Η ΜΑΥΡΗ ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΤΥΡΑ

ΑΡΗΣ ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ | Στον κόσμο του Βουτυρά η ζωή κυλάει δίχως να απολαμβάνει την καθημερινότητα της. Η καθημερινότητα είναι ιδιαιτέρως φορτική, αφόρητη για τους βασανισμένους του ήρωες. Η εργασία, για παράδειγμα, ελάχιστα τροφοδοτεί με στοιχειώδες νόημα τη ζωή των ηρώων του· είτε υποτάσσεται σε μια σκιώδη ρουτίνα είτε αντιθέτως (και κατά κανόνα) είναι τόσο λειψή που μοιάζει να μην επηρεάζει τον κόσμο τους. Οι ήρωες του αντανακλούν βεβαίως τη μόνιμη ανεργία και τη μερική απασχόληση που μαστίζει τους χαμηλόμισθους εργαζομένους του άστεως των αρχών του αιώνα. Αυτό το γεγονός όμως στη λογοτεχνική μετεγγραφή του αποδίδεται κατ' ουσίαν ως υπαρξιακό πρόβλημα (π.χ. στους «Αλανιάρηδες») - κι ας βρίσκονται οι ήρωες του στα έσχατα όρια της επιβίωσης! Οι ήρωες αυτοί με τα απόκοσμα, αλλόκοτα ονόματα (Ριφάκης, Σούτης, Μούγας, Μίκουρας, Αλίμπης, Κουρούπης, Γόρας, Φάρμας κ.α.) κατά κανόνα μοιάζει να βιώνουν ένα οδυνηρό διάλειμμα ανάμεσα σε δύο στερεότυπα ανέχειας: ένα παρελθόν ακρωτηριασμένης ή ασυνειδητοποίητης ευτυχίας, απ' τη μια, και ένα μέλλον που πλησιάζει με τη βεβαιότητα ασφαλούς -ως προς τη δυστυχία που θα τους κατακλύσει- οιωνού, απ' την άλλη.
Η ΑΚΤΗ ΜΙΑΟΥΛΗ ΜΕ ΤΟ ΤΡΑΜ ΤΗΣ ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ, ΓΥΡΩ ΣΤΑ 1930, ΜΕ ΟΛΟ ΤΟΝ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΤΟ ΑΝΑΜΕΝΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΕΙ ΕΙΤΕ ΣΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΟΥ ΕΙΤΕ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ... (ΑΡΧΕΙΟ Γ. ΧΑΤΖΗΜΑΝΩΛΑΚΗ).
Ο κόσμος αυτός της αεργίας, της αδράνειας, της απελπισίας και της -με κάθε έννοια- φτώχειας, συνειδητοποιεί την ύπαρξη του, δηλαδή το απύθμενο κενό της και το μάταιο της βούλησης της, σε δύο κατά κανόνα ακραίες συνθήκες: στον άσκοπο περίπατο και στο περατεταμένο ύπνο που συνήθως συνοδεύει κάποιο αποκαλυπτικό ενύπνιο. Σ' αυτές τις δύο συνθήκες άκρας μοναχικότητας και συνακόλουθης αυτογνωσίας οι ήρωες του Βουτυρά αισθάνονται να «αφυπνίζεται» (όσο κι αν αυτό ακούγεται οξύμωρο προς την προηγηθείσα κατάσταση του ύπνου τους...) η μοιραία ύπαρξη τους. Η σταθερή αίσθηση του αναγνώστη είναι ότι ο απίστευτα Καφκικός κοινωνικός περίγυρος στο σύμπαν του Βουτυρά συμπιέζει την ξεχωριστή ζωή των ανθρώπων του, σε τέτοιο βαθμό, ώστε η ελεύθερη σκέψη τους να μπορεί να αναβλύζει μόνο σε παρόμοιες ακραία μοναχικές (και εκ των πραγμάτων πιο χαλαρές) συνθήκες.
ΑΝΕΡΓΟΙ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ '30. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΒΟΥΤΥΡΑ.
Δεν αισθάνομαι την ανάγκη να αναφέρω δείγματα γραφής του προς επίρρωση αυτών των παρατηρήσεων. Ο Βουτυράς, με μικρές διαφοροποιήσεις, εργάζεται με τον ίδιο προσανατολισμό από το πρώτο του ώς το τελευταίο του διήγημα. Θέλω να πω ότι ο αρχετυπικός σκελετός πάνω στον οποίο ντύνει κάθε του αφήγηση απορρέει από την ίδια βαθιά πίστη ότι η κοινωνία ισοδυναμεί με κόλαση, ότι η ευτυχία είναι ένα ιδεολόγημα, ένα ψέμα που αποκοιμίζει την ανθρώπινη συνείδηση, ότι οι δυνατότητες ανατροπής των κοινωνικών συμβάσεων είναι ανύπαρκτες, ότι τέλος ακόμα και ανεξέλεγκτοι από τη λογική νόμοι (οι προλήψεις, οι δεισιδαιμονίες, κ.λπ. αποτελούν πεισματικά μοτίβα της αφήγησης του) κυβερνούν τη ζωή.
«ΟΙ ΑΛΑΝΙΑΡΗΔΕΣ», ΚΛΑΣΙΚΗ ΝΟΥΒΕΛΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ ΒΟΥΤΥΡΑ, ΠΟΥ ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΤΟ 1912 ΚΑΙ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΤΟ 1921 ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΕΦΑΝΟ ΠΑΡΓΑ ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ (ΕΘΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ).
Κάθε φως κρύβει ένα σκοτάδι, κάθε νηνεμία μια καταιγίδα («βρέχει πολύ στα διηγήματα του Βουτυρά» σχολίαζε ο Τσίρκας) και μάλιστα -πράγμα που καθιστά αυτή τη διαλεκτική ιδιαιτέρως εφιαλτική- με την κανονικότητα φυσικής νομοτέλειας. Αυτό το σύμπαν του Πειραιώτη συγγραφέα, που μοιάζει περίπου να ζει από τη δυστυχία του, κεντρίζει πιθανόν και κάποια ανομολόγητη ηδονή στον αναγνώστη· ίσως αυτή και μόνον αυτή η αθέλητη ηδονή να εξηγεί την τεράστια επιτυχία που απολάμβανε στο αναγνωστικό κοινό της εποχής του· εξάλλου στα διηγήματα του Βουτυρά «βρέχει» μεν πάντα αλλά σε συμφωνία με την ευαγγελική ρήση: επί δικαίους και αδίκους. Σ’ αυτό το νοτισμένο σύμπαν κάθε σύμβαση θολώνει το νόημα της: θρησκεία, πατρίδα, οικογένεια δεν είναι παρά ρωγμές μιας αβύσσου απ' όπου εισβάλλει μεγαλοπρεπώς η ατομική δυστυχία. Σύζυγοι παραιτημένοι, υποταγμένοι σε ανδρόβουλες συζύγους, μητέρες ψυχρές ή καθ' υπερβολήν ερωτικές, παιδιά άβουλα εμπρός στη στυγνότητα των γονέων τους, κοινωνία όχλου που άγεται και φέρεται, ψευδοπατριώτες και αμαρτωλοί κληρικοί, σακάτηδες άνθρωποι -κυριολεκτικά και μεταφορικά-, ιδού σε αδρές γραμμές οι πολίτες του ραγισμένου αυτού κόσμου. Οι τίτλοι των διηγημάτων του ως μαύροι σηματωροί του σκοτεινού του πελάγους, από μόνοι τους συνιστούν επαρκή δείγματα του «μαύρου» προσανατολισμού του συγγραφέα: «Η Πόλη της Κατάρας», «Κακές Μέρες», το «Μίσος του Καμένα», ο «Πεθαμένος Φίλος», «Το Ξαχαρβάλώμα», «Το Κακούργημα του Ιερέως», «Ζωή Αρρωστεμένη», ο «Γκρεμός», οι «/Μαν/άρηδες», το «Τραγούδι του Κρεμασμένου», το «Ερημόσπιτο», «Η Μαύρη Φορεσιά», «Μάχη Φαντασμάτων», «Νύχτα Τρομάρας», «Αλλα Κουφάρια», «Μετά το Κακό», το «Μαγαζί του Σατανά», οι «Αποσκευές των Νεκρών», κ.λπ.
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΚΔΟΜΕΝΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΤΟΥ ΒΟΥΤΥΡΑ, «ΑΡΓΟ ΞΗΜΕΡΩΜΑ», ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ, ΑΘΗΝΑ 1950. ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΤΕΣΣΕΡΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ, ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΤΟ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ «ΕΡΕΙΠΩΜΕΝΟ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ». Ο ΤΣΙΡΚΑΣ ΤΟΥ ΕΓΡΑΦΕ: «ΤΟ "ΕΡΕΙΠΩΜΕΝΟ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ" ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΕΝΑΝ ΒΟΥΤΥΡΑ ΓΙΓΑΝΤΑ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΙΜΙΟΤΗΤΑΣ». ΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΛΕΙΝΕΙ ΕΚΔΟΤΙΚΑ Η 50ΧΡΟΝΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ.
Με όλα αυτά θέλω να υπογραμμίσω τη συμπαγή ενότητα του σύμπαντος του Βουτυρά. Ορισμένες αναγνώσεις δεν διαπιστώνουν αυτή τη συνεκτική, τη σχεδόν μονολιθική οργάνωση στο έργο του· ίσως διότι «διαβάζουν» το πολυσχιδές αφηγηματικό υλικό του ως λογοτεχνικό υλικό, συγχέοντας με άλλα λόγια την (ποικιλόμορφη μεν) θεματική του με τη (συμπαγή δε) λογοτεχνικότητα του. Η καθαρότητα όμως του δαιμονικού οράματος του Βουτυρά είναι -στην ακράδαντη επανάληψη της των εκατοντάδων διηγημάτων του- τέτοιου συντριπτικού μεγέθους που δεν αφήνει περιθώρια για παρανοήσεις: ο κόσμος του είναι μια κόλαση και οι κάτοικοι του τη βιώνουν διότι δεν έχουν προσφορότερη λύση -άλλωστε κάμποσοι απ' αυτούς αυτοκτονούν. (Στον αναγνώστη και μόνον σ' αυτόν εναπόκειται η ελπίδα της όποιας αντίστασης σ' αυτόν τον ανάλγητο κόσμο...). Οπωσδήποτε ο sui generis «ρεαλισμός» του Βουτυρά, με αντίστοιχη υφολογική καθαρότητα, αποδίδει πιστά το ιδιότροπο μαύρο όραμα του. Ο Βουτυράς έχει αναπτύξει ένα ύφος για την πιστή απόδοση της (δικής του, λογοτεχνικής) πραγματικότητας άκρως ελλειπτικό στην απόδοση των περιγραφικών λεπτομερειών, άκρως σπασμωδικό στην απόδοση των κινήτρων των ηρώων του. Στις περιγραφές υπερισχύει η ψυχολογία της στιγμής που και αυτή με τη σειρά της αποδίδεται με συσσωρευμένα ευαίσθητα θραύσματα ζωής - συχνά κατά τον τρόπο του Χένρι Τζέιμς, δηλαδή με τη βοήθεια του διαλόγου, ή (η συνηθέστερη περίπτωση) με τη μορφή εσωτερικού μονολόγου. Τα συσσωρευμένα θραύσματα ζωής -που συνήθως διαβάζονται από την οπτική του ήρωα- περιγράφουν ίσως τη φαινομενική κατάσταση του τελευταίου, αλλά όχι με σαφήνεια τα κίνητρα του. Σπασμωδικές κινήσεις των ηρώων που παρατεταμένα κλώθουν ακατέργαστο το πρόβλημα τους - ιδού ο κατ' εξοχήν λογοτεχνικός τόπος όπου συμπυκώνεται η προσφιλής τεχνική του συγγραφέα όταν απεικονίζει τα κίνητρα· όσο πιο σπασμωδικές οι κινήσεις εκείνων τόσο πιο ασαφή τα κίνητρα, τόσο μεγαλύτερο βάρος κατανέμεται στον αναγνώστη για την αναγνώριση του λογοτεχνικού αιτιατού. Ο ίδιος ο αφηγητής-συγγραφέας συνήθως συρράπτει διακριτικά τα θραύσματα και τις σπασμωδικές κινήσεις με ελάχιστες (τις απολύτως αναγκαίες) παρεμβάσεις - στις περιπτώσεις που χρειάζεται να υποβοηθήσει την αφηγηματική ροή.
Ο ΒΟΥΤΥΡΑΣ ΣΕ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΗ ΗΛΙΚΙΑ. ΓΚΡΑΒΟΥΡΑ ΦΙΛΟΤΕΧΝΗΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΖΩΓΡΑΦΟ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗ ΔΗΜΗΤΡΗ ΔΑΒΗ.
Το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι βεβαίως συμβολισμός κι ας «δείχνει» για πολλούς τέτοιος - αυτή η κρίση απορρέει περισσότερο από την ανάγκη του αναγνώστη να κατανοήσει τη «δαιμονικότητα» του αφηγούμενου σύμπαντος· δεν είναι ούτε ιμπρεσιονισμός (το ύφος του έχει π.χ. συγκριθεί με την εικονογραφία του Παρθένη) - διότι αυτές οι «εντυπώσεις» δεν είναι «καθρεφτίσματα» του γήινου κόσμου, είναι περισσότερο καθρεφτίσματα μιας ταραγμένης συμπαντικής ψυχής, πολύ κοντά ορισμένες φορές (όπως σωστά έχει επισημανθεί) στην πρωτόλεια εκείνη τεχνική των επιφανειών του Τζόις· δεν είναι οπωσδήποτε ρεαλισμός - άλλωστε οι περισσότεροι κριτικοί (σύγχρονοι του και μεταγενέστεροι) συμφωνούν στο ότι δεν τηρεί τους γνωστούς κανόνες αυτού του ύφους. Το ιδιωματικό ύφος του Βουτυρά υπαγορεύει η αβεβαιότητα και η απόγνωση που κυριαρχούν στο λογοτεχνικό του σύμπαν· όπως εκεί, τίποτε δεν αρκείται στον εαυτό του, τίποτε δεν είναι ευχαριστημένο με τίποτε· όπως εκεί, μια διαρκής αυτομαστίγωση τυραννά τον κόσμο, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τον ιδιότυπο «ρεαλισμό» του: δεν είναι «ευχαριστημένος» με τον εαυτό του, συνεχώς «αυτό-μαστιγώνεται», με τον κίνδυνο μάλιστα ορισμένες φορές (και υπό το φόρτο της βιοποριστικής γραφής του) ο συγγραφέας να παρασύρει το -ασφυκτικό σε αποχρώσεις- ύφος του σε εκβιαστικές διεξόδους. Ο Βουτυράς σε κάθε του διήγημα ενσωματώνει τα αναγκαία στοιχεία για μια ρεαλιστική πλοκή: τα πρόσωπα, τα πάθη τους, την ατμόσφαιρα, το σκηνικό. Αλλά αρκείται σ' αυτό. Το δέσιμο προσώπων και παθών, η ένταξη τους στο σκηνικό, η ανάλογη ατμόσφαιρα, όλα αυτά παραμένουν με μοναδικό τρόπο αυτοδύναμα, θα έλεγα τραγικά αυτοδύναμα, λες και τίποτε από αυτά τα συστατικά στοιχεία του δραματικού σύμπαντος του δεν επηρεάζει θετικά ή αρνητικά το διπλανό του· πιο σωστά: λες και όλα μαζί, πρόσωπα και πράγματα, απεργάζονται, το καθένα αφ' εαυτού, έναν προαναγγελθέντα συμπαντικό Θάνατο. Σ' αυτά τα συμφραζόμενα γίνεται υποθέτω κατανοητό ότι ο ρεαλισμός του Βουτυρά εμπαίζει τον εαυτό του, τον υποσκάπτει, κατά τον ίδιο λανθάνοντα, κρύφιο τρόπο που η λογοτεχνική του πραγματικότητα υποσκάπτει τα θεμέλια της έγκυρης πραγματικότητας. Ο Παναγιώτης Μουλλάς σε μια ιδιαιτέρως αυστηρή του κρίση για τον Βουτυρά καταλήγει ότι το έργο του είναι προϊόν ανθρώπου «μέσης ή χαμηλής παιδείας (που) μιλάει σε μέσους ανθρώπους για μέσους ανθρώπους» (Η μεσοπολεμική πεζογραφία, Σοκόλης 1993, ΑΤ, 37). Ένα από τα δύο οπωσδήποτε συμβαίνει: ή ο Βουτυράς όντως περιγράφει με τα μελανότερα των χρωμάτων τον τετριμμένο, φαιδρό ψευδόκοσμο των «μέσων ανθρώπων» ή περιγράφει τον κολασμένο κόσμο που επισήμανα - αυτόν που οπωσδήποτε υπερβαίνει τους «κατώτερους» ή «μέσους» ήρωες του, διότι απλώς αφορά τους πάντες. Ως φαίνεται η Ιστορία μένει να αποφανθεί επί τούτου. ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΒΟΥΤΥΡΑΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΑΘΗΝΑ ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 1998


from ανεμουριον https://ift.tt/31SGYPS
via IFTTT

Δημοσίευση σχολίου

To kaliterilamia.gr σέβεται το δικαίωμα όλων των χρηστών να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους ωστόσο διατηρεί το δικαίωμα, να μην δημοσιεύει συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια. Έτσι όποια σχόλια, περιέχουν ακατάλληλα προς το κοινό χαρακτηριστικά θα αποσύρονται από τον ιστότοπο.

Νεότερη Παλαιότερη