ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 1920

Οι εκλογές που πραγματοποιήθηκαν την 1η Νοεμβρίου 1920 αποτελούν αναμφίβολα την κρισιμότερη, ως προς τις συνέπειές της, εκλογική αναμέτρηση που έγινε ποτέ στην Ελλάδα. Η εντυπωσιακή (και ως έναν βαθμό απρόσμενη) καταψήφιση του Ελευθερίου Βενιζέλου -λίγους μήνες μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών («Η Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών»)- και η θριαμβευτική παλινόρθωση του αντιβενιζελισμού, θεωρήθηκε ως η βασική αιτία που οδήγησε, δύο χρόνια αργότερα, στη Μικρασιατική Καταστροφή. Οι εκλογές της 1ns Νοεμβρίου αποτέλεσαν την κατάληξη μιας πολυτάραχης πενταετίας, στη διάρκεια της οποίας διαμορφώθηκαν και παγιώθηκαν οι «δύο κόσμοι» του Εθνικού Διχασμού. Η επικράτηση των Φιλελεύθερων στις εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στις 31 Μαΐου 1915, μετά τη διαφωνία του βασιλιά με τον πρωθυπουργό (κατέλαβαν 186 από τις 316 συνολικά έδρες), οδήγησε τον Κωνσταντίνο στη δεύτερη, απόλυτα πλέον αντισυνταγματική, διάλυση της Βουλής, και στη διενέργεια νέων εκλογών (6.12.1915), οι οποίες χαρακτηρίστηκαν από τη μαζική αποχή των βενιζελικών (ψήφισαν μόνο 335 χιλιάδες, έναντι 687 χιλιάδων τον Μάιο). Η αντιπαράθεση κορυφής μετατράπηκε έτσι σε σύγκρουση που διέτρεχε το σύνολο της κοινωνίας και λίγους μήνες αργότερα (Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1916) σε συγκρότηση δύο αντίπαλων κρατών, με πρωτεύουσες αντίστοιχα την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
ΑΘΗΝΑ, 6 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1920. Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΕΝ ΜΕΣΩ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΝ ΤΩΝ ΟΠΑΔΩΝ ΤΟΝ. (ΑΡΧΕΙΟ «Κ»)

Η πλήρης επικράτηση του Ελ. Βενιζέλου τον Ιούνιο του 1917, με τη στρατιωτική παρέμβαση των Συμμάχων, και η εκθρόνιση και εξορία του Κωνσταντίνου (που όρισε ως διάδοχο τον δευτερότοκο γιο του, Αλέξανδρο) διαμόρφωσαν, επί μία τριετία, ένα ιδιότυπο ημικοινοβουλευτικό καθεστώς, το οποίο, στο εσωτερικό της χώρας, με την επιβολή στρατιωτικού νόμου και λογοκρισίας, διαχειριζόταν, συχνά ανεπιτυχώς, έναν λανθάνοντα εμφύλιο πόλεμο. Για να αποφύγει τη διενέργεια νέων εκλογών, όσο διαρκούσε ο πόλεμος (στον οποίο συμμετείχε πλέον επίσημα και η Ελλάδα), ο Ελ. Βενιζέλος προέκρινε σαν ενδιάμεση λύση τη «νεκρανάσταση» της Βουλής που είχε εκλεγεί τον Μάιο του 1915, η οποία και έμεινε γνωστή ως «Βουλή των Λαζάρων». Η Βουλή αυτή διατηρήθηκε μάλιστα στη ζωή, με διαδοχικά διατάγματα, και μετά τη λήξη της τετραετία5, παρ’ όλο που εν τω μεταξύ είχε τελειώσει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, και οι ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις είχαν αρχίσει να υλοποιούνται, με κορυφαία στιγμή την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, στις 2 Μαΐου 1919. Όμως, ο Ελ. Βενιζέλος επιθυμούσε, πριν από τη διενέργεια νέων εκλογών, να ολοκληρώσει απερίσπαστος τις διαπραγματεύσεις με τους νικητές του πολέμου, ώστε να υλοποιήσει στο μέγιστο βαθμό, το όραμα της «Μεγάλης Ελλάδας». Προσδιόρισε έτσι, μιλώντας στη Βουλή τον Νοέμβριο του 1919, ότι οι νέες εκλογές θα πραγματοποιηθούν «μετά την υπογραφή της Συνθήκης μετά της Τουρκίας». Με την κατάληψη της Θράκης (Δυτικής και Ανατολικής) από τον ελληνικό στρατό (Μάϊος-Ιούνιος 1920) και κυρίως με την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών στις 28 Ιουλίου 1920 (της «μάταιης» αυτής συνθήκης, όπως ονομάστηκε, αφού καμία χώρα δεν την επικύρωσε ποτέ), το όραμα της «Μεγάλης Ελλάδας» έφτανε στην κορύφωσή του και η απόπειρα εναντίον του Ελ. Βενιζέλου στον παρισινό σταθμό «Λυών» (30.7.1920), έμοιαζε σαν μια τελευταία σπασμωδική αντίδραση αμετανόητων φιλοβασιλικών. Η διεξαγωγή των νέων εκλογών φάνταζε έτσι σαν απλή τελετουργία για την επιβράβευση της βενιζελικής πολιτικής.
Ο «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ» ΤΟΝ ΛΝΔΡΕΑ ΚΑΒΑΦΑΚΗ ΑΝΑΓΓΕΛΛΕΙ ΣΤΟ ΦΥΛΛΟ ΤΗΣ 21ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1920 ΤΗΝ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΕΜΠΝΕΥΣΕΩΣ ΙΤΑΜΗ ΔΙΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ, ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΡΑΛΛΗ, ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΝ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ -ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΟΥ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ- ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΝΤΑΣ ΠΡΑΞΗ ΕΧΘΡΙΚΗ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΚΑΙ ΑΠΕΙΛΟΥΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΟΤΙ ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ «ΕΠΙΦΥΛΑΣΣΟΥΣΙΝ ΕΙΣ ΕΑΥΤΑΣ ΠΛΗΡΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΙΝΑ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΝ ΤΑΥΤΗΝ». Η ΔΙΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΕΝ ΑΝΕΤΡΕΨΕ ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ, ΟΠΩΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΘΗΚΕ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΑΠΕΤΡΕΨΕ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΥ ΝΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙ ΟΤΙ ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΤΗΣ 22ΑΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΤΟ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΣΩΜΑ «ΕΝΕΚΡΙΝΕ» ΤΗΝ ΕΠΑΝΟΔΟ ΤΟΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΕ ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΓΕΛΟΙΟ ΠΟΣΟΣΤΟ 99%.

Για να αποδειχθεί, όμως, με τραγικό τρόπο, έπειτα από τρεις μήνες, ότι η οκτάχρονη πολεμική προαπάθεια και η ημιδικτατορική διακυβέρνηση της τελευταίας τριετίας είχαν υπονομεύσει βαθύτατα την πλειοψηφική δυναμική του βενιζελικού εθνικού εγχειρήματος.

ΟΙ ΕΠΙΣΤΡΑΤΟΙ

Οι αντίπαλοι του Ελ. Βενιζέλου, παρά την ήττα και τον πολιτικό παραγκωνισμό τους μετά τον Ιούνιο του 1917, είχαν κατορθώσει ήδη από την προηγούμενη περίοδο, να συγκροτήσουν ένα ισχυρό φιλοβασιλικό ρεύμα, το οποίο μάλιστα είχε προσλάβει, το 1916, κυρίως στις περιοχές της Παλαιάς Ελλάδας, και τη μορφή μαζικής οργάνωσης, με τους (πρωτοφασιστικής ιδεολογίας) συλλόγου5 των επιστράτων, οι οποίοι έφτασαν να συναριθμούν 120.000 έως και 200.000 μέλη (βλ. Γ.Θ. Μαυρογορδάτο5, εθνικός διχασμός και μαζική οργάνωση. 1. Οι επίστρατοι του 1916, Αθήνα 1996). Ο παλαιοελλαδίτικος εσωστρεφής πατριωτισμός των επιστράτων, ένα λανθάνον αντιδυτικό πνεύμα (το οποίο τροφοδοτούσε και η ξένη επέμβαση), η αντίθεση στον αστικό εκσυγχρονισμό με τις κοινωνικές και πολιτικές του προεκτάσεις (τη «βενιζελική τυραννία») και κυρίως το δυσβάστακτο ανθρώπινο κόστος του πολέμου, είχαν διαμορφώσει ένα ευρύτατο ρεύμα απόρριψης της βενιζελικής πολιτικής. Οι αντίπαλοι του Βενιζέλου εκμεταλλεύτηκαν και εξέφρασαν την αδυναμία της Παλαιάς Ελλάδας να λειτουργήσει όπως λειτούργησε το Πεδεμόντιο για την ιταλική ενοποίηση και τον φόβο μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού ότι θα περιθωριοποιηθεί μέσα στη νέα «Μεγάλη Ελλάδα», για την οποία τόσες ανθρώπινες θυσίες είχε υποστεί (μια περιήγηση στα μνημεία των πεσόντων της δεκαετίας 1912-1922, που κοσμούν τις πλατείες όλων σχεδόν των χωριών και κωμοπόλεων της Παλαιάς Ελλάδας, είναι διδακτική). Έτσι, ήδη από τις αρχές του 1920 και εν όψει της προκήρυξης των εκλογών, ο αντιβενιζελικός πολιτικός κόσμος άρχισε να ανασυγκροτείται, δημιουργώντας τους Λαϊκούς Πολιτικούς Συλλόγους, καθώς και ένα συντονιστικό συμβούλιο της Συνεργαζόμενης Αντιπολιτεύσεως. Με την προκήρυξη των εκλογών (10.9.1920) και την άρση του στρατιωτικού νόμου (Οκτώβριος) επανήλθε από την εξορία η ηγεσία της αντιβενιζελικής παράταξης, με επικεφαλής τον Δημ. Γούναρη, ο οποίος, από τον πρώτο του κιόλας λόγο (12.10.1920) προσδιόρισε τον στόχο της αναμέτρησης: «Η απολύμανσή της χώρας από της πανώλου5 της τυρρανίας». Μέσα σε τρεις εβδομάδες το ρεύμα του αντιβενιζελισμού κυριάρχησε σχεδόν ολοκληρωτικά στην Παλαιά Ελλάδα, ενώ η σταθερά αντιβενιζελική στάση των εθνικών μειονοτήτων στη Μακεδονία (διαπιστωμένη ήδη από τον Μάιο του 1915) πρόσφερε στην Ηνωμένη Αντιπολίτευση μια εντυπωσιακή νίκη.

ΟΥΤΕ Ο ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ

Συνολικά στην Παλαιά Ελλάδα (όπου οι βενιζελικοί, τον Μάιο του 1915, είχαν εξασφαλίσει 128 έδρε5, έναντι 56 των αντιπάλων τους), οι αντιβενιζελικοί συγκέντρωσαν περίπου το 60% των ψήφων και κέρδισαν σχεδόν το σύνολο των εδρών (178, έναντι 6 για τους βενιζελικούς).
ΚΙΟΥΤΑΧΕΙΑ, 15(;) ΙΟΥΛΙΟΥ 1921. Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΟΥΝΑΡΗΣ ΠΕΡΙΣΤΟΙΧΙΖΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟ ΑΝ. ΠΑΠΟΥΛΙΑ, ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΗΓΟ ΒΙΚΤ. ΔΟΥΣΜΑΝΗ, ΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ Ν. ΘΕΟΤΟΚΗ, ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΗΓΟ ΑΛ. ΚΟΝΤΟΥΛΗ, ΤΟΝ ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ II ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ Π. ΚΑΛΛΙΔΟΠΟΥΛΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΥΠΟΣΤΡΑΤΗΓΟ ΞΕΝ. ΣΤΡΑΤΗΓΟ. ΕΚΕΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΗΚΕ Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΑΓΓΑΡΙΟ. (ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ, ΑΘΗΝΑ)

Ούτε ο ίδιος ο Ελ. Βενιζέλος δεν μπόρεσε να εκλεγεί βουλευτής στην Αττικοβοιωτία, αφού ο αντίπαλός του της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως ξεπέρασε, κατά μέσο όρο, το 56%. Ακόμη μεγαλύτερη πλειοψηφία εξασφάλισαν οι αντιβενιζελικοί στην Κεντρική και Δυτική Μακεδονία (64%) κερδίζοντας το σύνολο των 52 εδρών. Στις 230 αυτές έδρες (178+52) που έτσι κι αλλιώς αρκούσαν για να τους προσφέρουν μια ανετότατη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, οι αντιβενιζελικοί πρόσθεσαν ακόμη 17 (από τις 22) έδρες της Ανατολικής Μακεδονίας (όπου οι δύο παρατάξεις σχεδόν ισοψήφισαν), καθώς και τις 4 έδρες της Σάμου (με οριακή πλειοψηφία). Απέναντι στο ισχυρότατο αυτό εκλογικό ρεύμα, οι βενιζελικοί δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν παρά μόνο τις 23 έδρες της Κρήτης (όπου όμως, ακόμη και εκεί, το ποσοστό των αντιβενιζελικών έφτασε το 37,5%), 17 έδρε5 στο Ανατολικό Αιγαίο (Λέσβος, Χίος) και 15 έδρες στην Ήπειρο (Γιάννενα, Πρέβεζα). Στις 66 συνολικά έδρες που κέρδισαν οι Φιλελεύθεροι, στα όρια που είχε το ελληνικό κράτος το 1915, προστέθηκαν επίσης οι 52 έδρε5 που αντιστοιχούσαν στην πρόσφατα απελευθερωμένη (Δυτική και Ανατολική) Θράκη, όπου η παρουσία των αντιβενιζελικών ήταν ισχνή και γι’ αυτό δεν συγκροτήθηκαν επίσημοι συνδυασμοί της Αντιπολίτευσης. Την απουσία αυτή επίσημων συνδυασμών εκμεταλλεύεται, εξάλλου, και ο Αλεξ. Παπαναστασίου στους μεταγενέστερους υπολογισμούς του (Δημοκρατία και εκλογικό σύστημα, Αθήνα 1923), για να συνυπολογίσει, λανθασμένα, το σύνολο των ψηφοφόρων της Θράκης (11% του εκλογικού σώματος) ως «βενιζελικούς» και επομένως να μπορέσει να ισχυρισθεί ότι οι Φιλελεύθεροι, έστω και οριακά, ξεπέρασαν σε ψήφους την Ηνωμένη Αντιπολίτευση στο σύνολο της χώρας. Με βάση τους υπολογισμούς αυτούς διαμορφώθηκε έτσι, αρκετά αργότερα, ένας βενιζελικός μύθος, που παρηγορητικά, μπορούσε να μεταθέσει την ευθύνη της ήττας στις ιδιομορφίες του πλειοψηφικού εκλογικού συστήματος.

ΑΝΟΙΧΤΗ Η ΕΠΑΝΟΔΟΣ

Ένας άλλος παρηγορητικός μύθος που δημιουργήθηκε για να ερμηνεύσει την απρόσμενη ήττα των Φιλελευθέρων, αναφέρεται στη μεταβολή του πολιτικού κλίματος, την οποία προκάλεσε ο αιφνίδιος θάνατος του βασιλιά Αλέξανδρου στις 12 Οκτωβρίου 1920, από σηψαιμία που προήλθε από το δάγκωμα ενός πιθήκου στον κήπο των Ανακτόρων. Ο θάνατος του Αλέξανδρου άφηνε ανοικτό το ζήτημα της επανόδου του Κωνσταντίνου, ο οποίος γινόταν έτσι και πάλι το σύμβολο αντίστασης για το σύνολο της αντιβενιζελικής παράταξης. Ποτέ άλλοτε το δάγκωμα ενός πιθήκου δεν προκάλεσε τον θάνατο 250 χιλιάδων ανθρώπων θα πει αργότερα ο Ουίνστον Τσόρτσιλ. Αλλά και ο ίδιος ο Ελ. Βενιζέλος, γράφοντας το 1931 για τις εκλογέ5 της 1ης Νοεμβρίου αναφέρει ότι «το μεγάλο και ασυγχώρητο λάθος μου» ήταν ότι «όταν επήλθεν ο θάνατος του Αλεξάνδρου δεν ανέβαλα τας εκλογάς διά να διαπραγματευθώ μετά του Κωνσταντίνου και των δυνάμεων την εις τον θρόνον αναρρίχησιν του συνταγματικού διαδόχου Γεωργίου». Και στο ερώτημα γιατί δεν προχώρησε ήδη από τον Ιούνιο του 1917, στην κήρυξη δικτατορίας απαντούσε: «Δεν έγινα δικτάτωρ, διότι ήμουν ανίκανος διά την τοιαύτην αποστολήν (...) και όμως η πλειοψηφία του ελληνικού λαού με εθεώρησε τύραννον και διά να απαλλαχθή της τυρρανίας μου εξέσχισε την Συνθήκην των Σεβρών». 

ΗΛΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ 1919-1922
ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ
ΑΘΗΝΑ
2002


from anemourion https://ift.tt/2TsWyQo
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη