Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου - Α (Καλαβρύτων και Αιγιαλείας)

Η Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου «είναι το θεόκτιστον ανάκτορον, εις το οποίον ως νεφέλες και ως περιστερές προσέρχονται καθ' ομάδες οι πιστοί διά να προσκυνήσουν το ομοίωμα της παναγίας μορφής της Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, που ιστορήθη από τον θεηγόρον Λουκάν και διά να εκζητήσουν την χάριν της Θεομήτορος». Ιδρυτές της Μονής υπήρξαν οι μακάριοι όσιοι πατέρες Συμεών και Θεόδωρος, αδέλφια μεταξύ τους και παιδιά ευσεβούς και αγίας οικογένειας της Θεσσαλονίκης. Αφού σπούδασαν ρητορική, φιλοσοφία και ποίηση και επιδόθηκαν με ζήλο στην κατανόηση της κατά Θεόν σοφίας, εγκατέλειψαν τα του κόσμου τερπνά και εφήμερα, ανεχώρησαν σε έρημο τόπο και ακολούθησαν τη μοναχική πολιτεία. Από τον Όλυμπο, όπου παρέμειναν για αρκετό διάστημα, πήγαν στην Όσσα και κατόπιν στο Πήλιο. Αργότερα επισκέφθηκαν το αγιώνυμον Όρος, όπου γνώρισαν φωτισμένους άνδρες της προσευχής, της ησυχίας και της ασκήσεως. Επόμενος σταθμός τους ήταν οι Άγιοι Τόποι, όπου προσκύνησαν τα κυριότερα μέρη της ενσάρκου παρουσίας του Κυρίου. Δεν παρέλειψαν να μεταβούν και στο θεοβάδιστο όρος Σινά, όταν δε επέσιρεψαν στα Ιεροσόλυμα δέχθηκαν το υπούργημα της ιεροσύνης από τον επίσκοπο
της αγίας πόλεως Μάξιμο. Τότε αξιώθηκαν να δουν ξεχωριστά την ίδια οπτασία: Τους φανερώθηκε, «στεφανωμένη με θεία δόξα και φωταγωγία, η βασίλισσα Θεοτόκος και συμπαραστάτουμένη από τους ποστόλους Παύλον, Ανδρέαν και Λουκάν παρήγγειλεν εις τους αδελφούς να μεταβούν εις την περιοχήν της Αχαΐας» για να βρουν την ιστορημένη από τον ευαγγελιστή Λουκά ανάγλυφη εικόνα της, η οποία «φέρει τον απαράλλακτο τύπο της θείας μορφής της». Όταν ξύπνησαν, αφηγήθηκαν την οπτασία τους στον επίσκοπο Μάξιμο και με την ευλογία του ανεχώρησαν για την Αχαΐα. Καθώς, διδάσκοντας και ευαγγελιζόμενοι το σωστικό λόγο του Κυρίου, έφθασαν στο Αίγιο, κατευθύνθηκαν προς τις πηγές του Κερυνίτου ποταμού, παρακαλούντες το Θεό και την Παναγία να τους υποδείξουν τη θέση στην οποία θα εύρισκαν την ιερή εικόνα της. Πάλι σε ονειρική οπτασία, οι απόστολοι Ανδρέας και Λουκάς τους έδωσαν οδηγία να πορευθούν προς το Βουραϊκό ποταμό, όπου θα συναντούσαν αγνή και αγία βοσκοπούλα, την Ευφροσύνη, η οποία θα τους οδηγούσε στην ανεύρεση της θεομητορικής εικόνας. Την επόμενη ημέρα κατευθύνθηκαν προς τον τόπο που τους υποδείχθηκε. Όταν η Ευφροσύνη τους είδε να πλησιάζουν προς αυτήν προσκύνησε και τους προσφώνησε με τα ονόματά τους. Μπροστά στην έκπληξή τους προσευχήθηκε και με τη χάρη της Θεοτόκου, χτυπώντας στην πέτρα πάνω στην οποία καθόταν, ανέβλυσε άφθονο νερό. Οι δύο όσιοι πατέρες θαύμασαν και της ζήτησαν να τους φανερώσει πώς γνώριζε τα ονόματά τους και πού βρίσκεται η εικόνα της Θεομήτορος. Η Ευφροσύνη τους αφηγήθηκε με κάθε λεπτομέρεια τα σχετικά: Ότι καθώς έβοσκε το μικρό κοπάδι του πατέρα της, παρετήρησε κάποιο τράγο «να βαδίζει διά του κρημνού προς το στόμιον του σπηλαίου, να εισέρχεται εις αυτό, να εξέρχεται πάλι με το γένειον βρεγμένο και να στέκεται έμπροσθέν της» με σημασία. Ότι καθώς την άλλη ημέρα ακολούθησε τον τράγο και ήρθε στο σπήλαιο, μέσα στην πυκνή του βλάστηση διέκρινε την «Καλλιρρόη κρήνη» και ακούγοντας να την καλούν με τ' όνομά της, «εστράφη και είδεν εις την άνω δεξιάν πλευράν του σπηλαίου την αγίαν εικόνα της θεομήτορος», η οποία και της φανέρωσε τα ονόματά τους και την παρακίνησε να σπεύσει να τους συναντήσει. Οι δύο πατέρες, Συμεών και Θεόδωρος, ακολούθησαν την Ευφροσύνη και αφού εισήλθαν στο σπήλαιο «αντίκρυσαν, γεμάτο δόξαν και απαστράπτον από εκτυφλωτικόν φως, το εκεί φυλαγμένον άγιον κειμήλιον», δηλαδή την εικόνα της Κεχαριτωμένης. Με ανείπωτη χαρά και πνευματική αγαλλίαση προσκύνησαν την εικόνα, την τοποθέτησαν έξω από το σπήλαιο και καθάρισαν τακτοποιώντας τον ιερόν εκείνο χώρο. Έπειτα έβαλαν φωτιά για να κατακάψουν ό,τι άχρηστο υπήρχε. Από τη θερμότητα, τεράστιο φίδι («υπερμεγέθης και φοβερός δράκων») τινάχθηκε και όρμησε να βγει από τη σπηλιά. «Βολίδα όμως αστραπόμορφη εξήλθεν από την αγίαν εικόνα, εκτύπησε θανάσιμα το θηρίον, το οποίον... κατεκάει απο τη φλόγα. Αναμνηστικά αυτού του θαύματος σώζονταν μέχρι τελευταία, τα οστά του δράκοντος». Έκθαμβοι οι δύο πατέρες έκτισαν αυτοσχέδιο μικρό ναό και μερικά κελλιά. Το γεγονός σύντομα έγινε γνωστό στην περιοχή και ευρύτερα, με αποτέλεσμα να αρχίσει η συρροή πολλών πιστών. 0 Συμεών και ο Θεόδωρος κήρυτταν σ' αυτούς το λόγο του Κυρίου και τους παρακινούσαν να προφυλάσσονται από τη λύμη των αιρέσεων. Μερικοί από τους ακροατές τους αποφάσισαν να μείνουν πλησίον τους για να επιδοθούν σε ασκητικούς αγώνες. Στη διάρκεια της βασιλείας Ιουλιανού του Παραβάτου οι πατέρες και οι συνασκητές τους εκδιώχθηκαν από το ιερό Σπήλαιο, επανήλθαν όμως ύστερα από το θάνατο του ασεβούς αυτοκράτορος. Μετά την οσιακή κοίμησή τους οι δύο θεοφόροι πατέρες, Συμεών και Θεόδωρος, ετάφησαν μπροστά στην ιερή εικόνα. Οι τίμιες κάρες τους διασώζονται ως σήμερα. Η δε αγνή κόρη, Ευφροσύνη, μετά τα όσα θαυμαστά της αποκαλύφθηκαν, έκτισε μικρό οικίσκο κοντά στο Σπήλαιο, όπου έζησε μέχρι την κοίμησή της, με προσευχή και νηστεία. Η κάρα και το αριστερό της χέρι σώζονται, επίσης, στη Μονή και αποτελούν πολύτιμα πνευματικά κειμήλια της πίστεως. Η ιερά εικόνα της δεξιοκρατούσης Θεοτόκου, «πιστεύεται ότι είναι εκείνη η πρώτη εικόνα, την οποίαν, αφού ιστόρησεν ο θείος ζωγράφος και θεηγόρος Λουκάς, παρουσίασε εις την Θεοτόκον. Η δε ανεφώνησε: Η χάρις του εξ εμού τεχθέντος είη μετ' αυτής. Πιστεύεται ακόμη ότι την εικόνα αυτή μαζί με το Ευαγγέλιον και τας Πράξεις των Αποστόλων ο άγιος Αουκάς εχάρισεν εις το πνευματικόν του τέκνον, τον ηγεμόνα της Αχαΐας Θεόφιλον. Εκείνος δε την εκληροδότησεν εις τους απογόνους του».
Η εικόνα είναι ανάγλυφη και πλασμένη από κερί και άλλες ύλες. Αν και από το χρόνο και τις αλλεπάλληλες πυρκαγιές έχει κάπως αμαυρωθεί, δεν έπαυσε να εκπέμπει θεία γλυκύτητα και να κατανύσσει την καρδιά των ευλαβών προσκυνητών της. Η πρώτη υποτυπώδης Μονή που ίδρυσαν οι όσιοι κτήτορες δεν άργησε να εξελιχθεί. Κτίσθηκε ναός και πολλά κελλιά και οι χριστιανοί συνέρρεαν για να προσκυνήσουν την ιερή εικόνα της Θεομήτορος. Στη μακραίωνη, όμως, ιστορία της η Μονή δοκίμασε την καταστροφική μανία της φωτιάς πέντε φορές: Η πρώτη οφείλεται στους εικονομάχους (840 μ.Χ.) που έκαψαν το ναό, αλλά διασώθηκε η εικόνα και τα κειμήλια. Η δεύτερη συνέβη το 1400, όταν έπαθε μικρές ζημίες ο Ναός. Η τρίτη ήταν ιδιαίτερα καταστροφική (έτους 1640): αποτεφρώθηκε ο ναός, το σκευοφυλάκιο και τ' άλλα κτίσματα. Οι μοναχοί κατόρθωσαν να περισώσουν την εικόνα. Η πλέον τρομερή ήταν αυτή του 1934: εκτός από τα κτήρια, αφάνισε τα όσα πολύτιμα φυλάσσονταν στο κειμηλιοφυλάκιο της Μονής (λείψανα, σιγίλλια πατριαρχών, χρυσόβουλλα αυτοκρατόρων, διατάγματα καταχτητών, χειρόγραφα, βιβλία). Διασώθηκαν λίγα ευαγγέλια, σταυροί, θήκες με λείψανα αγίων, αργυρά σκεύη, άμφια και το τεμάχιο του Τίμιου ξύλου, ενώ χάρη στην αυτοθυσία του διακόνου Καλλιόπιου Ασημακόπουλου και του λαϊκού Δημ. Μητσόπουλου διέφυγε τον κίνδυνο και η εικόνα της Θεοτόκου. Η τελευταία δήωση του Μεγάλου Σπηλαίου είχε δράστες τους Γερμανούς κατακτητές (8 Δεκεμβρίου 1943): λεηλάτησαν τη Μονή, κατέκλεψαν το ναό της, κατεκρήμνισαν στο απόκρημνο βάραθρο Κισσοτή 22 συνολικά πρόσωπα του Μεγάλου Σπηλαίου (8 μοναχούς, 5 δόκιμους και 9 λαϊκούς). Συνέχισαν με το πρωτοφανές ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων (13 Δεκεμβρίου 1943). Επέστρεψαν κατόπιν και αφού ολοκλήρωσαν τη λεηλασία, έβαλαν φωτιά στο Μοναστήρι. Ευτυχώς η φωτιά όταν έφτασε στο ναό των αγίων Πάντων (Κοιμητηρίου) έσβησε θαυματουργικά κι έτσι διασώθηκαν τα πολύτιμα κειμήλια και η εικόνα που φυλασσόταν εκεί από την πυρκαγιά του 1934. Κάθε φορά που καταστρεφόταν η Μονή, οι μοναχοί και οι ευσεβείς χριστιανοί την ανήγειραν εκ νέου σεβασμιότερη και μεγαλοπρεπέστερη. Ιδιαίτερα κατά τα τελευταία χρόνια, μετά το 1979, ο ηγούμενός της Νικηφόρος (Θεοδωρόπουλος) με την ευλογία του μητροπολίτου Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβροσίου (Αενή) ανακαίνισε πλήρως τη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου. Στο νέο Κειμηλιαρχείο τακτοποιήθηκαν και εκτίθενται με πρότυπο τρόπο τα διασωθέντα κειμήλια. Συγκεντρώθηκαν τα λείψανα των κτιτόρων και της οσίας Ευφροσύνης, δημιουργήθηκε το παρεκκλήσιό τους, ανακαινίσθηκαν ο μεγαλοπρεπής Ξενώνας, οι χώροι υποδοχής, βιβλιοθήκης, τραπεζαρίας, εκθέσεως κ.λπ. και το παλαίφατο Μοναστήρι έγινε εκ νέου κοινόβιο. Η συμβολή του Μεγάλου Σπηλαίου στη διατήρηση και ανάπτυξη της ελληνορθόδοξου συνειδήσεως των κατοίκων της περιοχής —στη διάρκεια της τουρκοκρατίας— υπήρξε πολύ σημαντική. Η δε συνεισφορά του πριν και κατά την ελληνική Επανάσταση του 1821 έχει δεόντως εκτιμηθεί. Είναι γνωστό το συμβάν της 24ης Ιουνίου 1827, όταν ο ηγούμενος Δαμασκηνός «και οι συν αυτώ Παπάδες και Καλόγεροι», μαζί με λίγα παλικάρια απέκρουσαν επιτυχώς περισσότερους από 10.000 εξοπλισμένους στρατιώτες του Ιμπραήμ πασά, που με επιστολή του (21 Ιουνίου) είχε ζητήσει την παράδοση της Μονής. Την επομένη πήρε αρνητική απάντηση των μοναχών που του έλεγαν ότι «είμεθα ορκισμένοι εις την πίστιν μας, ή να ελευθερωθώμεν ή να αποθάνωμεν πολεμούντες». Δύο ημέρες αργότερα τον έτρεψαν σε φυγή, με τη χάρη της Παναγίας. Μεταξύ των λειψάνων που ως πολύτιμος θησαυρός φυλάσσονται στη Μονή, περιλαμβάνονται: Το χέρι του αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος και του αγίου Θεοδώρου του Στρατηλάτου, τμήμα της κάρας: του αγίου Στεφάνου, το αριστερό χέρι του αγίου Χαραλάμπους σε θέση ευλογίας, τμήμα της κάρας του αγίου Τρύφωνος και των κτιτόρων, μέρος της πλευράς ενός εκ των Δέκα μαρτύρων της Κρήτης κ.ά. Στο κτιριακό συγκρότημα υπάρχουν παρεκκλήσια αφιερωμένα στον ευαγγελιστή Λουκά και στους κτίτορες Συμεών, Θεόδωρο και την Ευφροσύνη. Σήμερα το Μέγα Σπήλαιον «αποτελεί όασιν, δι’ όσους φθάνουν εκεί δια να αναπαυθούν πνευματικώς (γράφει ο οικείος μητροπολίτης Αμβρόσιος), ενώ συγχρόνως στηρίζει και ανανεώνει τις ελπίδες μας, ότι σύντομα θα ευρεθούν νέοι αδελφοί, διά να ενσαρκώσουν πληρέστερα... τις απαιτήσεις της σημερινής κοινωνίας, η οποία θέλει τα Μοναστήρια μας εργαστήρια αρετής και ακτινοβόλους φάρους της αγιότητος του βίου των μοναχών μας». Λειτουργούν έκθεση και ξενώνας.
Ευάγγελου Λέκκου
Τα ελληνικά μοναστήρια
Ελεύθερος Τύπος
1995



from ανεμουριον https://ift.tt/2CYy4Gx
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη