαρξη σε όλο εκείνο το σκηνογραφικό υλικό...».

Το μανιφέστο των ιδρυτών

Απόσπασμα από το περίφημο μανιφέστο, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 31 Μαρτίου 1929 («Νέα Εστία»), δίνει ξεκάθαρα τη θέση των ιδρυτών της Ελευθέρας Σκηνής».
Η Μαρίκα ως Ηρώ στο «Ηρώ και Λέανδρος» του Γκριλπάτσερ, μια τραγωδία σε πέντε πράξεις που παίχτηκε σε έμμετρη μετάφραση του Κ. Χατζόπουλου, στο Βασιλικό θέατρο το 1905.
«Πιστεύοντες ακλόνητα στον μεγάλο εκπολιτιστικό χαρακτήρα της δραματικής και της θεατρικής τέχνης θλιβόμεθα κατάκαρδα διά την σημερινήν της κατάστασιν. Δεν μας διαφεύγει βέβαια ότι η κρίσις του δραματικού θεάτρου είναι φαινόμενο γενικό. Αλλ' αν η κατώτερη τέχνη του κινηματογράφου δεν εθριάμβευσε σ' άλλα μέρη χωρίς κάποιον σοβαρόν αγώνα, σε μας κυρίεψε πολύ γρήγορα και αποφασιστικά τα αδύνατα οχυρώματα της δραματικής σκηνής. (...) Ανώτερη καλλιτεχνική και ηθική επιταγή μας επιβάλλει να μη μένωμε μ' οποιονδήποτε τρόπο συντελεσταί και απαθείς θεάται μιας πτώσεως, που θα είχε στο σύνολο μας δυσάρεστες συνέπειες...».

Υπάρχει, αναμφισβήτητα, μια μεγαλοστομία στο κείμενο που το κάνει να ηχεί κάπως σαν εξεγερτικό σάλπισμα, να μην ξεχνάμε τη θεατρική ιδιότητα των τριών που το υπογράφουν. Ωστόσο, ασχέτως των τόνων, η κατάσταση είναι πραγματικά αυτή που περιγράφεται και η ατμόσφαιρα είχε αγωνιστική αποφασιστικότητα για μια ποιοτική μεταβολή στα θεατρικά μας πράγματα.

Η «Ελευθέρα Σκηνή» καταλαμβάνει μια θέση στην ιστορία της θεατρικής πρωτοπορίας, αλλά δικαιωματικά εντάσσεται και στην ιστορία της σκηνοθεσίας στην Ελλάδα. Πρώτο από τα ιδεολογικά αιτήματα και τα επαναστατικά συνθήματα είναι η αναγκαιότητα ενός υπεύθυνου για την παράσταση, μιας ευρύτερα αρμοδιότητας σε πνευματικό και αισθητικό επίπεδο. Η στράτευση της Κοτοπούλη στην καθιέρωση του σκηνοθέτη δείχνει πως το θέατρο, η λειτουργία του και η εξέλιξη του, την απασχολούν πάνω από την προσωπική της επιβολή.

Ο σημερινός μελετητής κρίνοντας από το αρχικό ρεπερτόριο, τις πολλές και ποικίλες μαρτυρίες της εποχής, κριτικές, άρθρα και συνεντεύξεις, αλλά και από τα όσα εξελίχθηκαν πάνω στους δρόμους που άνοιξε η λιγόχρονη προσπάθεια της Κοτοπούλη, του Μελά και του Μυράτ, καταλήγει ότι η περίπτωση είναι μια σημαντική στιγμή του θεάτρου μας, όσο λίγο κι αν κράτησε.

Πρωτοποριακές λύσεις

Απ' όσο είμαστε σε θέση σήμερα να συμπεράνουμε - από τις κριτικές φυσικά - όλες αυτές τις αρχές και πολλές περισσότερες ιδέες και εμπνεύσεις ο σκηνοθέτης της «Ελευθέρας Σκηνής» και η πρωταγωνίστρια της τις εφάρμοσαν προτείνοντας φωτιστικές και σκηνογραφικές λύσεις που βαθμολογούν την προσπάθεια τους και σ' αυτούς τους τομείς.
Σκηνή από τον «Καραγκιόζη» τον Θ. Συναδινού που παίχτηκε το 1924 από τον θίασο Κοτοπούλη. Ας σημειωθεί ότι τον ρόλο τον Καραγκιόζη, όπως τον βλέπουμε στη φωτογραφία, ερμήνευσε η Μαρίκα Κοτοπούλη (φωτ: Θεατρικό Μουσείο).
Το ρεπερτόριο του πρωτοποριακού μορφώματος του 1929 ήταν βασικά ποιοτικό και προερχόταν κυρίως απ' ό,τι είχε δει ο Μελάς στο Παρίσι. Αυτό είναι ένα άλλο στοιχείο χαρακτηριστικό της «Ελευθέρας Σκηνής». Η μεταφύτευση έργων και σκηνοθετικών εντυπώσεων της θαλερής χλωρίδας της παρισινής θεατρικής σέρας. Αρχίζει με το «Ντιμπούκ» ένα εβραϊκό μεταφυσικό έργο που το είχε παρουσιάσει στο Παρίσι ο ισραηλινός θίασος «Χαμπίμπα». Δεύτερο έργο ο «Σιμούν» του Λενορμάν, επίσης παριζιάνικη επιτυχία και τρίτο «Η κωμωδία της ευτυχίας» του Εβρέινοφ, όπου συμμετείχε στη διανομή και ο ίδιος ο Μελάς. Ακολούθησε ο «Βολπόνε» του Μπεν Τρόνσον, προσωπική επιτυχία του Λογοθετίδη που το είχε ανεβάσει στο Παρίσι ο Ντιλέν. Η «Μάγια» του Γκαντιγιόν, ανεβασμένη στο Παρίσι από τον Γκαστόν Μπατί, έργο ινδικής ατμόσφαιρας, επιτυχία της Μαρίκας και στη συνέχεια το «Τέλος του ταξιδιού» του Σέριφ που ανέδειξε τα προσόντα του Μινωτή. Μια ακόμα επιτυχία της «Ελευθέρας Σκηνής» και του Μινωτή ήταν ο «Κύκλος με την κιμωλία» του Κλάμπουντ που προηγήθηκε από τον «Όρκο του Πεθαμένου» του Ζαχαρία Παπαντωνίου, έργο πάνω στη γνωστή παραλλαγή «Του νεκρού αδελφού».

Ένα ρεπερτόριο πραγματικά αξιοθαύμαστο με παραστάσεις που επαινέθηκαν και προκάλεσαν πολλές συζητήσεις. Ένα ταρακούνημα γερό είχε προκληθεί στο θέατρο μας. Και ο κύκλος κλείνει με τον «Ερωτόκριτο» του Κορνάρου. Πολλά τα εγκωμιαστικά που γράφτηκαν για τις παραστάσεις της «Ελευθέρας Σκηνής» για τις μουσικές, για τις σκηνογραφίες, για τις ερμηνείες. Ο «Eρωτόκριτος» (σε διασκευή του Συναδινού) έφερε το κορύφωμα.

Εδώ, ουσιαστικά, εξαντλήθηκε η προσφορά του δημιουργήματος της Κοτοπούλη, του Μελά και του Μυράτ. Ενώ ο Μελάς αποχωρεί, τον Φεβρουάριο του 1930 η «Ελευθέρα Σκηνή» επανέρχεται σαν τίτλος. Η Μαρίκα κάνει μια προσπάθεια να διατηρήσει την ίδια καλλιτεχνική υπόσταση αυτού που οραματίσθηκε. Στο μεταξύ, ωριμάζουν οι ζυμώσεις για την ίδρυση του Εθνικού Θεάτρου και οι κινήσει για τις Δελφικές Γιορτές ζωηρεύουν. Το ενδιαφέρον γύρω από τις δύο αυτές προσπάθειες εντείνεται. Η «Ελευθέρα Σκηνή» δίνει ακόμα μερικές παραστάσεις σοβαρών προθέσεων (τους «Αποτυχημένοι» και το «Σιμούν» του Λενορμάν και την «Ιφιγένεια» του Γκαίτε) και φθάνει στον επίλογο της με τα πανάλαφρα «Φιλήστε με» και «Παρντόν Μαντάμ». Θα κλείσει με τη θαλασσινή ηθογραφία του Χορν «Στο Πανηγύρι» και σε λίγους μήνες η Μαρίκα Κοτοπούλη με τον θίασο της σαλπάρει για περιοδείες στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Συνοψίζοντας, η προσφορά της «Ελευθέρας Σκηνής» ήταν σπουδαία και σημαντική, δυσανάλογη με τη διάρκεια της.

ΜΑΡΙΚΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ
7 ΗΜΕΡΕΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ 2003


from ανεμουριον https://ift.tt/39R20T2
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη