της Ασπασίας Παπαθανασίου
1964. Η ΑΣΠΑΣΙΑ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΟΛΙΣ ΠΑΡΕΛΑΒΕ ΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ «ΜΑΡΙΚΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ». Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ ΣΠΕΥΔΕΙ ΝΑ ΤΗ ΣΥΓΧΑΡΕΙ (ΦΩΤ. «ΑΦΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΙ» - ΑΡΧΕΙΟ ΑΣΠΑΣΙΑΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ. ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ). |
Μετά τα Δεκεμβριανά ο Γιάννης ερχόταν στους Ενωμένους Καλλιτέχνες, μέχρι που ξεκίνησε ο Εμφύλιος. Μετά τον Εμφύλιο, όταν γύρισε ο Γιάννης, και ίσως κοντά στο ’60, είχαμε αποκτήσει έναν πολύ στενό δεσμό κι έτσι τον γνωρίσαμε πολύ καλά και είχαμε κουβεντιάσει για πολλά πράγματα. Τρώγαμε μαζί, χορεύαμε -χόρευε καταπληκτικά. Πριν από τη δικτατορία μάλιστα πήγαινα πολύ συχνά στο σπίτι του γιατί ήθελα να ανεβάσω τη «Σονάτα του σεληνόφωτος». Ήταν ένα είδος σύμβουλος για πολλά πράγματα. Το ’62-’63 είχε γίνει στη Σοβιετική Ένωση μια μεγάλη δίκη εναντίον των αντικαθεστωτικών ποιητών Ντάνιελ και Σινιάφσκι κι ορισμένοι διαμαρτυρηθήκαμε. Βέβαια μείναμε μόνο δεκατρείς στις τελικές υπογραφές που συγκεντρώθηκαν. Οφείλω να ομολογήσω ότι τηλεφώνησα στον Γιάννη: «Βρίσκομαι σε μεγάλο δίλημμα», του είπα. Υπήρχε και μία φράση θυμάμαι, πολύ σκληρή. Ο Γιάννης μου είπε ότι συμφωνεί απόλυτα, αλλά επειδή ήταν στη Διοικούσα Επιτροπή της ΕΔΑ δεν μπορούσε να υπογράψει. «Θα το ήθελα και πιο έντονο», μου είπε. Επηρεάστηκα πολύ από τη γνώμη του.
Μετά τη δικτατορία έκανα την «Ισμήνη». Συνεργάστηκα πάλι μαζί του και κατάλαβα το εξής: το ότι δεν υπάρχει εξωτερικά μια λογική συνέχεια παραπέμπει στα υπόγεια ρεύματα, στους συνειρμούς που κάνει κανείς όχι με τη μνήμη του αλλά με την αίσθησή του. Χωρίς να μπαίνει μέσα η λογική, αφού η μνήμη εμπεριέχει λογική. Αυτό μου το είχε εξηγήσει και με βοήθησε πάρα πολύ στην «Ισμήνη», που παρουσιάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’80.
Όλη του η ποίηση είναι μια διαρκής σύγκρουση των ανθρώπινων αισθημάτων, των σκέψεων, πέρα από συγκεκριμένους κομματικούς στόχους. Στους μονολόγους βλέπει κανείς πώς ανατρέπει τα πάντα. Τη στιγμή που εκφράζει μια κατάσταση, την άλλη στιγμή το ανατρέπει. Αυτή την αίσθηση την έχω όχι επειδή είμαι κριτικός αλλά επειδή έχω δουλέψει τα θεατρικά του. Η πρώτη λέξη που μου έλεγε όταν τον ρωτούσα για το έργο του ήταν «ερωτισμός». Όχι προς συγκεκριμένα πρόσωπα, αλλά προς όλα τα πράγματα. Στο έργο του δεν υπάρχει συγκεκριμένος χώρος και χρόνος. Τον είχα ρωτήσει σε μια παράσταση: «Τι να φορέσω;» «Ό,τι θέλεις», μου είπε, «δεν έχει σημασία».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ (1909-1990) ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΑΘΗΝΑ 2000
from ανεμουριον https://ift.tt/2vvlqPr
via IFTTT